Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014

Ω Πάσχα το μέγα και ιερώτατον Χριστέ!

 





Του Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου

Αν είσαι Σίμων Κυρηναϊος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι ' Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ' την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. Άσε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ' το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα. Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ' αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, πού 'πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα. Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ' τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ' αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ' αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. Αν κατεβαίνει στον Άδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση Του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;

Τώρα δε είμαστε αναγκασμένοι ν' ανακεφαλαιώσουμε το λόγο ως εξής: Δημιουργηθήκαμε, για να ευεργετηθούμε. Ευεργετηθήκαμε, επειδή δημιουργηθήκαμε. Μας δόθηκε ο Παράδεισος, για να ευτυχήσουμε. Λάβαμε εντολή, για να ευδοκιμήσουμε με τη διαφύλαξή της, όχι γιατί ο Θεός αγνοούσε αυτό που θα γινόταν, αλλά γιατί νομοθετούσε το αυτεξούσιο. Απατηθήκαμε, γιατί μας φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε την εντολή. Είμαστε αναγκασμένοι σε νηστεία, γιατί δε νηστεύσαμε, καθώς εξουσιασθήκαμε απ' το δένδρο της γνώσης. Γιατί ήταν παλιά η εντολή και σύγχρονη με μας, σαν κάποια διαπαιδαγώγηση της ψυχής και σωφρονισμό απ' τις απολαύσεις. Τη λάβαμε εύλογα, για να απολαύσουμε με την τήρησή της αυτό που χάσαμε με τη μη διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεό που σαρκώθηκε και πέθανε, για να ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, για να καθαρισθούμε. Αναστηθήκαμε μαζί Του, επειδή μαζί Του και νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, επειδή συναναστηθήκαμε.

Είναι πολλά μεν λοιπόν τα θαύματα της τότε εποχής: Θεός που σταυρώνεται, ήλιος που σκοτίζεται και πάλι ανατέλλει (γιατί έπρεπε και τα κτίσματα να συμπάσχουν με τον Κτίστη). Καταπέτασμα που σχίζεται, αίμα και νερό που χύνεται απ' την πλευρά (το μεν αίμα, γιατί ήταν άνθρωπος, το δε νερό γιατί ήταν πάνω απ' τον άνθρωπο). Γη, που σείεται, πέτρες που σχίζονται για χάρη της πέτρας (που είναι ο Χριστός), νεκροί που ανασταίνονται, ως επιβεβαίωση της τελευταίας και κοινής αναστάσεως. Τα σημεία δε στον τάφο, τα μετά τον τάφο, ποιος θα μπορούσε επάξια να τα υμνήσει; Τίποτε δε δεν υπάρχει σαν το θαύμα της σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αίματος αναπλάθουν τον κόσμο όλο και γίνονται σαν χυμός γάλακτος για όλους τους ανθρώπους, που συνδέουν και συνάγουν εμάς σε μια ενότητα.

Αλλ' ω Πάσχα, το μέγα και ιερό, που καθαρίζεις τον κόσμο όλο! Γιατί θα σου μιλήσω σαν κάτι έμψυχο. Ω Λόγε Θεού και φως και ζωή και σοφία και δύναμη! Γιατί χαίρομαι μ' όλα σου τα ονόματα! Ω γέννημα κι ορμή και σφραγίδα του μεγάλου νου! Ω Λόγε που νοείσαι κι άνθρωπε που φαίνεσαι, ο οποίος φέρεις τα πάντα προσδεδεμένα στο λόγο της δυνάμεώς σου! Τώρα μεν ας δεχθείς το λόγο αυτό, όχι ως απαρχή, αλλ' ως συμπλήρωση ίσως της δικιάς μας καρποφορίας, ευχαριστία το ίδιο κι ικεσία, για να μην κακοπάθουμε εμείς τίποτε περισσότερο πέρα απ' τους αναγκαίους κόπους κι ιερούς πόνους για τις εντολές σου, με τους οποίους ζήσαμε μέχρι τώρα. Κι ας σταματήσεις την εναντίον μας τυραννία του σώματος (βλέπεις. Κύριε, πόσο μεγάλη είναι και πόσο μας λυγίζει), ή την κρίση σου, αν θέλαμε να καθαρισθούμε από σένα. Αν δε τερματίσουμε άξια με τον πόθο μας και γίνουμε δεκτοί στις ουράνιες σκηνές, αμέσως κι εδώ θα σου προσφέρουμε θυσίες δεκτές στο άγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα και Λόγε και Πνεύμα άγιο. Γιατί σε σένα αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Η πραγματική ιστορία του Ιούδα

 




Καιρός να δούμε λοιπόν, τι ακριβώς έχουμε παραλάβει για τον Ιούδα από την επίσημη αρχαία Χριστιανική Παράδοση και τι αναφέρουν γι’ αυτόν τα ιερά Ευαγγέλια

Ο Ιούδας, γεννήθηκε στην Ισκαρία εξ’ ου και Ισκαριώτης, και ο πατέρας του λεγόταν Ρόβελ. Ένα βράδυ, αναφέρει η Παράδοση ( Βιβλίο Τριωδίου του Μεγάλου Συναξαριστή ), η γυναίκα του Ρόβελ, είδε ένα φοβερό όνειρο. Ξύπνησε τρομαγμένη από τον φόβο της. Και ενώ προσπαθούσε να την καθησυχάσει ο άνδρας της, αυτή τού είπε:

" Είδα στο όνειρό μου ότι θα μείνω έγκυος και το αγόρι που θα γεννήσω θα γίνει αιτία της καταστροφής του γένους των Εβραίων... "

Ο άνδρας της την περιγέλασε σαν ανόητη που πιστεύει σε όνειρα, ενώ αυτή προτίμησε να σωπάσει. Την ίδια νύκτα όμως έμεινε έγκυος. Γέννησε πράγματι αγόρι, αλλά φοβούμενη μήπως το όνειρο βγει πραγματικότητα, θέλησε να το σκοτώσει. Κρυφά από τον Ρόβελ έφτιαξε ένα καλάθι, το άλειψε με πίσσα και το έριξε στην θάλασσα της Γαλιλαίας, λέγοντας ψέματα στον άνδρα της για την τύχη του παιδιού. Το κιβώτιο αυτό παρασυρμένο από τους ανέμους έφθασε σε ένα μικρό νησάκι απέναντι της Ισκαρίας, που κατοικούσαν βοσκοί. Το βρήκαν οι βοσκοί και αρχικά το έτρεφαν από το γάλα των ζώων, μετά όμως το έδωσαν σε μια συγχωριανή τους να το θηλάζει, και το ονόμασαν Ιούδα, γιατί κατάλαβαν ότι προερχόταν από το γένος των Εβραίων.

Όταν άρχισε να περπατάει, πήραν το παιδί από το νησάκι και το έφεραν στην Ισκαρία. Κατά μία περίεργη σύμπτωση και ενώ έψαχναν ρωτώντας σε ποιους μπορούσαν να αφήσουν το παιδί, πέσανε επάνω στον Ρόβελ, στον πραγματικό του δηλαδή πατέρα, ο οποίος και το ανέλαβε μη γνωρίζοντας ότι ήταν το δικό του, χαμένο παιδί...

Ο Ιούδας, ήταν ένα πολύ όμορφο παιδί, και η μητέρα του το αγαπούσε υπερβολικά, σκεπτόμενη πάντα και το δικό της το παιδί που είχε παλαιότερα ρίξει στην θάλασσα. Στο μεταξύ γέννησε και δεύτερο παιδί ανατρέφοντας και τα δύο μαζί αλλά ο Ιούδας πονηρός εκ φύσεως και υπολογίζοντας στην διανομή της πατρικής περιουσίας έδερνε σε κάθε ευκαιρία το άλλο παιδί, προσπαθώντας να το ξεκάνει.

Η μητέρα τους συμβούλευε τον Ιούδα λέγοντάς του ότι από κοινού θα είναι μοιρασμένη η περιουσία των γονέων τους και να πάψη επί τέλους να κτυπάει άσπλαχνα τον αδελφό του. Μια μέρα όμως ο Ιούδας σαν μεγαλύτερος και δυνατότερος που ήταν, αφού σκότωσε τον αδελφό του κτυπώντας τον με μία πέτρα στα μηνίγγια, έφυγε για την Ιερουσαλήμ φοβούμενος την τιμωρία... Κλαίγοντας οι γονείς απαρηγόρητα που έχασαν έτσι και τα δύο παιδιά τους έπεσαν σε μεγάλη θλίψη. Εν τω μεταξύ ο Ιούδας, φιλάργυρος και πονηρός όπως ήταν, γνωρίστηκε στην Ιερουσαλήμ με τον βασιλιά Ηρώδη, ο οποίος εκτιμώντας την δύναμη και την ομορφιά του, όπως τότε οι βασιλείς συνήθιζαν για να διαλέγουν τους σωματοφύλακές τους, τον έβαλε φροντιστή και οικονόμο στο παλάτι του.

Μετά από λίγο καιρό λόγω ταραχών στην Ισκαρία, ο Ρόβελ παίρνοντας την γυναίκα του και τα υπάρχοντά του ήλθε και κατοίκησε στα Ιεροσόλυμα, όπου και αγόρασε ένα πλούσιο σπίτι κοντά στο παλάτι του Ηρώδη, χωρίς να γνωρίσουν τον Ιούδα αλλά ούτε και ο Ιούδας αυτούς.

Μια μέρα πρόσεξε ο Ιούδας ότι ο βασιλιάς Ηρώδης κοιτούσε τακτικά από το παράθυρο των ανακτόρων τους ωραίους κήπους του Ρόβελ. Με αυτή την αφορμή και θέλοντας να φανεί εξυπηρετικός στον Ηρώδη μπήκε στους κήπους αυτούς και αφού έκοψε τα ωραιότερα άνθη και τους καλύτερους καρπούς θέλησε να φύγει. Τον είδε ο Ρόβελ και του είπε: "Γιατί το έκανες αυτό; Αν ήθελες κάτι για τον βασιλέα μπορούσες να μου το ζητήσεις... "Αντί άλλης απαντήσεως ο Ιούδας, κακότροπος όπωςήταν, και αφού βεβαιώθηκε ότι ήσαν μόνοι τους, άρπαξε μία πέτρα και σκότωσε τον πατέρα του όπως είχε σκοτώσει και τον αδελφό του, ενημερώνοντας και τον Ηρώδη για το συμβάν ο οποίος και τον κάλυψε, για να μη μαθευτεί στον κόσμο και εκτεθεί το παλάτι...

Θέλοντας ο Ηρώδης, άπληστος όπως ήταν, να αρπάξει τα ωραία κτήματα του Ρόβελ που συνόρευαν με τα δικά του, πίεσε τον Ιούδα να παντρευτεί την χήρα του φονευθέντος, δηλαδή την μητέρα του, πράγμα που έγινε. Ο Ιούδας, έζησε αρκετά χρόνια σαν σύζυγος της χήρας Ρόβελ, κάνοντας και παιδιά μαζί της!!!

Κάποια μέρα, βρίσκοντας την χήρα να κλαίει ενθυμούμενη τα όσα κακά την είχαν μέχρι τότε συναντήσει, και ρωτώντας την τι της συμβαίνει, αυτή άρχισε να του εξιστορεί λεπτομερώς την ζωή της. Ο Ιούδας, έχοντας μάθει από τους βοσκούς, το πως τον είχαν μαζέψει από την θάλασσα, μέσα στο καλαθάκι με την πίσσα, κατάλαβε ότι η χήρα ήταν η μητέρα του, και της είπε: "Εγώ είμαι ο υιός σου, που τον είχες ρίξει παλαιότερα στην θάλασσα, και εγώ σκότωσα τον αδελφό μου και τον πατέρα μου..." Ακούγοντας όλα αυτά η μητέρα του και μάλιστα ότι είχε πέσει και σε αιμομιξία και τεκνογονία με το παιδί της, κτυπιόταν με θρήνους για το κατάντημά της λέγοντας στον Ιούδα να φύγει από εμπρός της και να μη τον ξαναδούν τα μάτια της... Από το γεγονός αυτό και μετά, συναισθανόμενος ο Ιούδας το βάθος των εγκληματικών του πράξεων, και ακούγοντας ότι κάποιος σπουδαίος διδάσκαλος, ο Χριστός, έχει εμφανιστεί στα μέρη της Γαλιλαίας καλώντας τους αμαρτωλούς σε μετάνοια, πήγε σε Αυτόν θέλοντας να σώσει την ψυχή του.

Ο Χριστός, σαν εύσπλαχνος προς όλους τους αμαρτωλούς, τον δέχθηκε μαθητή του, δίνοντάς του μάλιστα και την διαχείριση των χρημάτων του ταμείου της ελεημοσύνης που ήταν απαραίτητα για την συντήρηση όλων των μαθητών και του λαού που ακολουθούσε... Ο Ιούδας όμως, παρ’ όλο που έβλεπε αλλά και έκανε κι’ αυτός θαύματα επικαλούμενος το όνομα του Χριστού όπως και οι άλλοι Απόστολοι, εν τούτοις συνέχιζε τις παλαιές κακίες του κλέβοντας το ταμείο... Αποκορύφωμα αυτής της κακίας του ήταν να κλείσει συμφωνία με τους αρχιερείς και να πουλήσει τον ίδιο τον διδάσκαλό του στην εξευτελιστική τιμή των 30 αργυρίων, που ήταν τότε μία συνηθισμένη τιμή στα σκλαβοπάζαρα ανθρώπων, παρ’ όλο που ο Χριστός έφθασε στο σημείο να του πλύνει και τα πόδια, θέλοντας να τον φέρει σε συναίσθηση της βαρύτατης πράξης της προδοσίας.

Γιατί ο Χριστός, σαν Θεάνθρωπος που είναι, προγνώριζε ( αλλά δεν προόριζε...) από την πρώτη στιγμή που είδε τον Ιούδα ότι αυτός ήταν ο άνθρωπος που θα τον πρόδιδε όπως από αρχαιοτάτων χρόνων μιλούσαν οι προφητείες. Και οι προφητείες μιλούσαν όχι μόνο για την παρουσία του Ιούδα, αλλά και για όσα όλα πρόσωπα θα έπαιζαν ρόλο στο Θείο Δράμα.

Τα γνώριζε σαν Θεός, αλλά δεν τα κατεύθυνε.

Γιατί αν τα κατεύθυνε, παραβιάζοντας την ελευθερία βουλήσεώς τους, τότε τα πρόσωπα αυτά ( και ο Ιούδας βεβαίως ), δεν θα είχαν και καμία ευθύνη.

Γνώριζε ακόμη, σαν Θεός Πανταχού Παρών, και όλες τις μυστικές συμφωνίες και συζητήσεις που έκανε ο Ιούδας με τους τότε Αρχιερείς, πίσω από την πλάτη Του...

Ο Ιούδας προφανώς υπολόγιζε, ότι τελικώς ο Χριστός θα διαφύγει από τους εχθρούς του παρ’ όλη την δική του προδοσία, όπως και άλλες φορές είχε και στο παρελθόν γίνει. Όταν όμως είδε ότι καταδικάσθηκε σε θάνατο, μεταμελήθηκε μεν για ότι έκανε αλλά δεν μετανόησε ειλικρινά, φθάνοντας και στην συγγνώμη. Πέταξε βέβαια τα αργύρια στους αρχιερείς αλλά "...απελθών απήγξατο" ( κρεμάστηκε...), σημειώνεται στα Ευαγγέλια.

Υπάρχει ακόμη η αντίληψη, στην αρχαία Χριστιανική γραμματεία, ότι η αυτοκτονία του Ιούδα έγινε και από πονηριά, ώστε να προλάβει ο Ιούδας να μπει στον Παράδεισο πριν τον θάνατο του Χριστού.

Γιατί όπως είχε ακούσει, στα χρόνια της τριετούς διδασκαλίας του Χριστού, θα κατέβαινε ο Χριστός στον Άδη για να κηρύξει και εκεί στις ψυχές των νεκρών, και να σωθούν όσες από αυτές πίστευαν. Έπρεπε λοιπόν να προλάβει, να βρίσκεται μεταξύ αυτών, των προς σωτηρία ψυχών, πριν πεθάνει ο Χριστός και όσο διαρκούσε ακόμη η εποχή της Παλαιάς Διαθήκης...

Όμως η πονηρία του αυτή πήγε χαμένη γιατί έσπασε το σχοινί, και "πρηνής γενόμενος ελάκησε μέσος, και εξεχύθη πάντα τα σπλάχνα αυτού..." όπως σημειώνεται από τον Ευαγγελιστή Λουκά ( Πράξεις των Αποστόλων – α’ 18). Του χύθηκαν δηλαδή έξω τα έντερα και ψυχορραγώντας μερικές ώρες άργησε να καταλήξει, πεθαίνοντας έτσι μετά τον Χριστό, και πηγαίνοντας στην αιώνια Κόλαση της Καινής Διαθήκης και όχι στον Άδη της Παλαιάς, όπως πονηρά υπολόγιζε...

Αυτή είναι εν συντομία η ιστορία του προδότη Ιούδα για τον οποίον ο Χριστός, προδικάζοντας το αιώνιο μέλλον του, είπε εκείνα τα βαρυσήμαντα λόγια, ότι: "ουαί (και αλλοίμονο) δε τω ανθρώπω εκείνω, δι’ ού ό υιός τού ανθρώπου παραδίδοται. Καλόν ήν αυτώ, εί ούκ εγεννήθη ( να μη είχε γεννηθεί ) ό άνθρωπος εκείνος..." (κατά Μάρκο ιδ’ 21).

Η προσπάθεια που γίνεται λοιπόν τελευταία να βγάλουν τα αναθέματα της προδοσίας του Ιούδα, ξεκινάει όχι γιατί τους έπιασε η αγάπη τώρα για τον Ιούδα, αλλά από μία κακή "εκκλησιαστική διπλωματία" της Δυτικής εκκλησίας, για την δημιουργία "προγεφυρώματος συνεργασίας" με τον Ιουδαϊσμό, και αφού στην αρχή διέγραψαν από τους ύμνους, τα "περί ανόμων Ιουδαίων και Εβραίων" επιλεγόμενα.

 +Μητροπολίτης Ολύμπου Μιχαήλ

ΤΟ ΠΛΕΓΜΑ ΨΥΧΩΤΙΚΟΥ ΑΓΧΟΥΣ ΤΟΥ ΗΡΩΔΗ

      

Γράφει ο Αντώνης Ιακ. Ελευθεριάδης Δρ. Φιλολογίας και Θεολόγος
E-Mail: aelef@acci.gr
Site: http://www.eleftheriadis.edu.gr
Θα συμφωνούσατε πως τα ερωτικά σκάνδαλα δεν απασχολούν μόνο την σημερινή επικαιρότητα. Υπήρχαν και στην ελληνική και σε πολλές άλλες κοινωνίες του παρελθόντος.
Να θυμηθούμε, για παράδειγμα, τον βασιλιά Δαβίδ, τον προπάτορα του Χριστού, που δόλια υπέκλεψε την όμορφη Βηρσαβεέ, σύζυγο του στρατηγού Ουρία, τον οποίο έστειλε σε βέβαιο θάνατο στον πόλεμο με τους Αμμωνίτες. Τότε βρέθηκε ο θαρραλέος προφήτης Νάθαν ο οποίος τον επιτίμησε δημόσια γι’ αυτή την εγκληματική του ενέργεια. Αλλά εξίσου είναι γνωστή και η σεξουαλική παρεκτροπή του βασιλιά Ηρώδη του Αντίπα, που χώρισε τη νόμιμη γυναίκα του για να νυμφευθεί τη γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Ποιος δεν ξέρει την Ηρωδιάδα και την κόρη της Σαλώμη, για τα όμορφα μάτια της οποίας και τα καπρίτσια της μάνας της αποκεφάλισε ο Αντίπας τον ανένδοτο ελεγκτή της ανακτορικής φαυλότητας Ιωάννη Βαπτιστή; Με την ευκαιρία της Σύναξης του Ιωάννου Βαπτιστή που η Εκκλησία μας εοτάζει την 7η Ιανουαρίου, ας εξετάσουμε από την συγκλονιστική αυτή ιστορία του τιμίου Προδρόμου μια πλευρά που αναφέρεται στον κρίσιμο ρόλο που έπαιξε το ψυχωτικό άγχος στον Ηρώδη Αντίπα, του οποίου το έγκλημα του αποκεφαλισμού του Ιωάννη Βαπτιστή τον ακολουθούσε ως εφιαλτική σκιά σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Λίγο ως πολύ η ιστορία του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου είναι σε όλους μας γνωστή. Και οι τέσσερις ευαγγελιστές συμφωνούν στην ίδια παράδοση ότι η ιστορία της λυτρωτικής διακονίας στον κόσμο του Ιησού αρχίζει με την είσοδο στη σκηνή του Ιωάννη Βαπτιστή.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λουκά (στο 3ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του), ο Ιωάννης κατά το παράδειγμα πολλών αγίων ανδρών όπως ο Ηλίας (Γ΄Βασ.19:1-9) μετέβη στην έρημο, όπου καλλιεργήθηκε, καταρτίσθηκε και ανδρώθηκε πνευματικά Μετά, κατόπιν εντολής του Κυρίου, έρχεται από την έρημο όπου ζούσε, -κατά το δέκατο πέμπτο έτος της αυτοκρατορίας του Τιβερίου Καίσαρα, όταν ηγεμών της Ιουδαίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος και τετράρχης της Γαλιλαίας ο Ηρώδης Αντίπας- στην περιοχή του Ιορδάνη ποταμού, κοντά μάλιστα στο Μοναστήρι των Εσσαίων, κηρύσσοντας προς το λαό του Ισραήλ και προτρέποντάς τους να βαπτισθούν βάπτισμα μετανοίας για να πάρουν εντός ολίγου άφεση αμαρτιών που θα τους έδινε ο Μεσσίας. Αυτή είναι η καλύτερη ηθική προετοιμασία κάθε ανθρώπου καλής θέλησης, προκειμένου να δει και να απολαύσει τη Σωτηρία που στέλνει ο Θεός. Δεν αρκούν τα λόγια, χρειάζονται να γίνουν έργα αγαθά, άξια και σύμφωνα με την μετάνοιά σας, δίδασκε ο Πρόδρομος. Όποιος δεν παράγει καλό καρπό σαν ένα δέντρο που έχει ξεραμένες ρίζες κόβεται και ξεριζώνεται και ρίχνεται στη φωτιά. Στο ερώτημα του πλήθους τι να κάνουν για να σωθούν από την οργή του Θεού εκείνος τους απαντούσε και τους έλεγε: «αυτός που έχει δύο χιτώνες, ας δώσει τον ένα σε κείνον που δεν έχει, και εκείνος που έχει τροφές ας κάμει το ίδιο». Στους τελώνες που ήρθαν να βαπτιστούν είπε: «μην εισπράττετε τίποτε παραπάνω από ό,τι έχει ορισθεί από το νόμο». Στους στρατιώτες που τον ρωτούσαν τι να κάνουν, ο Ιωάννης τούς απάντησε ως εξής: «κανέναν να μην συκοφαντήσετε, κανέναν να μην εκφοβίσετε με απειλές για να τους αποσπάσετε χρήματα και να αρκείσθε στο μισθό σας». Αυτά όλα που έλεγε έδιναν την εντύπωση στον κόσμο που τον ακολουθούσε πως αυτός ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας. Κι εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε «εγώ μεν ύδατι βαπτίζω υμάς. Έρχεται δε ο ισχυρότερός μου, ου (=του οποίου) ουκ ειμί ικανός λύσαι τον ιμάντα των υποδημάτων αυτού». Έτσι, ο Πρόδρομος του Χριστού έφερε στην ανθρωπότητα το «ευαγγέλιον», το χαρμόσυνο δηλαδή μήνυμα της ελεύσεως του Χριστού. Και στη νέα περίοδο της ζωής του έζησε βίο εκούσιων στερήσεων και θεληματικής πτωχείας. Όταν αργότερα ο Ιησούς θα μακαρίσει τους πτωχούς υποσχόμενος σε αυτούς τη Βασιλεία των Ουρανών ίσως να έχει υπόψη του και την περίπτωση του τιμίου Προδρόμου. Την καταπληκτική απλότητα, την πτωχεία και το ασκητικό του Ιωάννη χαρακτήρα παρουσιάζει ο Ματθαίος (3:19), όταν λέει ότι είχε το ένδυμά του φτιαγμένο από τρίχες καμήλας και ζώνη δερμάτινη στη μέση του. Και η τροφή του ήταν ακρίδες και μέλι άγριο. Αυτός ο Πρόδρομος που ονομάστηκε ο τελευταίος των Προφητών του Παλαιού Κόσμου δεν κήρυττε μόνο μετάνοια και βάπτιζε αυτούς που προσέρχονταν σε εκείνον, αλλά με παρρησία ήλεγχε τους καταπατητές των εντολών του Θεού, οποιοιδήποτε ήταν αυτοί. Δεν δείλιασε μάλιστα να ελέγξει και αυτόν το βασιλικό οίκο, των ανήθικων τυραννίσκων της οικογένειας των Ηρωδών, λέγοντας τα εξής εκπληκτικά λόγια: «ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου» (=δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου). Ο Ηρώδης αυτός, υποσχέθηκε με όρκο στη θυγατέρα της Ηρωδιάδας, η οποία «ωρχίσατο» (=χόρεψε) στη γιορτή των γενεθλίων του, ότι θα της έδινε ό,τι του ζητούσε. Αυτή λοιπόν με την προτροπή της παμπόνηρης μάνας της ζήτησε να της φέρουν επί τόπου και «επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού». Ο Ιωάννης είχε στο μεταξύ φυλακιστεί και έτσι ήταν ευχερής η εκτέλεση του φρικτού εγκλήματος, εφόσον το θύμα ήταν ήδη δέσμιο. Έτσι, ο Ιωάννης βαπτίσθηκε στο αίμα του μαρτυρίου (Ματθαίος, 14:3-12).
Να δούμε τώρα μερικά στοιχεία από την προσωπικότητα του μοιραίου άνδρα που είχε το θλιβερό «προνόμιο» να αποδείξει στον κόσμο έως πού μπορεί να φτάσει η αλαζονεία της εξουσίας. Ο Ηρώδης Αντίπας ήταν γιος του Ηρώδη του Μεγάλου. Στα Ευαγγέλια αναφέρεται ως τετράρχης αλλά και ως βασιλεύς. Μετά το θάνατο του πατέρα του είχε λάβει τις τετραρχίες της Γαλιλαίας και της Περαίας. Είχε πολλά κοινά με τον πατέρα του, τον οποίο μιμήθηκε τόσο στην σκληρότητά του όσον και τον έκλυτο βίο του. Στην αρχή νυμφεύθηκε την κόρη του πανίσχυρου βασιλιά της Αραβίας, Αρέτα Δ΄, ύστερα από λίγο την εγκαταλείπει, λόγω του ερωτικού συνδέσμου που είχε εν τω μεταξύ δημιουργήσει με την ανηψιά του, Ηρωδιάδα, η οποία ήταν σύζυγος του αδελφού του Φιλίππου. Η Ηρωδιάδα είχε θείο τόσο τον πρώτο της άνδρα Φίλιππο όσο και τον Αντίπα. Μια λοιπόν οικογένεια τέτοιας ηθικής ποιότητας δεν μπορούσε να ανεχθεί τους προφητικούς ελέγχους του Ιωάννη Προδρόμου (Ματθαίος, 14:4). Τον Ιωάννη φυλάκισε ο Αντίπας, τον οποίο μετέπειτα, με τα πανούργα σχέδια της Ηρωδιάδας που δεν μπορούσε να υποφέρει τον βαρύ έλεγχο του Βαπτιστή και κατόπιν του χορού της Σαλώμης, αποκεφάλισε.

Μέχρις εδώ έχουμε να κάνουμε με την κλασική περίπτωση ενός άνδρα που φοβάται ακόμα και τη σκιά του. Ξέρει το ολίσθημά του που τεχνητά θέλει να ξεχάσει. Στη ζωή του Αντίπα κυριαρχούν τα χαρακτηριστικά των αγχωτικών καταστάσεων, τα αισθήματα του φόβου, της έντασης και του τρόμου, μπροστά στο ενδεχόμενο να ξανακούσει εκείνο το «ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου…». Δεν πέρασαν πολλά χρόνια από την αποκεφάλιση του Προδρόμου, και να, βγήκε η φήμη ότι στο πρόσωπο του δραστήριου Ιησού έχει αναβιώσει ο Ιωάννης Βαπτιστής. Η εγκληματική εφιαλτική ψύχωση που τον κατατρύχει παρουσιάζει τον Πρόδρομο να έχει αναστηθεί από τους νεκρούς και να έχει μπει στο σώμα του Ιησού. Τρέμει με αυτήν την ιδέα. Η λογική τον έχει αφήσει. Αμφισβητεί την πληροφορία που ασφαλώς θα είχε λάβει από την «Ιωάννα, γυναίκα Χουζά επιτρόπου Ηρώδου», μια γυναίκα από εκείνες που θεράπευσε ο Ιησούς. Την εφιαλτική ψύχωση του Ηρώδη από την φήμη περί Ιησού φανερώνουν τα εξής λόγια του : «Ιωάννην εγώ απεκεφάλισα. Τις έστιν ούτος περί ού ακούω τοιαύτα;» (Λουκάς, 9:9αβ), «ον εγώ απεκεφάλισα Ιωάννην, ούτος ηγέρθη» ((Μάρκος, 6:16). «Και εζήτει ιδείν αυτόν» (Λουκάς, 9:9γ). Στον ψυχικό του κόσμο λειτουργεί το εξοντωτικό σύνδρομο ενάντια στον Ιησού, ο οποίος συνειδητά και δημόσια χαρακτήρισε τον Ηρώδη «αλώπεκα», και του δήλωσε ανοικτά και θαρραλέα ότι συνεχίζει τη δυναμική του δράση. Διακρίνουμε ένα αίσθημα ικανοποίησης και ηδονής, όταν από τη θέση του ηγεμόνα-δικαστή αντίκρυσε τον Ιησού: «ήν γαρ θέλων εξ ικανού ιδείν αυτόν, διά το ακούειν πολλά περί αυτού. Και ήλπιζέ τι σημείον ιδείν υπ’ αυτού γινόμενον» ((Λουκάς, 23:8). Φαντάζεσθε έναν κριτή να έχει απέναντί του ένα υπόδικο και αντί να εξετάζει το κατηγορητήριο αρκείται στο να ικανοποιεί την περιέργειά του αν τελικά ο Ιησούς είναι η μετενσάρκωση του Βαπτιστή. Τι κι αν συνοδεύεται από τόσους αξιωματούχους Εβραίους που επιζητούν την παραπομπή του κατηγορουμένου στα Μεγάλα Δικαστήρια! Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να μάθει ποιος είναι, ποια είναι η καταγωγή του, ποιο είναι το έργο του και η αποστολή του. Κι όμως, ο Ιησούς σιωπά, ουδέν αποκρίνεται στις αλλεπάλληλες ερωτήσεις του. Δέστε τον, έχει γίνει έξω φρενών, η σιγή του Χριστού γιγαντώνει το άγχος του, ανακινεί τους εφιάλτες του και αφυπνίζει το φονικό του μένος. Αυτήν την δυσάρεστη συγκινησιακή κατάσταση εκμεταλλεύονται οι αρχιερείς και οι γραμματείς που άρχισαν «ευτόνως» να κατηγορούν τον Ιησού, εκβιάζοντας έτσι τον Ηρώδη να αφήσει τις μη δικανικές ερωτήσεις και να μπει στην ουσία των κατηγοριών. Πού όμως διάθεση και ψυχραιμία για να ανακρίνει ο Αντίπας και να δικάσει! Έξαλλος, τώρα, μαζί με τους στρατιώτες της φρουράς του, εκτρέπεται σε εξευτελισμό και εξουθένωση του Ιησού, κάτι που ήταν υποσυνείδητη αντίδραση του αγχώδους πλέγματος συναισθημάτων φόβου και μίσους κατά του δυναμικού Ιησού Χριστού και του εφιαλτικού φάσματος του «αιμάσσοντα» Προδρόμου!