Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2021

Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος καταρρίπτει τα επιχειρήματα των εχθρών της Ανάστασης

 

Ἕνα πρωινό συζητᾶ ὁ γέροντας μέ δύο-τρεῖς ἐπισκέπτες στό σπίτι του. Ὁ ἕνας εἶναι ἰδεολόγος κομμουνιστής…

Ὅλο τό οἰκοδόμημα τοῦ Χριστιανισμοῦ στηρίζεται στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτό δέν τό λέω ἐγώ. Τό λέει ὅ Ἀπόστολος Παῦλος: «Εἰ Χριστός οὐκ ἔγηγερται, ματαῖα ἤ πίστις ἠμῶν» (Ἅ’ Κόρ. ἴε’ 17). «Ἄν ὅ Χριστός δέν ἀνέστη, τότε ὅλα καταρρέουν. Ὅ Χριστός ὅμως ἀνέστη, πράγμα τό ὅποιο σημαίνει ὅτι εἶναι Κύριος της ζωῆς καί τοῦ θανάτου, ἄρα Θεός.

– Ἐσεῖς τά εἴδατε ὅλα αὐτά; Πῶς τά πιστεύετε;

– Ὄχι, ἐγώ δέν τά εἶδα. Τά εἶδαν ὅμως ἄλλοι, οἱ Ἀπόστολοι. Αὐτοί στή συνέχεια τά γνωστοποίησαν καί μάλιστα προσυπέγραψαν τή μαρτυρία τους μέ τό αἷμα τους. Κι ὅπως ὅλοι δέχονται, ἤ μαρτυρία τῆς ζωῆς εἶναι… ἤ ὑψίστη μαρτυρία.

Μέ βάση ἕναν πολύ ὡραῖο συλλογισμό τοῦ Πασκάλ λέμε ὅτι μέ τούς Ἀποστόλους συνέβη ἕνα ἀπό τά τρία: Ἤ ἀπατήθηκαν ἤ μᾶς ἐξαπάτησαν ἤ μᾶς εἶπαν τήν ἀλήθεια.

«Ἄς πάρουμε τήν πρώτη ἐκδοχή. Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀπατήθηκαν οἵ Ἀπόστολοι, διότι ὅσα ἀναφέρουν δέν τά ἔμαθαν ἀπό ἄλλους. Αὐτοί οἵ Ῥδιοι ἤσαν αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες ὅλων αὐτῶν. Ἐξ ἄλλου δέν ἤσαν καθόλου φαντασιόπληκτοι ὀϋτε εἶχαν καμμιά ψυχολογική προδιάθεση γιά τήν ἀποδοχή τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως. Ἀντιθέτως ἤσαν τρομερά δύσπιστοι. Τά Εὐαγγέλια εἶναι πλήρως ἀποκαλυπτικά αὐτῶν τῶν ψυχικῶν τους διαθέσεων: δυσπιστοῦσαν στίς διαβεβαιώσεις ὅτι κάποιοι Τόν ἐΐχαν δεῖ ἀνασταντα.

Καί κάτι ἄλλο. Τί ἤσαν οἵ Ἀπόστολοι πρίν τούς καλέσει ὅ Χριστός; Μήπως ἤσαν φιλόδοξοι πολιτικοί ἤ ὁραματιστές φιλοσοφικῶν καί κοινωνικῶν συστημάτων, ποῦ περίμεναν νά κατακτήσουν τήν ἀνθρωπότητα καί νά ἱκανοποιήσουν ἔτσι τίς φαντασιώσεις τους; Κάθε ἄλλο. Ἀγράμματοι ψαράδες ἤσαν. Καί τό μόνο ποῦ τούς ἐνδιέφερε ἦταν νά πιάσουν κανένα ψάρι νά θρέψουν τίς οἰκογένειές τους

Φέρε μου καί σύ κάποιον νά μοῦ πῆ πῶς ὅ Μάρξ ἀπέθανε καί ἀνέστη καί νά θυσιάση τή ζωή του γιά τή μαρτυρία αὐτή κι ἐγώ θά τόν πιστεύσω ὡς τίμιος ἄνθρωπος.

– Νά σᾶς πῶ. Χιλιάδες κομμουνιστές βασανίσθηκαν καί πέθαναν γιά τήν ἰδεολογία τους. Γιατί δέν ἄσπαζεσθε καί τόν κομμουνισμό;

– Τό εἶπες καί μόνος σου. Οἱ κομμουνιστές πέθαναν γιά τήν ἰδεολογία τους. Δέν πέθαναν γιά γεγονότα. Σέ μία ἰδεολογία ὅμως εἶναι πολύ εὔκολο νά ὑπεισέλθη πλάνη. Ἐπειδή δέ εἶναι Ῥδιον τῆς ἀνθρωπινῆς ψυχῆς νά θυσιάζεται γιά κάτι στό ὅποιο πιστεύει, ἐξηγεῖται γιατί πολλοί κομμουνιστές πέθαναν γιά τήν ἰδεολογία τους. Αὐτό ὅμως δέν μᾶς ὑποχρεώνει νά τήν δεχθοῦμε καί ὡς σωστή.

Εἶναι ἄλλο πράγμα νά πεθαίνης γιά ἰδέες κι ἄλλο γιά γεγονότα. Οἱ Ἀπόστολοι ὅμως δέν πέθαναν γιά ἰδέες. Οὔτε γιά τό «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» ὀϋτε γιά τίς ἄλλες ἠθικές διδασκαλίες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Οἵ Ἀπόστολοι πέθαναν μαρτυροϋντες ὑπερφυσικά γεγονότα. Κι ὅταν λέμε γεγονός, ἐννοοῦμε ὅ,τι ὑποπίπτει στίς αἰσθήσεις μας καί γίνεται ἀντιληπτό ἀπό αὐτές. Οἵ Ἀπόστολοι ἐμαρτύρησαν δί’ «ὅ ἄκηκοασι, ὅ ἔωρακασι τοῖς ὄφθαλμοϊς αὐτῶν, ὅ ἔθεασαντο καί αἵ χεῖρες αὐτῶν ἔψηλαφησαν»(Ἅ’ Ἴωαν. ἅ’ 1)4.τούς. Γι’ αὐτό καί μετά τή Σταύρωση τοῦ Κυρίου, παρά τά ὅσα εἶχαν ἀκούσει καί δεῖ, ἐπέστρεψαν ἀτά πλοιάρια καί στά δίχτυά τους. Δέν ὑπῆρχε δήλ. σ αὐτούς, ὅπως ἀναφέραμε, ὀΰτε Ῥχνος προδιαθέσεως γιά ὅσα ἐπρόκειτο νά ἐπακολουθήσουν. Καί μόνο μετά τήν Πεντηκοστή, «ὄτε ἔλαβον δύναμιν ἐξ ὕψους», ἔγιναν οἱ διδάσκαλοι τῆς οἰκουμένης.

Ἤ δεύτερη ἐκδοχή: Μήπως μᾶς ἐξαπάτησαν; Μήπως μᾶς εἶπαν ψέματα; Ἄλλα γιατί νά μᾶς ἐξαπατήσουν; Τί θά κέρδιζαν μέ τά ψέματα; Μήπως χρήματα, μήπως ἀξιώματα, μήπως δόξα; Γιά νά πῆ κάποιος ἕνα ψέμα, περιμένει κάποιο ὄφελος. Οἱ Ἀπόστολοι ὅμως, κηρύσσοντες Χριστόν καί Τοϋτον ἐσταυρωμένον καί Ἀναοτάντα ἐκ νεκρῶν, τά μόνα τά ὅποια ἐξασφάλισαν ἤσαν: ταλαιπωρίες, κόποι, μαστιγώσεις, λιθοβολισμοί, ναυάγια, πείνα, δίψα, γυμνότητα, κίνδυνοι ἀπό ληστές, ραβδισμοί, φυλακίσεις καί τέλος ὅ θάνατος. Καί ὅλα αὐτά γιά ἕνα ψέμα; Εἶναι ἐντελῶς ἀνόητο καί νά τό σκεφθῆ κάποιος.

Συνεπῶς ὀϋτε ἐξαπατήθηκαν ὀϋτε μᾶς ἐξαπάτησαν οἱ Ἀπόστολοι. Μένει ἑπομένως ἤ τρίτη ἐκδοχή ὅτι μᾶς εἶπαν τήν ἀλήθεια.

Θά πρέπει μάλιστα νά σού τονίσω καί τό ἕξης: ΟΙ Εὐαγγελιστές εἶναι οἱ μόνοι οἱ ὁποῖοι ἔγραψαν πραγματική ἱστορία. Διηγοῦνται τά γεγονότα καί μόνον αὐτά. Δέν προβαίνουν σέ καμμία προσωπική κρίσι. Κανένα δέν ἐπαινοῦν, κανένα δέν κατακρίνουν. Δέν κάνουν καμμία προσπάθεια νά διογκώσουν κάποιο γεγονός ἤ νά ἐξαφανίσουν ἤ νά ὑποτιμήσουν κάποιο ἄλλο. Ἀφήνουν τά γεγονότα νά μιλοϋν μόνα τους.

-Ἀποκλείεται νά ἔγινε στήν περίπτωσι τοῦ Χρίστου νεκροφάνεια; Τίς προάλλες ἔγραψαν οἱ ἐφημερίδες γιά κάποιον Ἰνδό, τόν ὅποιο ἔθαψαν καί μετά ἀπό τρεῖς μέρες τόν ξέθαψαν καί ἦταν ζωντανός.

-«Ἄχ, παιδάκι μου. Θά θυμηθῶ καί πάλι τό λόγο τοῦ ἵεροϋ Αὐγουστίνου: «Ἄπιστοι, δέν εἶσθε δύσπιστοι. Εἶσθε οἱ πλέον ἐϋπιστοι. Δέχεσθε τά πιό ἀπίθανα, τά πιό παράλογα , τά πιό ἀντιφατικά, γιά νά ἀρνηθῆτε τό θαῦμα!».

Ὄχι, παιδί μου. Δέν ἔχουμε νεκροφάνεια στόν Χριστό. Πρῶτα-πρῶτα ἔχουμε τή μαρτυρία τοῦ Ρωμαίου κεντυρίωνος, ὅ ὅποιος βεβαίωσε τόν Πιλάτο ὅτι ὅ θάνατος εἶχε ἐπέλθει.

«Ἔπειτα τό Εὐαγγέλιο μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὅ Κύριος κατά τήν ίδια τήν ἥμερά της Ἀναστάσεως Τοῦ συμπορεύθηκε συζητώντας μέ δύο μαθητές Του πρός Ἐμμαούς, ποῦ ἀπεῖχε πάνω ἀπό δέκα χιλιόμετρα ἀπό τά Ἱεροσόλυμα.

Φαντάζεσαι κάποιον νά ἔχη ὑποστή ὅσα ὑπέστη ὅ Χριστός καί τρεῖς μέρες μετά τό «θάνατό» του νά τοῦ συνέβαινε νεκροφάνεια; «Ἄν μή τί ἄλλο θά ‘πρεπε γιά σαράντα μέρες νά τόν ποτίζουν κοτόζουμο γιά νά μπορῆ νά ἄνοιγη τά μάτια του, κι ὄχι νά περπατᾶ καί νά συζητᾶ σάν νά μή συνέβη τίποτα.

Ὅσο γιά τόν Ἰνδό, φέρε τόν ἐδῶ νά τόν μαστιγώσουμε μέ φραγγέλιο — καί ξέρεις τί ἐστί φραγγέλιο; Μαστίγιο στά ἄκρα τοῦ ὁποίου πρόσθεταν σφαιρίδια μολύβδου ἤ σπασμένα κόκκαλα ἤ μυτερά καρφιά—, φέρε τόν, λοιπόν, νά τόν φραγγελώσουμε, νά τοῦ φορέσουμε ἀκάνθινο στεφάνι, νά τόν σταυρώσουμε, νά τοῦ δώσουμε χολή καί ξύδι, νά τόν λογχίσουμε, νά τόν βάλουμε στόν τάφο, κι ἄν ἀναστηθῆ, τότε τά λέμε.

-Παρά ταϋτα ὅλες οἵ μαρτυρίες, τίς ὅποιες ἐπικαλεσθήκατε, προέρχονται ἀπό Μαθητές τοῦ Χρίστου. Ὕπαρχει κάποια μαρτυρία περί αὔτοϋ, ποῦ νά μήν προέρχεται ἀπό τόν κύκλο τῶν Μαθητῶν του; Ὑπάρχουν δήλ. ἱστορικοί, ποῦ νά πιστοποιοῦν τήν Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ; «Ἄν ναί, τότε θά πιστέψω κι ἐγώ.

– Ταλαίπωρο παιδί! Δέν ξέρεις τί ζητᾶς! «Ἄν ὑπῆρχαν τέτοιοι ἱστορίκοι που νά εἶχαν δεῖ τόν Χριστό ἀναστημένο, τότε ἀναγκαστικά θά πίστευαν στήν Ἄναστασή Του καί θά τήν ἀνέφεραν πλέον ὡς πιστοί, ὅποτε καί πάλι θά ἀρνιόσουν τή μαρτυρία τους, ὅπως ἀκριβῶς ἀπορρίπτεις τή μαρτυρία τοῦ Πέτρου, τοῦ Ἰωάννου κ.λπ. Πῶς εἶναι δυνατόν νά βεβαιώνη κάποιος τήν Ἀνάστασι καί ταυτόχρονα νά μή γίνεται Χριστιανός; Μᾶς ζητᾶς «πέρδικα ψητή σέ κέρινο σουβλί καί νά λαλῆ»! Ἀϊ, δέν γίνεται!

Σού θυμίζω πάντως, ἔφ’ ὅσον ζητᾶς ἱστορικούς, αὐτό τό ὅποιο σου ἀνέφερα καί προηγουμένως: ὅτι δήλ. οἱ μόνοι πραγματικοί ἱστορικοί εἶναι οἱ Ἀπόστολοι.

Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως ἔχουμε καί μαρτυρία τέτοια ὅπως τήν θέλεις: ἀπό κάποιον δήλ. ποῦ δέν ἄνηκε στόν κύκλο τῶν Μαθητῶν Του. Τοῦ Παύλου. Ὅ Παῦλος ὄχι μόνο δέν ἦταν Μαθητής τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ἐδίωκε μετά μανίας τήν Ἐκκλησία Του.

– Γι’ αὐτόν ὅμως λένε ὅτι ἔπαθε ἡλίαση καί ἐξ αἰτίας τῆς εἶχε παραίσθηση.

– Βρέ παιδάκι μου, ἄν ἐΐχε παραίσθηση ὅ Παῦλος, αὐτό ποῦ θά ἀνεδύετο θά ἦταν τό ὑποσυνείδητό του. Καί στό ὑποσυνείδητό του Παύλου θέσι ὑψηλή κατεῖχαν οἱ Πατριάρχες καί οἵ Προφῆτες. Τόν Ἀβραάμ καί τόν Ἰακώβ καί τόν Μωυσῆ ἔπρεπε νά δή κι ὄχι τόν Ἰησοῦ, τόν ὅποιο θεωροῦσε λαοπλάνο καί ἀπατεώνα!

Φαντάζεσαι καμμιά πιστή γριούλα στό ὄνειρό της ἡ στό παραλήρημά της νά βλέπη τόν Βούδδα ἤ τόν Δία;

Τόν «Αἵ Νικόλα θά δή καί τήν Ἁγία Βαρβάρα. Διότι αὐτούς πιστεύει.

Καί κάτι ἀκόμη. Στόν Παϋλο, ὅπως σημειώνει ὅ Παπίνι, ὑπάρχουν καί τά ἕξης θαυμαστά: Πρῶτον, τό αἰφνίδιό της μεταστροφῆς. Κατ’ εὐθείαν ἀπό τήν ἀπιστία στήν πίστη. Δέν μεσολάβησε προπαρασκευαστικό στάδιο. Δεύτερον, τό ἴσχυρόν της πίστεως. Χωρίς ταλαντεύσεις καί ἀμφιβολίες. Καί τρίτον, πίστη διά βίου. Πιστεύεις ὅτι αὐτά μπορεῖ νά λάβουν χώρα μετά ἀπό μία ἡλίαση; Δέν ἐξηγοῦνται αὐτά μέ τέτοιους τρόπους. «Ἄν μπορῆς, ἐξήγησε τά. «Ἄν δέν μπορῆς, παραδέξου τό θαῦμα. Καί πρέπει νά ξέρης ὅτι ὅ Παῦλος μέ τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς τοῦ ἦταν ἄνδρας ἐξόχως πεπαιδευμένος. Δέν ἦταν κανένα ἀνθρωπάκι νά μήν ξέρη τί τοῦ γίνεται.

Θά προσθέσω ὅμως καί κάτι ἐπί πλέον. Ἐμεῖς, παιδί μου, ζοῦμε σήμερα σέ ἐξαιρετική ἐποχή. Ζοῦμε τό θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Ὅταν ὅ Χριστός εἶπε γιά τήν Ἐκκλησία Του ὅτι «καί πϋλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Μάτθ. ἴς’ 18), οἱ ὀπαδοί Τοῦ ἀριθμοῦσαν μόνο μερικές δεκάδες πρόσωπα Ἔκτοτε πέρασαν δύο χιλιάδες περίπου χρόνια. Διαλύθηκαν αὐτοκρατορίες, ξεχάσθηκαν φιλοσοφικά συστήματα, κατέρρευσαν κοσμοθεωρίες, ἤ Ἐκκλησία ὅμως τοῦ Χριστοῦ παραμένει ἀκλόνητη παρά τούς συνεχεῖς καί φοβερούς διωγμούς ἐναντίον της. Αὐτό δέν εἶναι ἕνα θαῦμα;

πηγή: orthodoxia-ellhnismos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου