Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 8ο, στίχοι 41 ἕως 56,
Αὐτή ἡ εὐαγγελική περικοπή, ὅπως καί κάθε εὐαγγελική περικοπή, δέν μπορεῖ νά ἑρμηνευθεῖ ἄν ἁπλῶς τήν καταλάβουμε ἐξωτερικά. Χρειάζεται πάντα μιά βαθύτερη προοπτική πού ἔχει δύο πτυχές.
Εἶναι ἡ θεολογική προσέγγιση τοῦ κειμένου, ἡ ἑρμηνεία -μή σᾶς φοβίζει ἡ λέξη- καί ταυτόχρονα, μετά ἀπό τή θεολογική προσέγγιση, χρειάζεται πῶς ἡ καρδιά μας θά ἑρμηνεύσει, θά κάνει πράξη δηλαδή, αὐτό τό ὁποῖο μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ θεολογική προσέγγιση.
Γιά νά δοῦμε αὐτή τήν περικοπή, πού εἶναι κατανοητή ἐξωτερικά, διότι θαύματα συμβαίνουν παράλληλα ἀπό τόν Χριστό -Χριστός ἦταν, θαύματα ἔκανε, θά ἔλεγε κάποιος- νά [τήν] προσεγγίσουμε θεολογικά πρῶτα ἐξωτερικά. Τί σημαίνει «ἐξωτερικά»; Ἔχουμε δύο διηγήσεις ταυτόχρονα. Αὐτό συνήθως δέν συμβαίνει στίς περικοπές πού οἱ Πατέρες ἐπέλεξαν νά ἀναγιγνώσκονται. Διαβάζουμε περικοπές πού σχεδόν ἔχουν μιά δική τους αὐτοτέλεια. Ἡ περικοπή τοῦ Φαρισαίου καί τοῦ Τελώνου, τοῦ Ἀσώτου ἔχουν ἕνα κεντρικό περιεχόμενο. Σέ ὅλο τό Εὐαγγέλιο [ἔτσι] εἶναι. Παίρνουν οἱ Πατέρες πού ἔτσι ἔταξαν τά πράγματα καί βάζουν τίς περικοπές γιά νά κατανοεῖ ὁ λαός ἕνα γεγονός. Ἐδῶ ὅμως, κατ᾿ ἐξαίρεση ἀπ᾿ ὅ,τι φαίνεται, διαλέγουν ἕνα διπλό γεγονός, διαφορετικά γεγονότα. Γιατί αὐτό γίνεται; Αὐτό πού ρωτᾶμε τώρα, θά ἑρμηνεύσει πολύ τήν περικοπή.

Ἔχουμε λοιπόν δύο διηγήσεις. Θά ἔλεγε κανείς, τί κοινό ἔχουν αὐτές οἱ διηγήσεις; Πάντα κέντρο τους εἶναι ὁ Χριστός. Τό ἄλλο κοινό εἶναι πού γίνονται δύο θαύματα· καί αὐτό κοινό. Τό ἑπόμενο κοινό στοιχεῖο πού πραγματικά ἀρχίζει νά μᾶς βάζει στά πιό βαθιά νερά, εἶναι πώς καί τά δύο γεγονότα τοῦ θαύματος λειτουργοῦν μέσα ἀπό τήν πίστη κάποιων προσώπων: τῆς αἱμορροούσης γυναικός καί τοῦ Ἰαείρου, τοῦ πατρός τῆς ἀσθενούσης κόρης. Ἄρα, βλέπετε, ἐξωτερικά μελετώντας τήν περικοπή, λέμε: «ἄ, εἶναι ἡ πίστη ἐδῶ· κάτι συμβαίνει μέ τήν πίστη» καί θά ρωτήσετε καί θά πεῖτε: Δηλαδή τό γεγονός τῆς πίστης, πού εἶναι ἕνα γεγονός πολύ βαθύ, πολύ καρδιακό, πολύ ἐσωτερικό, μπορεῖ νά προσεγγιστεῖ καί νά ἑρμηνευθεῖ; Θά λέγαμε, κατά κάποιον τρόπο, ναί – ὄχι ἀπόλυτα. Τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ ποτέ δέν μπορεῖς νά τό ψαύσεις καί νά τό ἑρμηνεύσεις πλήρως, ἀλλά μέσα στήν ἀγάπη Του ὁ Θεός μᾶς ἐπιτρέπει, μέσα ἀπό στοιχεῖα πρωτογενῆ καί ἐξωτερικά, νά καταλάβουμε καί ἀπό αὐτό τό γεγονός κάτι. Αὐτό θά κάνουμε τώρα προσπαθώντας λίγο, στοιχειωδῶς, ὅσο τό ἐπιτρέπει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, νά δοῦμε πῶς αὐτό τό κείμενο ὁρίζει -ὄχι ἀπόλυτα, ἀλλά μέ σχετικό τρόπο, κατά τά μέτρα τά ἀνθρώπινα- τήν πίστη, γιατί εἶναι δύο γεγονότα πίστεως.
Καί τώρα μπαίνουμε στήν πιό βαθιά θεολογία τοῦ κειμένου. Καί οἱ δύο αὐτοί ἄνθρωποι, καί ἡ γυναίκα ἡ αἱμορροοῦσα καί ὁ Ἰάειρος, ἔχουν δύο γεγονότα κοινά πάλι. Ἔρχεται πρῶτα ὁ Ἰάειρος, λέει, καί «πεσών παρά τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ» (κάνει μιά βαθιά ὑπόκλιση, μετάνοια, ἔπεσε στά πόδια Του). Ἡ γυναίκα ἡ αἱμορροοῦσα καί αὐτή «προσπεσοῦσα αὐτῷ», βλέπετε τά κοινά ρήματα. Ἄρα ἐδῶ κάτι συμβαίνει. Αὐτοί μέσα σέ ὅλη τήν προβληματική τοῦ κόσμου, μέσα στά πολυποίκιλα, πολύπτυχα θέματα τοῦ κόσμου, τῆς ζωῆς μας, ἕνα σωρό πράγματα κάνουμε, ὅλα χωρίς νά τά ἀκυρώσουν ἤ νά τά ἀναιρέσουν, τά ἀφήνουν πίσω καί ἔχουν μιά προοπτική. Τό «προσέπεσε» δέν εἶναι ἁπλῶς πῆγε, τοῦ ἔκανε ἕνα αἴτημα καί λέει «ἄν γίνει, ἔγινε κι ἄν δέν γίνει, δέν ἔγινε». «Προσέπεσε» σημαίνει μιά πολύ βαθιά τάση, ὅτι ἐκεῖ τά δίνει ὅλα. Χωρίς νά καταργήσει ὅ,τι ἔχει στή ζωή του, ἀλλά ἐκεῖ τά δίνει ὅλα. Εἶναι ἡ αἰχμή τοῦ δόρατος, θά λέγαμε. Αὐτό τό ρῆμα εἶναι καίριο σ᾿ αὐτήν τήν περικοπή, γιά νά περιγράψουμε, καθ᾿ ἅ δυνάμεθα, τό γεγονός τῆς πίστεως καί, προσέξτε, ἡ ἑρμηνεία γίνεται γιά μᾶς στό τέλος, γιά νά ὠφεληθοῦμε βαθύτατα πνευματικά.
Ἄρα ἐδῶ ὑπάρχει μιά αἰχμή τοῦ δόρατος, πού εἶναι αὐτή ἡ κίνηση πού δέν εἶναι πιά μιά κίνηση ἐξωτερική. Σημαίνει πού γίνεται μέ τό σῶμα, «προσέπεσεν», ἀλλά ταυτόχρονα ἔχουν κλίνει, ἔχουν προσπέσει δηλαδή, ὅλα τά μεγέθη τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου. Προσέπεσε τό σῶμα καί ταυτόχρονα -λένε οἱ Πατέρες, οἱ ἑρμηνευτές- «ἔκλιναν τήν ψυχή καί τήν καρδίαν αὐτῶν», «κλίνας τό σῶμα καί τήν ψυχήν»· ὑπάρχουν προσευχές καί τροπάρια γι᾿ αὐτό τό γεγονός. Ἄρα ἔχουν μιά κίνηση τοῦ «προσπίπτω», ἀλλά ὁλόκληρη ἡ καρδιά τους κινεῖται καί τά δίνει ὅλα ἐκεῖ. Αὐτό εἶναι πρωτογενές γεγονός τῆς πίστεως. Ἡ πίστη μας ποτέ δέν θά λειτουργηθεῖ ἄν δέν συγκλονίζεται ὁ ἄνθρωπος μέ ἕνα βαθύ τρόπο, ὄχι ἁπλῶς σωματικό, μέ ὅλη αὐτή τήν κίνηση πρός τόν Θεό πού ὅλα τά ἄλλα παραμένουν πίσω. Ἐδῶ ὑπάρχει αὐτό τό γεγονός. Ἀρχίζει λοιπόν κάπως νά γίνεται ἑρμηνευτό καί νά κατανοεῖται τό θαῦμα ὅτι εἶναι μιά κίνηση, κίνηση ἡ ὁποία μᾶς κάνει νά πᾶμε στόν Θεό ἀπόλυτα καί τίποτα ἄλλο δέν μετράει παρά αὐτό.
Ἕνα δεύτερο στοιχεῖο εἶναι πῶς ὁ Χριστός ἀνταποκρίνεται καί, προσέξτε, μέσα ἀπ᾽αὐτή τήν κίνηση ὅ,τι γίνεται, γίνεται ταπεινά. Ἡ γυναίκα πάει κρυφίως. Δέν τό προβάλλει, δέν τό φωνάζει, δέν τό διαφημίζει. Καί ἔρχεται τό τί κάνει ὁ Χριστός. Προσέξτε: Πρίν νά γίνει τό θαῦμα γίνεται κάτι ἄλλο οὐσιαστικό, πάλι κοινά στοιχεῖα. Λέει αὐτό τό ἀνερμήνευτο, δυσερμήνευτο, λέει στούς μαθητές Του «κάποιος μέ ἀκούμπησε», «ἥψατό μού τις» καί τοῦ λένε οἱ μαθητές, «μά τί λές τώρα ἐδῶ πέρα; Τόσος ὄχλος!» κι εἶναι λογικό τό θέμα πού λένε οἱ μαθητές. Σέ ἀκουμπάει τόσος ὄχλος καί λές κάποιος σέ ἀκούμπησε; Ὅλοι σέ ἀκουμποῦν ἐδῶ, πέσαν πάνω σου ὅλοι. Καί λέει «ἥψατό μού τις» καί προσθέτει, γιά νά ἑρμηνεύσει μετά, ὅτι κάποια «δύναμις ἐξῆλθεν ἀπ᾿ ἐμοῦ». Τί εἶναι αὐτό; Τί εἶναι αὐτή ἡ δύναμις πού βγῆκε ἀπό Αὐτόν; Γιατί οἱ ἄλλοι δέν εἶναι ἄνθρωποι γιά νά δεχθοῦν αὐτή τή δύναμη καί δέχεται μόνο ἡ αἱμορροοῦσα τή δύναμη; Βλέπετε τό «ἥψατο», τό ὁποῖο μετά παίρνει ἄλλη μορφή στή νεκρή κόρη πού λέει «κρατήσας τῆς χειρός αὐτῆς». Πάλι ὑπάρχει ἕνα ἀκούμπηγμα. Τί εἶναι αὐτή ἡ δύναμη πού ἐξῆλθε ἀπό τόν Χριστό; Τί εἶναι αὐτό τό «ἥψατο»;
Βλέπετε, ἄν εἶναι τά δοχεῖα ἀνοιχτά, ἤ τά ποτήρια ἀνοιχτά, μπορεῖ νά μπεῖ μέσα τό λάδι. Ἄν δέν ἀνοίξω τά δοχεῖα, πῶς θά μπεῖ τό λάδι ἀπό τό πρωτογενές δοχεῖο πού τό μεταφέρω; Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων, εἶναι ὁ Παντοδύναμος, εἶναι Ἐκεῖνος πού ἔχει ὅλες τίς δυνάμεις πάνω Του, καί λέει «δύναμις ἐξῆλθε». Δέν λέει «ἔχασα δύναμη»· λέει «ἐξῆλθε». Δίνει χωρίς νά χάνει, ἀλλά λέει «δύναμις ἐξῆλθε». Τί; Κάποιοι, κάποιος ἀνταποκρίθηκε, ἀνταποκρίθηκαν σέ αὐτό πού εἶμαι. Γιατί εἶναι ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων γιά μᾶς; Γιά μᾶς τό κάνει. Ἀπό τήν ἀγάπη Του, ἀπό τή δύναμή Του, ἀπό τήν παντοδυναμία Του μᾶς φτιάχνει ἐν ταπεινώσει, ἀλλά αὐτό δέν μᾶς καθηλώνει. Περιμένει τή δική μας κίνηση, τό νά προσπίπτουμε -ἀλλά ἀπόλυτα- πρός Αὐτόν, μέ αὐτή τήν τάση. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι δεύτερα. Ὅποιος ἀνταποκρίνεται στήν ἀγάπη Του, πού εἶναι μιά δυναμική κίνηση, ταπεινή καί σιωπηλή, μέ αὐτό τόν τρόπο προσπίπτει, τότε ἀνοίγει τήν καρδιά του, τήν ψυχή του, ὅλη του τήν ὕπαρξη. Καί τότε ὁ Χριστός, πού εἶναι δύναμις, ἀνταποκρίνεται καί πιά ξέρει πού δέν μᾶς καθηλώνει μέ τή βία σ᾿ αὐτή Του τή δύναμη -ἕνας δυνατός ἦρθε καί ὅλα τά ἐξαφανίζει- καί ἐπειδή ἀνταποκρίνεται κάποιος ἀγαπητικά στήν κίνηση αὐτή, δίνει αὐτό πού εἶναι, πού ἔχει Ἐκεῖνος, σέ μᾶς. «Ἐξῆλθε δύναμις ἀπ᾿ ἐμοῦ». Κανείς δέν πῆρε δύναμη παρά μόνο ἡ αἱμορροοῦσα, ἀλλά βλέπετε εἶναι ἡ καρδιά της, ἡ κίνησή της, ἡ τάση της.
Παραπάνω δέν μπορῶ νά πάω, γιατί πιά ἡ πίστη εἶναι ἕνα γεγονός ὁλοκληρωτικοῦ δοσίματος καί ἀνοίγματος τῆς καρδιᾶς. Δέν μετρᾶνε ἄλλα πράγματα στή ζωή μας. Ὅλα εἶναι δεύτερα.
Ἄν δώσεις ἀπό ᾿κεῖ καί ᾿κεῖ καί ᾿κεῖ ἕνα κομμάτι τῆς καρδιᾶς σου καί τό κάνεις ἕνα μέγεθος πού ἁπλῶς διαιρεῖ τήν καρδιά σου, θά εἶσαι διηρημένος ἄνθρωπος καί θά ἔχεις κι ἕνα κομμάτι Χριστοῦ πού δέν θά ᾽ναι τίποτα. Ὁ Χριστός δέν εἶναι κομμάτια. Ὁ Χριστός δέν εἶναι μέρος, εἶναι τό ὅλον. Εἶναι ὅλη ἡ δύναμις, εἶναι Παντοδύναμος. Ἄν ἐξαρτᾶσαι ἀπό ἄλλες δυνάμεις, ἄν πουλιέσαι σέ ἄλλες δυνάμεις, ἄν δίνεις τή ζωή σου σέ ἄλλες δυνάμεις, Ἐκεῖνος ἀπό τήν ἀγάπη Του δέν σοῦ ἀποκαλύπτει τή δύναμή Του, γιά νά μήν ἐξαφανίσει τήν τάση πού ἔχεις νά πηγαίνεις σέ ἄλλες δυνάμεις. Κι αὐτό τό σέβεται. Ἀλλά ἄν δέν ἐξαρτηθεῖς ἀπό ἄλλες δυνάμεις, Ἐκεῖνος γίνεται ἡ Δύναμις ἡ ἀγαπητική, ἡ ταπεινή, πού εἰσέρχεται μέσα σου.
«Ἥψατό μού τις», «ἐξῆλθε δύναμις ἀπ᾿ ἐμοῦ». Καθοριστικό τό γεγονός. Καί ὑπάρχει καί αὐτό τό ἄγγιγμα: «Ἥψατο», «κρατήσας τῆς χειρός» τῆς κόρης τῆς νεκρῆς τοῦ Ἰαείρου. Ὑπάρχει καί αὐτό τό ὁλοκληρωτικό ἄγγιγμα. Δέν εἶναι ἕνα ρομαντικό μέγεθος καρδιακοῦ ἁπλῶς συναισθηματισμοῦ. Ὁλόκληρη ἡ καρδιά ἀλλάζει καί ἀκουμπᾶς τόν Χριστό, γίνεσαι ἕνα μέ Αὐτόν. Αὐτό εἶναι μιά πρακτική ἔκφραση ζωῆς, ὅτι ἡ ζωή σου, ἡ ὕπαρξή σου γίνεται τό σῶμα Του, εἶσαι μέρος τοῦ σώματός Του. Δέν κινεῖσαι ἀνεξάρτητα, δέν ἔχεις ἁπλῶς μιά πτυχή τῆς καρδιᾶς σου πού λέει «Χριστός». Εἶσαι ὁλόκληρος χριστοποιημένος, γιατί εἶσαι μέσα στό σῶμα Του. Εἶναι πιά ἡ Ἐκκλησία, πού σωματοποιεῖς ὅλη αὐτή τήν ἀγάπη, αὐτό τό ἀκούμπηγμα, αὐτή τήν ἁφή. Εἶναι πιά τό δόσιμο τό ὁποῖο λειτουργεῖ τό θαῦμα. Εἶναι πιά τό δόσιμο τό ὁποῖο λειτουργεῖ αὐτό τό «ἀκουμπάω». Εἶναι ἡ στροφή στόν Χριστό, πού λειτουργεῖ ὅλη τή θεραπεία τή δική μας καί βλέπετε, λέει «ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Ἔρχεται πιά ἡ πίστη καί ἀλλάζει τόν ἄνθρωπο, τόν ὁλοκληρώνει, τόν κάνει ἄνθρωπο. Δέν τόν κάνει κομματιασμένο, δέν τόν κάνει διχασμένο.
Κάπως ἔτσι μποροῦμε νά προσεγγίσουμε αὐτό τό μυστήριο τῆς πίστεως, πολύ ἐξωτερικά μέν, ἀλλά κάπως μποροῦμε νά τό ὁρίσουμε κι αὐτό πιά μᾶς ἀφορᾶ, ἐμᾶς τούς διχασμένους πού ἀγαπᾶμε τόν Χριστό διχασμένοι, προσεγγίζουμε τόν Χριστό κομματιασμένα, ποσοστιαῖα, πού αὐτό πιά δέν ἀφήνει τόν Χριστό μές στήν ἀγάπη Του νά μᾶς δώσει αὐτό πού εἶναι, γιατί μᾶς ἀγαπάει. Σέβεται αὐτό πού θέλουμε, ἔστω καί τή διαστροφή μας καί τόν διχασμό μας, καί ἔρχεται θεραπευτικά σιγά-σιγά νά μᾶς γιατρέψει. Αὐτά νά τά ἀκουμπήσουμε. Ἐδῶ χρειάζεται πολλή ἀνάταση ζωῆς καί μεταμόρφωση ζωῆς, γιατί σέ ἕναν κόσμο πού τόσα πειρασμικά μεγέθη καί τόσα πολύπτυχα μεγέθη ἔχει γύρω μας μποροῦμε εὔκολα νά κομματιαστοῦμε.
Ἀκουμπῆστε πραγματικά τήν περικοπή· ὄχι καταλάβετέ την. Ἀκουμπῆστε την καί ἑρμηνεῦστε την μέσα στήν καρδιά σας. Ἔτσι ἑρμηνεύονται οἱ περικοπές, ἄν γίνουν καρδιακά γεγονότα πού ἑρμηνεύονται στήν πράξη τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς.

Published by

despotopoulou

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου