Ὁ ὑψιστάριος Γρηγόριος. Οἱ γονεῖς καὶ τὰ παιδικὰ ἔτη
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος
Ὁ ὑψιστάριος Γρηγόριος
Οἱ φλόγες ὑψώνοντας δύο καί τρία μέτρα. Στό ξέφωτο ἐκεῖνο τοῦ βουνοῦ
εἴχανε μαζευτεῖ ἐκλεκτοί Ὑψιστάριοι. Μόλις ἡ μεγάλη φωτιά δυνάμωσε καί
οἱ φλόγες στήθηκαν ἀγέρωχες, τά πρόσωπα πλησίασαν. Ὁ Γρηγόριος ἅπλωσε
ὁριζόντια τά χέρια του, λές καί θ’ ἀγκάλιαζε ὅλη τή φωτιά νά τήν
κρατήσει στό στῆθος του.
Τά μάτια του, πλάνα πρός τίς φλόγες, γέμιζαν πῦρ κι ἔχαναν τή λάμψη
τους. Τό κορμί του, λιγνό καί ψηλό, ἔμενε ἀκίνητο, ἀλλά διέκρινε σ’ αὐτό
κανείς μιάν ἀστάθεια. Τό πρόσωπό του μακρόστενο κι εὐγενικό, εἶχε
ἀκαθόριστη ἀβεβαιότητα, πού φαινότανε ξεκάθαρη στά μάτια.
Ἔμεινε ’κεῖ στὸ βουνό πολύ ὥρα. Εἶπε δικά του λόγια νά τιμήσει τό
ὕψιστο ὄν. Γι’ αὐτό βρισκότανε ’κει, μ’ ἐπικεφαλῆς τὸν Γρηγόριο, οἱ
Ὑψιστάριοι τῆς Ναζιανζοῦ. Δέν ἤσανε πολλοί, ἀλλ’ ἀποτελοῦσαν ἀξιόλογη
δύναμη στήν πόλη.
Στήν Καππαδοκία, σέ ὅλη τή Μικρασία καί τή Μέση Ἀνατολή προπαντός,
ὑπήρχανε σκόρπιες ὁμάδες Ὑψισταρίων, γιά τούς ὁποίους δέν ἔχουμε πολλές
πληροφορίε. Δέν εἶχανε αὐστηρό τελετουργικό τυπικό. Οὔτε ὀργάνωση καί
ἱερεῖς. Ἤσανε μορφωμένοι ἄνθρωποι, πού βρεθήκανε ἀπό παλιά μεταξύ τῶν
πολλῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν καί τοῦ ἰουδαϊσμοῦ μέ τό τελετουργικό
τυπικό καί τίς ἀναρίθμητες διατάξεις. Ἀηδιασμένοι κι ἀπό τά δύο,
ἀπορρίψανε τίς θυσίες στά εἴδωλα καί τίς τυπικές ἰουδαϊκές διατάξεις.
Εἶπαν:
-Ἐμεῖς θά τιμᾶμε τό Ὕψιστο ὄν, γιά τό ὁποῖο μιλᾶνε ὅλοι. Θά τηροῦμε
τό Σάββατο καί λίγες νηστεῖς καί θά’ χουμε τό πῦρ νά συμβολίζει τό
Ὕψιστο ὄν. Τίποτε ἄλλο, αὐτά μόνο ἀρκοῦν. Οὔτε θυσίες, οὔτ’ ἐξιλασμοί,
οὔτε πατέρας δημιουργός.
Νά ποιά ἤτανε ἡ πίστη τοῦ Γρηγορίου (τοῦ πατέρα τοῦ Γρηγορίου
Θεολόγου), πού γεννήθηκε στήν πόλη Ναζιανζό ἤ στὸ χωρίο Ἀριανζό τῆς
Καππαδοκίας, περίπου τό 275 ἤ λίγο μετά. Στήν οἰκογένειά του ἀνήκανε
μεγάλες ἐκτάσεις γῆς, τήν ὁποία δουλεύανε πολλοί σκλάβοι. Σπίτια,
ὑποζύγια, ἅμαξες… ὅλα πολλά καί πλούσια. Τά μέλη τῆς οἰκογένειας ἤτανε
μέλη τῆς τοπικῆς ἀριστοκρατίας, πού ζοῦσε μέ ἄφθονα ἀγαθά καί χλιδή. Ἡ
ρωμαϊκή αὐτοκρατορία τούς τιμοῦσε καί τούς ἀνέθετε ὑψηλά διοικητικά καί
πολιτικά ἀξιώματα.
Ἕνα τέτοιο ἀξίωμα, μᾶλλον συγκλητικοῦ, εἶχε καί ὁ Γρηγόριος. Τό
ἀξίωμα τόν ἔκανε πρῶτο στήν πόλη καί στήν περιοχή. Μέ ὅλ’ αὐτά ὁ
Γρηγόριος εἶχε αὐξημένο τό αἴσθημα τῆς τιμιότητας, τῆς ἀξιοπρέπειας.
Ἦταν συνετός καί συγκρατημένος. Ἡ ἐξουσία δέν τόν ἔκανε τυραννικό καί
ὑπερφίαλο. Ἡ δύναμη καί τά χρήματα δέν τόν σαγήνεψαν. Δέν τά
ἐκμεταλλεύτηκε γιά νά μεγαλώσει τήν περιουσία του οὔτε κατά μία δραχμή.
Στήν πόλη τόν σεβάστηκαν ὅλοι καί τό κῦρος του ἤτανε μεγάλο. Χαρά,
λοιπόν, στή γυναῖκα πού θά στεκόταν δίπλα του. Λίγο μυαλό καί
ἀξιοπρέπεια νά εἶχε καί θά γινότανε ἠ κυρά τῆς Ναζιανζοῦ, πρώτη
ἀρχόντισσα, εὐχαριστημένη μέ τό παραπάνω. Καί ἦρθε ἡ ὥρα, πού δίπλα του
στάθηκε μιά ὡραία κι εὐγενική κοπέλλα.
Στίς ἀρχές τοῦ Δ΄ αἰώνα, μεταξύ 300 καί 310, ὁ ὑψιστάριος Γρηγόριος
παντρεύτηκε τήν ὄμορφη Νόννα, πού ἦταν χριστιανή. Πῶς καί μέ ποιά
λογική ἔγινε ὁ γάμος τοῦτος δέ γνωρίζουμε. Ἡ ὄμορφη Νόννα ἦταν ἀπό
οἰκογένεια χριστιανική. Χριστιανική ἀπό παλιά καί μέ παράδοση γνήσια
ὀρθόδοξη. Οἱ παπποῦδες της εἴχανε γνωρίσει τούς φοβερούς διωγμούς τῶν
Ρωμαίων αὐτοκρατόρων καί μάλιστα τοῦ Δεκίου (248-51). Οἱ γονεῖς της καί
ἡ ἴδια γνωρίσανε τούς διωγμούς τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (285-305).
Ἀντέξανε τούς κατατρεγμούς, τίς διώξεις, τά βασανιστήρια. Καί κράτησαν
τήν πίστη στό Χριστό, συνέχισαν τό δύσκολο δρόμο τῆς Ἐκκλησίας. Καί νά
πού τώρα, ἡ χριστιανή Νόννα δέχεται νά γίνει γυναίκα τοῦ Γρηγορίου,
ὡραίου καί πλούσιου ἄρχοντα, πού ὅμως ζεῖ στήν πλάνη, ἔξω ἀπό τήν
Ἐκκλησία.