Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Εκτός κόσμου, αλλά με την ελπίδα ενεργούσα Άρθρο του πρωτοπρ. Νικολάου Μανώλη

 



έρχεται στην καρδιά μου η φωνή του Παντουργού

Ἐπιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr


Εκτός κόσμου, αλλά με την ελπίδα ενεργούσα

Γράφει ο π.Νικόλαος Μανώλης

Αυτές τις ημέρες ετοιμάζω την ομιλία μου για την ερχόμενη Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021, με θέμα «Ανοίγει το Τριώδιο». Δεν είναι εύκολο να μιλήσεις για ένα τόσο βαθύ πνευματικό ζήτημα, όταν όλα τα γεγονότα της επικαιρότητας συνηγορούν στον αποχριστιανισμό του λαού. Μελετώντας τα ιερά κείμενα και τους λόγους των Αγίων Πατέρων, αισθάνεσαι εκτός κόσμου, οπότε δεν είναι δυνατόν να σε καταλάβει κάποιος που θα παρακολουθήσει την ομιλία. Πλέον, ο κόσμος βρίσκεται σε τέτοιο πνευματικό τέλμα, που δεν τον ενδιαφέρει τίποτα πνευματικό, παρά μόνο το πώς θα επιβιώσει σωματικά, πουλώντας ακόμα και την ψυχή του στο διάβολο. Και τότε είναι που χτυπά την πόρτα η απελπισία. Αλήθεια, τι κάνω; Για ποιους ετοιμάζομαι να μιλήσω; Ποιος θα με καταλάβει;

Μέσα σε αυτή τη μαύρη στιγμή, μέσω του ζηλωτή και μονώτατου Προφήτη Ηλία, έρχεται στην καρδιά μου η φωνή του Παντουργού, να με στηρίξει στη διακονία του Λόγου και να μου φανερώσει ότι υπάρχουν πολλές χιλιάδες πιστών που ζουν στην κατά Θεόν ευσέβεια και περιμένουν λόγο Θεού ως αχτίδα φωτός, μέσα στην καταχνιά που σκέπασε τα πάντα.

Στο ίδιο πνεύμα κινείται και το ακόλουθο άρθρο που αναδημοσιεύουμε από το Ιστολόγιο Κατάνυξη.


ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ,
Τριώδιον, Σωστικόν και Άγιον

Βλέπετε, προσέχετε, ἀγρυπνεῖτε, προτρέπει τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐπισημαίνει ἐπίσης καί ὁ Παράκλητος, τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας: «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας». (Β΄Κορ., κεφ.στ΄, στ.2) καί «Μακάριος ἀνὴρ, οὗ ἐστι τὸ ὄνομα Κυρίου ἐλπὶς αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐπέβλεψεν εἰς ματαιότητας καὶ μανίας ψευδεῖς». (Ψαλμ.λθ΄,στ.5)

Ὁ ἅγιος Παΐσιος γράφει καί προτρέπει νά ἐνεργοποιήσουμε τό ὀρθόδοξο φιλότιμο ὥστε νά πετύχουμε τόν σκοπό καί ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής ὑποδεικνύει τόν τρόπο πού ὁδηγεῖ στό στόχο. Λέει: «Λοιπὸν τὴν ἀρχὴ τῆς κατὰ Θεὸν ὠφέλειάς σου, παιδί μου, ὀφείλεις νὰ τὴν κάνεις ἀπὸ αὐτὸ τὸ σημεῖο: πρέπει νὰ μελετᾶς καὶ νὰ συλλογίζεσαι ἀκατάπαυστα χωρὶς ποτὲ νὰ ξεχνᾶς ὅλες τὶς οἰκονομίες (τὶς διευθετήσεις καὶ τοὺς μυστηριώδεις τρόπους τῆς θείας βουλῆς) καὶ τὶς εὐεργεσίες ποὺ σοῦ ἔκανε κι᾿ ἐξακολουθεῖ νὰ σοῦ κάνει ὁ Θεὸς γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου· ὄχι τυλιγμένος ἀπὸ τὴ λήθη ποὺ προκαλεῖ ἡ κακία ἢ ἐξαιτίας τῆς ραθυμίας νὰ ξεχνᾶς τὶς πολλὲς καὶ μεγάλες πρὸς ἐσένα εὐεργεσίες Του, καὶ ἔτσι νὰ περνᾶς τὸν ὑπόλοιπο καιρό σου χωρὶς ὠφέλιμα ἔργα καὶ χωρὶς εὐχαριστία. Ἐπειδὴ οἱ ἀκατάπαυστες αὐτὲς ἐνθυμήσεις τῶν εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ, κεντοῦν σὰν τὸ σουβλὶ τὴν καρδιὰ καὶ τὴν παρακινοῦν σὲ ἐξομολόγηση καὶ δοξολογία, σὲ ταπείνωση, σὲ εὐχαριστία, μὲ συντριβὴ ψυχῆς σὲ κάθε ἀγαθὴ ἀπασχόληση, σὲ προθυμία γιὰ νὰ ἀνταποδώσει τὶς εὐεργεσίες πρὸς τὸν Θεὸ μὲ τρόπους καὶ ἤθη ἀγαθὰ καὶ μὲ ὅλη τὴν ἀρετὴ, ποὺ εἶναι σύμφωνη μὲ τὸ θέλημά Του· καὶ τὴν κάνουν νὰ μελετᾶ πάντοτε τὸν προφητικὸ λόγο: «Τὶ θὰ ἀνταποδώσω στὸν Κύριο γιὰ ὅλα, μὲ ὅσα μ’ ἔχει εὐεργετήσει;» (Φιλοκαλία, σελ.164).

Ἴσως ἀντιλέξουν τινές, ὅτι πολλοί οἱ ἀντικείμενοι. Πλῆθος οἱ ἐχθροί τοῦ Ἰησοῦ καί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Του πού ζητοῦν «νά θανατώσουν τόν δίκαιο καί νά ἀφανίσουν τό μνημόσυνό Του ἐπί τῆς γῆς». (Σοφία Σολομῶντος, τό β΄ἀνάγνωσμα στό μηναῖο, ἀπό τήν ἑσπερινή ἀκολουθία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου) Ὄντως σατανοκίνητοι, ἀλαζόνες καί γόητες, πλανῶντες καί πλανώμενοι, ἐνίοτε ἰσχυροί κατά κόσμον, προσπαθοῦν νά μπερδέψουν, μπερδεμένοι ὄντες, τήν μοναδική ἀλήθεια ὑπό τόν ἥλιον, ἤτοι τήν ὀρθόδοξον διδασκαλίαν καί πίστιν τῶν ἁγίων πατέρων καί διδασκάλων, ἀναμιγνύοντάς την μέ βορβορώδη σκουπίδια, σαρκική δυσωδία καί κτηνώδη ἡδονή. Χρησιμοποιοῦν μετά μανίας ὅλα τά μέσα, ἀκόμα κι’αὐτήν τήν σχολική ἐκπαίδευση, ὥστε εἰ δυνατόν νά χτυπήσουν τίς ψυχές, τίς καρδιές τῶν ἑλληνοπαίδων ἤ καί τῶν ὀρθοδόξων γονέων, τήν κατ’οἶκον Ἐκκλησία, τήν εὐλογημένη ἀπό τόν Θεό ὀρθόδοξη οἰκογένεια.

Ὁ τελικός τους στόχος; Μά εἶναι σαφής. Ὁ ἀφανισμός τῆς ὀρθοδόξου ἑλληνικῆς πατρίδος μας. Ἐν τούτοις, ἄς πληροφορηθοῦν οἱ πάντες ὅτι ὑπάρχουν καί θά ὑπάρχουν τίμιοι Ἕλληνες σέ ὅλες τίς τάξεις τῶν ἀνθρώπων, σέ ὅλους τούς κλάδους τῶν ἐξουσιῶν. Εἶναι αὐτοί οἱ ἐργάτες τοῦ Πνεύματος πού, μέ τήν Ἄκτιστον Χάριν τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀντιστέκονται μέ ὅλα τά ὑγιῆ καί νόμιμα μέσα, κυρίως ὅμως μέ τήν προσευχή καί τήν μετάνοια πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τήν ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ γένους τῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων. Ὡς ἔντιμοι, γνωρίζουν ἐκ πείρας τόν λόγο τοῦ Παρακλήτου πού λέει: «εἶδον τὸν ἀσεβῆ ὑπερυψούμενον καὶ ἐπαιρόμενον ὡς τὰς κέδρους τοῦ Λιβάνου· καὶ παρῆλθον, καὶ ἰδοὺ οὐκ ἧν, καὶ ἐξεζήτησα αὐτόν, καὶ οὐχ εὑρέθη ὁ τόπος αὐτοῦ». (Ψαλμ. λστ΄,στ.35-36)

Ἀλήθεια, ποῦ νά βρίσκονται ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ἐχθροί τοῦ Θεανθρώπου Μεσσία Ἰησοῦ στό πέρασμα τῶν αἰώνων; Ἀνήκουν στή λήθη καί στό ἀνάθεμα τῆς Ἱστορίας. Ἀκοίμητος μάρτυρας τῆς ἀληθείας αὐτῆς ὁ Πανάγιος Τάφος τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, πού κατά ὁμολογία καί τῶν ἐπιστημόνων[1] εἶναι ζωντανός καί «…τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καὶ πνεύματος, ἁρμῶν τε καὶ μυελῶν…[2]», καί μαρτυρεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι στά δεξιά τοῦ Θεοῦ. Τό σημεῖο τοῦτο ἀποτελεῖ ἀπόδειξη τρανότατη ὅτι τά σχέδια τῶν ὑβριστῶν τοῦ Θεανδρικοῦ προσώπου τοῦ Μεσσίου θά ἀποδειχθοῦν καί πάλι καταγέλαστα.

Τόνιζε μέ νόημα ὁ ἅγιος Παΐσιος: «Νά ‘ξερες πόσες φορές τύλιξε ὁ διάβολος τή γῆ μέ τήν οὐρά του γιά νά τήν καταστρέψει… Δέν τόν ἀφήνει ὁ Θεός….τοῦ χαλάει τά σχέδια». Κατά τόν ἴδιον τρόπον συμβαίνει καί σήμερα ὅπως καί χθές, καθώς καί αὔριο. Οἱ ἐχθροί τοῦ Ἰησοῦ θά ἀποτύχουν. «Τό ἐσφαγμένο Ἀρνίο ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσει». (Ἀποκ. Ἰωάννου).

Ἐν τούτοις, σύ ὀρθόδοξε ἀδελφέ ἐν Χριστῷ: «φύλασσε ἀκακίαν καὶ ἴδε εὐθύτητα, ὅτι ἐστὶν ἐγκατάλειμμα ἀνθρώπῳ εἰρηνικῷ· οἱ δὲ παράνομοι ἐξολοθρευθήσονται ἐπὶ τὸ αὐτό, τὰ ἐγκαταλείμματα τῶν ἀσεβῶν ἐξολοθρευθήσονται». (Ψαλμ.λστ΄,στ.37-38)

Μετάφραση: Νά προσπαθεῖς νά εἶσαι ἄκακος καί ἀπονήρευτος καί νά βλέπεις πάντα τόν εὐθύ δρόμο τῆς ἀρετῆς, διότι ὁ πρᾶος ἄνθρωπος αὐτήν την ἁγιότητα θά ἀφήσει πίσω του, τήν ὁποία καί θά θυμόμαστε τιμώντας τή μνήμη του. Οἱ παράνομοι ὅμως θά ἐξολοθρευθοῦν ὅλοι μαζί καί μαζί τους θά χαθοῦν ὅ, τι θά ἔχουν ἀφήσει πίσω τους οἱ ἀσεβεῖς, πλούτη, φήμη καί ἀπόγονοι.

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟΝ

Εὐλογημένοι Χριστιανοί, παρακαλῶ σας. Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου. Ἁγιαζόμενοι ἡμέραν ἐξ ἡμέρας, σπέρνοντες τούς στάχυας τῶν ἀρετῶν, τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἐν δάκρυσιν, μέλλει ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦμεν μέ ἀποκορύφωμα τήν λαμπροφόρο Ἀνάσταση. Γνωστόν ἐστί τοῖς πᾶσι, ἡ Ἀλήθεια, ὁ Χριστός, ἐλευθερώνει, φωτίζει, στηρίζει στό ἀγαθόν. «Γνώσεσθε τήν Ἀλήθειαν, ὅτι αὐτὴ ἐλευθερώσει ἡμᾶς».

Ἡ κοινωνία μας μετά τῶν συνανθρώπων ἄς γίνεται ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ καί εἰλικρινῇ μετανοίᾳ. Αὐτός πού ἀναγεννᾶται ἐξ ἀγάπης καί δι’ἀγάπης εἶναι ἀληθῶς ὁ κοινωνῶν μέ τόν Τριαδικόν Θεόν διά Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τότε ὄντως ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει ὄχι ὡς μονάδα-ἄτομο, ἀλλά ὡς μέλος τίμιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μετέχων τῆς Ἀκτίστου Χάριτος, βουτηγμένος στήν ἁγία κολυμβήθρα τῶν ὀρθοδόξων Μυστηρίων, ἑνωμένος παντοῦ καί πάντοτε μέ τήν εὐχαριστηριακή κοινότητα τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν, ὡς κληρονόμος Θεοῦ, συγκληρονόμος Χριστοῦ, κοινωνός τῶν ἁγίων Ἀγγέλων, συγκοινωνός τῶν ἁγίων, ἕως ὅτου: «οἱ πάντες καταντήσωμεν εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». (Πρός Ἐφεσ.,κεφ.δ΄,στ.13)

Εἴθε ἡ ζύμη, ἡ γλυκειά μας Ὀρθοδοξία, νά ζυμώσει ὅλο τό φύραμα, δηλαδή ὅλον τόν κόσμο καί νά ἐκπληρωθεῖ ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «…καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν» ἤ κατά τόν ἅγιο Πορφύριο: «ἵνα ὧσι ἕν».

Γένοιτο Κύριε. Ἀμήν.


  • [1] Ὁμολογία ἀπό τήν ἐπικεφαλή  καί καθηγήτρια τοῦ Ἐ.Μ.Π. Ἀντωνία Μοροπούλου.
  • [2] Πρός Ἑβρ., κεφ.δ΄,στ.12

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

Θεραπεία της ψυχής, ησυχασμός, νους-καρδιά



Είχαν διαπιστώσει οι άγιοι Πατέρες από την Εβραική παράδοση και από τον ίδιο τον Χριστό και τους Αποστόλους ότι στο χώρο της φυσικής καρδιάς λειτουργεί κάτι, που το ωνόμασαν «νούν».

Πήρανε τον παραδοσιακό «νούν», που σημαίνει διάνοια και λόγος και κάνανε μία διαφοροποίηση. Ωνόμασαν νούν αυτήν την νοερά ενέργεια, η οποία λειτουργεί προσευχητικώς στην καρδιά του υγιούς ανθρώπου. Η νοερά ενέργεια είναι μία ενέργεια της ψυχής η οποία στον μεν εγκέφαλο λειτουργεί ως λογική, η ίδια όμως λειτουργεί συγχρόνως και στην καρδιά ως νούς. Δηλαδή το ίδιο όργανο ο νούς, προσεύχεται αδιάλειπτα στην καρδιά, σε όσους έχουν αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή και συγχρόνως σκέπτεται τα καθημερινά θέματα στον εγκέφαλο.

Ο Γέροντας Παΐσιος δίνει ένα παράδειγμα για την διαφορά των δύο ενεργειών. Όταν βάζουμε το σταφύλι στο βαρέλι για να γίνει μούστος και κρασί, είναι η μία ενέργεια και όταν το αποστάζουμε το σταφύλι και γίνεται τσίπουρο είναι η άλλη ενέργεια.
Στον άνθρωπο με την αμαρτία ενώθηκαν οι δύο αυτές λειτουργίες, (λογική και νοερά ενέργεια), γέμισε από λογισμούς όχι μόνο κακούς αλλά και καλούς και διά των αισθήσεων, και της φαντασίας, οι οποίες τροφοδοτούν την λογική και νοερή ενέργεια, οι οποίες μετεωρίζονται στις κοσμικές επιθυμίες και ηδονές, στο σαρκικό φρόνημα.

Η ησυχαστική νηπτική παράδοση της Εκκλησίας μας, που είναι, η θεραπευτική μέθοδος, και το εκλεκτότερο συστατικό της, διά της ασκήσεως δηλαδή την τήρηση των θείων εντολών και την Μυστηριακή ζωή, νεκρώνει τις εξωτερικές αισθήσεις κατά τον Αββά Ισαάκ και αναπτύσσει τις εσωτερικές καρδιακές αισθήσεις, και καθαρίζει όλη την εσωτερική ευαισθησία. Επαναφέρει τον νού στην καρδιά, επιτυγχάνει την κάθαρση από τα πάθη, φωτίζει τον νού και ακολουθεί η ένωση με τον Θεό.

Ησυχίας θεμέλια, εκείνος που πενθεί και μετανοεί για τα προ του θανάτου και τα μετά τον θάνατο, αποκτά τις δύο θεμελιώδεις αρετές, την υπομονή και την ταπείνωση. Αυτές μαζί με την σιωπή, την εγκράτεια, την αγρυπνία, την προσευχή, την ανάγνωση, την ψαλμωδία και το εργόχειρο, βοηθούν τον άνθρωπο να ησυχάζει.

«Η ησυχία διακρίνεται σε σωματική και ψυχική. Η σωματική αναφέρεται σε εξωτερικά θέματα, ενώ η ψυχική σε εσωτερικά. Η σωματική ησυχία είναι συνήθως ο ησυχαστικός τόπος και η προσπάθεια να μειώση ο άνθρωπος, κατά το δυνατόν, τις εξωτερικές παραστάσεις, τις εικόνες που δέχονται και προσφέρουν στην ψυχή οι αισθήσεις. Δηλαδή τον περιορισμό της γλώσσης, της οράσεως, της ακοής και των λόγων.

Η ψυχική ησυχία έγκειται στο να αποκτήση ο νούς την ικανότητα και την δυνατότητα να μη δέχεται καμμιά πειρασμική περιπλάνηση, προς τον κόσμο διά των αισθήσεων. Είναι «η επιστήμη των λογισμών» κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος. «Με την νήψη ίσταται στην πύλη της καρδίας, ελέγχει τους λογισμούς και ή τους φονεύει ή τους αποδιώκει».

Κατά συνέπεια, έργο του ησυχαστή είναι «η φυλακή της καρδίας», η νήψη, η προσοχή με την αγαπητική τήρηση των εντολών, την πνευματική καθαρότητα και την Μυστηριακή ζωή. Γεννάται οργανικώς εκ της βαθείας μετανοίας και εκζητήσεως της φυλάξεως των εντολών του Χριστού. Με την τήρηση των εντολών, αποβάλλει ο ησυχαστής τον νόμο της αμαρτίας και εισάγει στον εαυτό του την εποπτεία του νού. Οι αισθήσεις του ελέγχονται με την εγκράτεια, ενώ το παθητικό της ψυχής, (το θυμικό – ο θυμός κατά της αμαρτίας και το επιθυμητικό – η επιθυμία για την αρετή και την ένωση με τον Χριστό), κυριαρχείται από την αγάπη και το λογιστικό από την νήψη.

Ο ησυχαστικός βίος παρέχει την λειτουργική δυνατότητα στην θεία Χάρη να «επισκευάσει» τον έσω άνθρωπο και να τον διαμορφώσει προς το πρωτότυπο, παρέχοντάς του «ανθισμένο» το αρχαίο και απερίγραπτο κάλλος του…

 

Η επιστροφή του νου στην καρδία, κατά τη διδασκαλία του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού


Ο μεγαλύτερος πόλεμος που γίνεται σε κάθε αγωνιζόμενο Χριστιανό είναι ο μετεωρισμός. Παίρνει ο διάβολος το νου μας και τον περιτριγυρίζει όπου αυτός θέλει και ενσπείρει στην καρδία μας, πονηρούς λογισμούς και μολύνει την ψυχήν μας. Από εδώ αρχίζει η ασθένεια της ψυχής. Οι μάταιοι λογισμοί είναι η μεγαλύτερη ταλαιπωρία του συγχρόνου ανθρώπου.

Το καλύτερο μέσον αντιμετωπίσεως του μετεωρισμού είναι να αποκρούει κανείς τον μετεωρισμό στο πρώτο στάδιο, που είναι η προσβολή. Τότε η δύναμις του κακού είναι ακόμη μικρή και μπορούμε να την αποδιώξουμε εύκολα. Η απομάκρυνση της προσβολής του πειρασμού γίνεται διά της νήψεως και της ευχής: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
«Νήψις» σημαίνει: προσοχή και επαγρύπνηση και φυλακή του νου, για να διατηρείται ο οίκος της ψυχής καθαρός. Με αυτό τον τρόπο αποδιώκεται η προσβολή και η ψυχή δεν μολύνεται και επομένως δεν έχει ευθύνη, δεν λογίζεται ως αμαρτία. Απομακρύνεται, κατά τους φιλοκαλικούς Πατέρες το «δαιμόνιον ίνδαλμα», που προβάλλει ηδονικά στη φαντασία, και η ψυχή μένει ελεύθερη, για να εισέλθει ο νους, ο οποίος είναι η ευγενεστέρα αίσθηση της ψυχής, στο βάθος αυτής και να αναπαύεται και να ησυχάζει εκεί, μνημονεύοντας το όνομα του Ιησού Χριστού.

Διά του εγκλεισμού του νου στο βάθος της ψυχής και διά της ενεργείας της ευχής, η οποία λέγεται αυτομάτως μέσα στην καρδία, αποφεύγεται ο μετεωρισμός του, ο οποίος είναι μια περιπλάνηση του νου διά της φαντασίας σε πρόσωπα και πράγματα, τα οποία μας μολύνουν.

Ο μετεωρισμός είναι η πρώτη και η μεγαλύτερη ασθένεια της ψυχής και ο εγκλεισμός το μεγαλύτερο και αποτελεσματικότερο φάρμακο για την υγεία της ψυχής.

Τον άνθρωπο που αποδιώκει από την αρχή την προσβολή του πονηρού λογισμού τον τρέμουν οι δαίμονες. Διά τούτο και ξεσηκώνουν πολλούς πειρασμούς και πολέμους, για να σταματήσουν αυτό το άγιο έργο.

Τον Γέροντα Ιωσήφ τον πολέμησαν τα δαιμόνια πολύ σκληρά. Πάλευε στήθος προς στήθος, όχι μόνον με ένα δαιμόνιο, αλλά με λεγεώνες. Επειδή εκ φύσεως είχε θάρρος και τόλμη, ο Στρατηγός εκείνος που είδε στο όραμα, τον έφερε να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή. Παρατάχθηκε απέναντι από τις γραμμές των δαιμόνων και πάλευε γενναία. Τα παλαίσματά του με τα δαιμόνια μας θυμίζουν τον Μέγα Αντώνιο και άλλους παλαιούς ασκητές.

Δύο ήσαν οι αιτίες που πολέμησαν τόσον πολύ τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή τα δαιμόνια.

Πρώτον, διότι χτύπησε τον πονηρό λογισμό στην προσβολή και δεν τον άφησε να εισέλθει στη ψυχή του, για να την μολύνει μέ τις συγκαταθέσεις των λογισμών.

Δεύτερον, διότι διά του εγκλεισμού του νου στο βάθος της καρδίας του επέτυχε την καθαρότητα της ψυχής του και απέκτησε την οσιότητα.

Περί του πολέμου αυτού του διαβόλου γράφει σχετικά ο Γέρων Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός: «Ο άρχοντας του κακού και επίβουλος της σωτηρίας μας χρησιμοποιεί τους τόπους, τα μέρη, τα μέλη, τα πρόσωπα, τα πράγματα, τα εσωτερικά, τα εξωτερικά, τα τριγύρω και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να σκεφθεί».

Τα στρέφει όλα εναντίον μας, για να μειώσει την πίστη μας και να διαψεύσει τις ελπίδες μας. Κυρίως όμως επιτίθεται με λυσσώδη μανία εναντίον αυτών που πρόκοψαν στην εργασία της καρδιάς και του νου». Και σε άλλο σημείο συμπεραίνει περί του πολέμου αυτού: «Όσο η θεία χάρις αυξάνει την παρουσία της εις τον αγωνιστή, τόσον οι πειρασμοί πληθαίνουν και είναι κατά την ένταση ανάλογοι προς την κατάσταση αυτή».

Ομοφώνως η ασκητική πείρα βεβαιώνει ότι μετά την φλογερή και καρποφόρα προσευχή επακολουθεί λυσσώδης πόλεμος των δαιμόνων. Ο όσιος Μάρκος ο ασκητής στο λόγο του «περί των οιομένων εξ έργων δικαιούσθαι» σημειώνει χαρακτηριστικά: «Όταν ίδη ο διάβολος, ότι ο νους εκ καρδίας προσηύξατο, τότε μεγάλους και κακότεχνους πειρασμούς επιφέρει».

Ας τολμήσουμε να πούμε και τρίτο λόγο: Διέ­βλεψε, εν τινι μέτρω, και τον καρπό που θα προήρχετο από τον εγκλεισμό αυτόν τα ευώδη άνθη των αρετών του και τα φυτώρια των μοναστικών αδελφοτήτων που μεταφυτεύθηκαν στο Άγιον Όρος, αλλά και στα πέρατα του κόσμου, την Αμερική και τον Καναδά.

(«Πνευματικαί εμπειρίαι Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού», Ι.Μ. Καρακάλλου, Αγ. Όρος)

Πως παρέδωσαν οι θείοι Πατέρες να λέμε την προσευχή

 

 



Οι θείοι Πατέρες δεν παρέδωσαν όλοι πάντοτε ολόκληρη την προσευχή, αλλά άλλος ολόκληρη, άλλος τη μισή, άλλος ένα μέρος και άλλος διαφορετικά, ανάλογα ίσως με τη δύναμη και την κατάσταση του προσευχομένου.

Ο θείος Χρυσόστομος την παραδίδει ολόκληρη λέγοντας: «Σάς παρακαλώ, αδελφοί, ποτέ να μην καταπατήσετε ή να καταφρονήσετε τον κανόνα της προσευχής· γιατί άκουσα κάποιους πατέρες να λένε κάποτε: “Ποιος είναι ο μοναχός, αν καταπατήσει ή καταφρονήσει τον κανόνα του;”.

Μάλλον οφείλει, είτε τρώει είτε πίνει είτε κάθεται είτε εκτελεί διακόνημα είτε περπατά είτε κάτι άλλο κάνει, να κράζει αδιάλειπτα το “Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με”, ώστε η μνήμη αυτή του ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να ερεθίσει σε πόλεμο τον εχθρό.

Γιατί η ψυχή που βιάζει τον εαυτό της θα τα βρει όλα, είτε πονηρά είτε αγαθά, με τη μνήμη. Πρώτα θα δει μέσα στην καρδιά του το κακό, και τότε θα βρει τα αγαθά.

Γιατί η μνήμη είναι που θα ξεσηκώσει τον δράκοντα και η μνήμη θα τον ταπεινώσει· η μνήμη θα ελέγξει την αμαρτία που κατοικεί μέσα μας (Ρωμ. 7, 17) και η μνήμη θα τον αφανίσει και θα κινήσει όλη τη δύναμη του εχθρού μέσα στην καρδιά· και η μνήμη θα τη νικήσει και θα την ξεριζώσει σιγά-σιγά.

Έτσι το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού κατεβαίνοντας στο βάθος της καρδιάς, θα ταπεινώσει τον δράκοντα που εξουσιάζει τα μέρη της καρδιάς και θα σώσει και θα ζωοποιήσει την ψυχή.

Κράτησε λοιπόν αδιάλειπτα το όνομα του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά και να γίνουν τα δύο ένα. Το έργο όμως αυτό δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας ή δύο, αλλά πολλού χρόνου και καιρού.

Γιατί χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος για να εξοριστεί ο εχθρός και να κατοικήσει μέσα ο Χριστός. Και πάλι λέει: «Πρέπει να ασφαλίζομε και να ηνιοχούμε και να χαλιναγωγούμε το νου και να αναχαιτίζομε κάθε λογισμό και κάθε ενέργεια του πονηρού με την επίκληση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Και όπου στέκεται το σώμα, εκεί να είναι και ο νους, για να μη βρίσκεται τίποτε μεταξύ του Θεού και της καρδιάς σαν μεσότοιχος ή φραγμός που να σκοτίζει την καρδιά και να χωρίζει το νου από το Θεό.

Κι αν καμιά φορά αρπάξει κάτι το νου, δεν πρέπει αυτός να χρονοτριβεί στους λογισμούς, για να μη του καταλογιστεί η συγκατάθεση στους λογισμούς σαν πράξη την ημέρα της κρίσεως ενώπιον του Κυρίου όταν θα κρίνει ο Θεός τα μυστικά των ανθρώπων (Ρωμ. 2, 16).

Απαλλαγείτε λοιπόν για πάντα από τους περισπασμούς και μείνετε κοντά στον Κύριο το Θεό μας μέχρις ότου μας σπλαχνιστεί (Ψαλμ. 122, 2)· και μη ζητάτε τίποτε άλλο παρά μόνο το έλεος από τον ένδοξο Κύριο.

Ζητώντας όμως το έλεος, να το ζητάτε με ταπεινή και αξιολύπητη καρδιά· και φωνάζετε από το πρωί μέχρι το βράδυ, κι αν είναι δυνατό και όλη τη νύχτα, το “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Και βιάσετε το νου σας σ’ αυτό το έργο μέχρι θανάτου. Γιατί αυτό το έργο χρειάζεται μεγάλη βία, επειδή είναι στενή η πύλη και όλο δυσκολίες

ο δρόμος που οδηγεί στη ζωή (Ματθ. 7, 14) και μπαίνουν σ’ αυτή όσοι βιάζουν τον εαυτό τους, αφού “η βασιλεία των ουρανών κερδίζεται απ’ όσους βιάζουν τον εαυτό τους” (Ματθ. 11, 12).

Σας παρακαλώ, λοιπόν, μη χωρίζετε τις καρδιές σας από το Θεό, αλλά να μένετε κοντά Του και να τις φυλάγετε μαζί με τη μνήμη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού πάντοτε, έως ότου φυτευτεί το όνομα του Κυρίου μέσα στην καρδιά σας κι αυτή πια να μη σκέφτεται τίποτε άλλο, για να δοξαστεί ο Χριστός μέσα σας.

Πριν από το Χρυσόστομο βέβαια, ο μέγας Παύλος αναφέρει το τμήμα «Κύριε Ιησού», γράφοντας: «Αν ομολογήσεις με το στόμα σου Κύριο τον Ιησού και πιστέψεις με την καρδιά σου ότι ο Θεός τον ανέστησε εκ νεκρών, θα σωθείς.

Γιατί όποιος πιστεύει με την καρδιά του οδηγείται στη δικαίωση, κι όποιος ομολογεί με το στόμα του οδηγείται στη σωτηρία» (Ρωμ. 10, 9-10). Και πάλι: «Κανείς δεν μπορεί να πει “Κύριε Ιησού” παρά μόνο με Άγιο Πνεύμα» (Α΄ Κορ. 12, 3).

Προσθέτει το “με Άγιο Πνεύμα” εννοώντας “όταν η καρδιά δεχτεί την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος” με την οποία και προσεύχεται. Τούτο είναι γνώρισμα εκείνων που πρόκοψαν και αξιώθηκαν να δεχτούν με αίσθηση το Χριστό να κατοικεί μέσα τους.

Σύμφωνα με αυτά λέει και ο άγιος Διάδοχος: «Απαιτεί οπωσδήποτε από εμάς ο νους, όταν του φράξομε με τη μνήμη του Θεού όλες τις διεξόδους, να του αναθέσομε κάποιο έργο που να ικανοποιεί την ενεργητικότητά του.

Πρέπει λοιπόν να του δίνομε για πλήρη εργασία το “Κύριε Ιησού”. Γιατί κανείς δεν μπορεί να πει “Κύριε Ιησού” παρά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος.Πρέπει όμως ο νους να μελετά αδιάκοπα τα λόγια αυτά μέσα στα βάθη του, για να μην ξεφεύγει σε διάφορες φαντασίες.

Όσοι μελετούν ακατάπαυστα αυτό το ένδοξο και πολυπόθητο όνομα στο βάθος της καρδιάς τους, αυτοί μπορούν να βλέπουν κάποτε και το φως του νου τους.

Και τούτο επειδή, όταν το όνομα αυτό κρατείται από τη διάνοια με πολλή φροντίδα, κατακαίει όλη την ακαθαρσία που σκεπάζει την ψυχή· κι αυτό η ψυχή το αισθάνεται έντονα, γιατί ο Θεός μας είναι φωτιά που κατακαίει (Εβρ. 12, 29).

Και με αυτό ο Κύριος προσκαλεί τη ψυχή σε μεγάλη αγάπη της δόξας Του. Γιατί όταν πολυκαιρίζει μέσα μας το ένδοξο και πολυπόθητο αυτό όνομα με τη μνήμη του νου, μας φέρνει τη συνήθεια με τη θέρμη της καρδιάς να αγαπούμε την αγαθότητά Του, αφού δεν υπάρχει πλέον κανένα εμπόδιο.

Αυτό είναι το πολύτιμο μαργαριτάρι (Ματθ. 13, 46), το οποίο μπορεί ν’ αποκτήσει κανείς αφού πουλήσει όλη την περιουσία του, και να έχει ανέκφραστη χαρά που το βρήκε».

Ο άγιος Ησύχιος πάλι, συνιστώντας το “Χριστέ Ιησού”, γράφει: «Η ψυχή που θα πετάξει ψηλά στον αέρα διά του θανάτου, στις πύλες του ουρανού, έχοντας μαζί της ως υπερασπιστή τον Ιησού, ούτε εκεί θα ντραπεί τους εχθρούς της, αλλά με παρρησία, όπως τώρα, θα μιλήσει μπροστά στις ουράνιες πύλες προς αυτούς· μόνο να μην αποκάμει μέχρι την ώρα του θανάτου να φωνάζει προς τον Χριστόν Ιησού μέρα και νύχτα.

Και Αυτός θα της αποδώσει γρήγορα το δίκαιό της, σύμφωνα με την αληθινή και θεία υπόσχεση που έδωσε μιλώντας για τον άδικο δικαστή (Λουκ. 18, 1-8). Σας βεβαιώνω, θα της αποδώσει το δίκαιό της και στην παρούσα ζωή και μετά την έξοδό της από το σώμα».

Ο Ιωάννης της Κλίμακος αναφέρει μόνο το “Ιησού”, λέγοντας: «Με το όνομα του Ιησού μαστίγωνε τους εχθρούς· γιατί δεν υπάρχει ισχυρότερο όπλο στον ουρανό και στη γη» —και δεν προσθέτει καμιά άλλη λέξη. Και πάλι λέει: «Ας προσκολληθεί η αναπνοή σου στη μνήμη του Ιησού και τότε θα αντιληφθείς την ωφέλεια της ησυχίας».

(Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, τ. Ε΄. Εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, σ. 73-75)

Λόγος για τη νήψη και τη φύλαξη της καρδιάς Δ' Τόμος Φιλοκαλίας

 





Λόγος για τη νήψη και τη φύλαξη της καρδιάς

Όσοι επιθυμείτε σφοδρά ν' αξιωθείτε τη μεγαλόπρεπη θεϊκή φωτοφάνεια του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού· όσοι θέλετε να δεχθείτε με αίσθηση μέσα στην καρδιά σας το υπερουράνιο πυρ· όσοι σπεύδετε να επιτύχετε τη συμφιλίωση σας με το Θεό, να τη ζήσετε και να την αισθανθείτε· όσοι απορρίψατε όλα τα πράγματα του κόσμου, για να βρείτε και να αποκτήσετε το θησαυρό που είναι κρυμμένος στον αγρό των καρδιών σας·

όσοι θέλετε ν' ανάψουν ολόλαμπρες οι λαμπάδες των ψυχών σας από αυτόν τον κόσμο κι έτσι απαρνηθήκατε όλα τα παρόντα· όσοι θέλετε να γνωρίσετε και ν' αποκτήσετε με πείρα τη βασιλεία των ουρανών που είναι μέσα σας, ελάτε να σας εκθέσω την επιστήμη, ή μάλλον τη μέθοδο, της αιώνιας, ή καλύτερα της ουράνιας ζωής.

Η επιστήμη αυτή εισάγει χωρίς κόπο και ιδρώτα τον εργάτη της στο λιμάνι της απάθειας, και δε διατρέχει κανένα κίνδυνο ταραχής ή πλάνης από τους δαίμονες. Τέτοιος φόβος υπάρχει τότε μόνον, όταν λόγω παρακοής ζούμε έξω και μακριά από τη ζωή που σας προτείνω, όπως παλιά ο Αδάμ, που αψήφησε εντελώς την εντολή του Θεού, έπιασε φιλία με το φίδι θεωρώντας το αξιόπιστο, κι έτσι έφαγε κατά κόρον από τον καρπό της απάτης κι έριξε αξιοθρήνητα τον εαυτό του κι όλους τους απο-γόνους του στον πυθμένα του θανάτου, του σκότους και της διαφθοράς.

Επιστρέψετε λοιπόν? ή μάλλον, για να πούμε το πιο αληθινό, ας επανέλθομε, αδελφοί, στους εαυτούς μας, ας αποστραφούμε μια για πάντα τη συμβουλή του φιδιού και την περιφορά μας στα χαμαίζηλα. Γιατί δεν είναι δυνατό να επιτύχομε με άλλο τρόπο τη συμφιλίωση και την οικείωσή μας με το Θεό, αν πρώτα δεν επανέλθομε, ή καλύτερα δεν εισέλθομε στους εαυτούς μας, όσο εξαρτάται από μας.

Γιατί θα είναι παράδοξο, ενώ αποχωρίσαμε τους εαυτούς μας από την περιφορά του κόσμου και τις μάταιες μέριμνες, να τον εμποδίζομε ασυγχώρητα από τη βασιλεία των ουρανών που είναι μέσα μας. Γι' αυτό και η αγία μοναχική ζωή έχει ονομαστεί τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών, επειδή δεν μας προξενεί όσα αυτές οι φθαρτές τέχνες και επιστήμες, ώστε να στρέφομε και προς αυτές το νου μας και να τον κατακαλύπτομε μ' αυτές παίρνοντάς τον από τα ανώτερα, αλλά μας υπόσχεται παράδοξα και απόρρητα αγαθά, τα οποία μάτια δεν είδαν κι αυτιά δεν τ' άκουσαν και άνθρωπος δεν τα διανοήθηκε.

Ως εκ τούτου, δεν έχομε να παλέψομε μέ όντα από σάρκα και αίμα, αλλά με τις δαιμονικές δυνάμεις, με τους κοσμοκράτορες του σκοτεινού αυτού αιώνα. Αν λοιπόν ο παρών αιώνας είναι σκότος, ας φύγομε απ' αυτόν, απομακρύνοντας από αυτόν και τα νοήματά μας· τίποτε κοινό μεταξύ ημών και του εχθρού του Θεού. Γιατί εκείνος που θα θελήσει να φιλιώσει με αυτόν, γίνεται εχθρός του Θεού. Κι εκείνον που έγινε εχθρός του Θεού, ποιος μπορεί να τον βοηθήσει;

Γι' αυτό ας μιμηθούμε τους πατέρες μας, και ας αναζητήσομε το θησαυρό που είναι μέσα στις καρδιές μας, όπως εκείνοι. Και αφού τον βρούμε, ας τον κρατήσομε με πολύ μεγάλη δύναμη, εργαζόμενοι συγχρόνως και φυλάγοντάς τον, αφου σ' αυτό έχομε ταχθεί απ' την αρχή.

Κι αν παρουσιαστεί κανείς να φέρνει αντιρρήσεις σ' αυτά και να λέει: «Πώς μπορεί κανείς να εισέλθει στην καρδιά του κι εκεί να εργάζεται ή να μένει;», όμοια με το Νικόδημο που είπε κάποτε στον Σωτήρα: «Πώς μπορεί κανείς να μπει για δεύτερη φορά στην κοιλιά της μητέρας του και νά γεννηθεί ενώ είναι γέρος;», θ' ακούσει και αυτός: «Το Πνεύμα πνέει όπου θέλει».

Αν λοιπόν αμφιβάλλομε και δυσπιστούμε έτσι στα έργα της πρακτικής, πώς θα έρθουν σ' εμάς τα έργα της θεωρίας; Γιατί η πρακτική είναι που ανεβάζει στη θεωρία. Αλλ' επειδή χωρίς αποδείξεις από τις Γραφές είναι αδύνατο να βεβαιωθεί εκείνος που έτσι αμφιβάλλει, θα εντάξομε σ' αυτό το λόγο, για την ωφέλεια των πολλών, αποσπάσματα από τους βίους και τους λόγους των Αγίων, ώστε να βεβαιωθεί από αυτούς και ν' αποβάλει κάθε αμφιβολία. Θ' αρχίσομε το λόγο από τους παλιούς, από αυτόν τον μεγάλο πατέρα μας Αντώνιο, συνεχίζοντας με τους επομένους, όσο μου είναι δυνατόν, και θά παραθέσομε μια συλλογή αποσπασμάτων από τους λόγους και τις πράξεις τους προς απόδειξη όσων είπαμε.
Από το βίο του οσίου πατέρα μας Αντωνίου

Πήγαιναν κάποτε στον Αββά Αντώνιο δύο αδελφοί. Και επειδή τους έλειψε στο δρόμο το νερό, ο ένας πέθανε, κι ο άλλος κινδύνευε να πεθάνει. Μην μπορώντας να βαδίσει άλλο, έπεσε κατά γης περιμένοντας το θάνατο. Ο δε Αντώνιος, που καθόταν στο όρος, κάλεσε γρήγορα δύο Μοναχούς που έτυχε να είναι εκεί και τους είπε: «Πάρετε μια στάμνα νερό και τρέξετε στο δρόμο της Αιγύπτου. Έρχονταν δύο κατά εδώ και ο ένας μόλις πέθανε, ενώ ο άλλος κινδυνεύει, αν δε βιαστείτε. Τούτο μου φανερώθηκε εκεί πού προσευχόμουν». Πήγαν λοιπόν οι Μοναχοί και βρήκαν τον ένα νεκρό και τον έθαψαν, ενώ τον άλλον τον συνέφεραν με το νερό και τον πήγαν στον Γέροντα. Η απόσταση ήταν μιας ημέρας δρόμος.

Αν τώρα ρωτήσει κανείς, γιατί δεν το είπε πριν πεθάνει ο άλλος Μοναχός, δε ρωτάει σωστά. Γιατί η κρίση για το θάνατο δεν είναι του Αντωνίου, αλλά του Θεού, ο οποίος και αποφάσισε για τον ένα και αποκάλυψε για τoν άλλον. Τo θαυμαστό μe τον Aντώνιο ήταν ότι, εκεί που καθόταν στο όρος είχε νήψη στην καρδιά του και ο Κύριος του έδειχνε όσα γίνονταν μακριά. Βλέπεις ότι, για να έχει ο Αντώνιος νήψη στην καρδιά του, έγινε θεόπτης και προορατικός; Γιατί ο Θεός εμφανίζεται στο νου μέσω της καρδίας, στην αρχή μεν, όπως λέει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, σαν φωτιά που καθαρίζει τον εραστή Του, έπειτα δε και σαν φως που κάνει το νου λαμπρό και θεοειδή. Και τώρα ας προχωρήσομε στους επομένους.
Από το βίο του άγιου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου

Ο θείος Θεοδόσιος είχε πληγωθεί τόσο πολύ από το γλυκό βέλος της αγάπης και ήταν δεμένος τόσο πολύ από τά δεσμά της, ώστε το «Θ' αγαπήσεις τον Κύριο, το Θεό σου, με όλη σου την καρδιά, με όλη σου την ψυχή και με όλη τη διάνοιά σου», αυτή την υψηλή και θεία εντολή, φρόντιζε να την εκπληρώνει με έργα, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο παρά με την συγκέντρωση των φυσικών δυνάμεων της ψυχής μόνο στον πόθο του Δημιουργού και σε κανένα άλλο από τα παρόντα.

Νουθετώντας λοιπόν μ' αυτές τις νοερές ενέργειές της ήταν φοβερός στους πολλούς, αλλά και όταν μάλωνε τους υποτακτικούς του, τους ήταν ποθητός και γλυκύς σε όλα. Ποιος άλλος ήταν σαν κι αυτόν τόσο ωφέλιμος ενώ συναναστρεφόταν με πολλούς; Ή τόσο ικανός να μαθαίνει στους υποτακτικούς του να συνάγουν τις αισθήσεις τους και να τις στρέφουν στο εσωτερικό τους, έτσι ώστε αυτοί, παρά τους θορύβους του Κοινοβίου, να ζουν με περισσότερη γαλήνη από τους ερημίτες; Και συγχρόνως ο ίδιος και με το πλήθος να βρίσκεται αλλά και απομονωμένος να είναι;

Ιδού λοιπόν και ο Μέγας Θεοδόσιος, με το να συνάγει και να στρέφει μέσα του τις αισθήσεις, πληγώθηκε από την αγάπη του Θεού.
Από το βίο του αγίου Αρσενίου

Ο άγιος Αρσένιος φύλαγε και τούτη την αξιοθαύμαστη συνήθεια: δεν ανακινούσε αγιογραφικά ζητήματα ούτε για συζήτηση ούτε για αλληλογραφία. Όχι πως δεν είχε τη δυνατότητα —κάθε άλλο. Γι' αυτόν η ωφέλιμη ομιλία ήταν τόσο εύκολη, όσο για τους άλλους η συνηθισμένη ομιλία. Αλλά η συνήθεια της σιωπής και η αποστροφή που ένιωθε για την επίδειξη ήταν τα αίτια της τακτικής του. Γι' αυτό λοιπόν και στις εκκλησίες και στις συνάξεις φρόντιζε πάρα πολύ μήτε άλλους να βλέπει, μήτε άλλοι να τον βλέπουν, αλλά στεκόταν πίσω από καμία κολώνα ή κάτι άλλο που εμπόδιζε τη θέα κι έκρυβε τον εαυτό του, ώστε αθέατος ν' αποφεύγει τη συντροφιά των άλλων. Και τούτο γιατί ήθελε να προσέχει στον εαυτό του και να συγκεντρώνει το νου του μέσα του, κι έτσι να ανυψώνεται εύκολα στο θεό.

'Ιδού λοιπόν και τούτος ο θείος άνθρωπος, ο επίγειος άγγελος, συγκεντρώνει το νου του μέσα του, για να ανυψώνεται από εκεί εύκολα στο Θεό.
Από το βίο του αγίου Παύλου του Λατρηνού

Ο θείος Παύλος ζούσε πάντοτε στα όρη και στις ερημιές, έχοντας τα άγρια θηρία γείτονές του και ομοτράπεζους. Κάποτε κατέβαινε και στη Λαύρα για να επιβλέπει τους αδελφούς. Τους συμβούλευε και τους δίδασκε να μη μικροψυχούν και να μην παραμελούν τα επίπονα έργα της αρετής, αλλά ν' ακολουθούν τη σύμφωνη με το Ευαγγέλιο ζωή με πολλή προσοχή και διάκριση και ν' αγωνίζονται εναντίον των πονηρών πνευμάτων μέ γενναιοψυχία. Επίσης τους δίδαξε και μέθοδο, με την οποία θα μπορούσαν να απαλείφουν τις παλιές εμπαθείς μνήμες και ν' αποτρέπουν τη νέα σπορά των παθών.

Ω, πώς ο θείος αυτός Πατέρας διδάσκει στους αγνοούντες μαθητές του μέθοδο για να μπορούν ν' αποκρούουν τις προσβολές των παθών! Αυτή η μέθοδος δεν είναι άλλη από τη φύλαξη του νου· γιατί αυτή πετυχαίνει αυτό το κατόρθωμα και όχι άλλη. Αλλά ας προχωρήσομε παρακάτω.
Από το βίο του αγίου Σάββα

Όταν λοιπόν ο θείος Σάββας έβλεπε ότι κάποιος που απαρνήθηκε τα εγκόσμια, έμαθε πια με ακρίβεια τον κανόνα της ζωής των Μοναχών και ότι μπορούσε να φυλάει το νου του και να πολεμά εναντίον των πονηρών λογισμών, κι ακόμη ότι απέβαλε τελείως τη μνήμη των κοσμικών, τότε του έδινε κελί στη Λαύρα, αν ήταν αδύναμος στο σώμα και φιλάσθενος. Αν όμως ήταν υγιής και δυνατός, του έδινε άδεια να κτίσει ο ίδιος κελί.

Βλέπεις ότι και ο θεσπέσιος Σάββας απαιτούσε από τους μαθητές του τη φύλαξη του νου και κατόπιν τους επέτρεπε να καθίσουν μόνοι σε κελί; Τι θα κάνομε εμείς που καθόμαστε στα κελιά αργοί και δε γνωρίζομε ούτε αν υπάρχει φύλαξη του νου;
Από το βίο του αββά Αγάθωνος

Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Αγάθωνα: «Πες μου Αββά, ποιο είναι μεγαλύτερο, o σωματικός κόπος, ή η φύλαξη του εσωτερικού ανθρώπου;» Κι αυτός αποκρίθηκε: «Ο άνθρωπος μοιάζει με δένδρο. Ο σωματικός κόπος λοιπόν είναι τα φύλλα, ενώ η φύλαξη του εσωτερικού είναι ο καρπός. Επειδή λοιπόν, σύμφωνα με τη Γραφή, όποιο δένδρο δεν κάνει καλό καρπό το κόβουν και το ρίχνουν στη φωτιά, είναι φανερό ότι όλη η επιμέλειά μας, δηλαδή η φύλαξη του νου, αποβλέπει στους καρπούς. Χρειάζεται όμως και το σκέπασμα και ο στολισμός των φύλλων, τα οποία είναι ο σωματικός κόπος».

Είναι αξιοθαύμαστο, πώς αποφάνθηκε ο Άγιος αυτός για όλους όσους δεν έχουν φύλαξη του νου, αλλά καυχώνται μόνο για την πρακτική άσκηση, με το να πει ότι κάθε δένδρο που δεν κάνει καρπό, δηλαδή φύλαξη του νου, κι έχει μόνο φύλλα, δηλαδή την πράξη, κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά. Τρομακτική, πάτερ, η απόφανσή σου!
Από την επιστολή του αββά Μάρκου προς το Νικόλαο

Αν λοιπόν θέλεις, παιδί μου, να αποκτήσεις δικό σου λύχνο νοητού φωτός και πνευματικής γνώσεως μέσα σου, για να μπορέσεις να περπατήσεις ανεμπόδιστα μέσα στο βαθύτατο σκοτάδι αυτού του αιώνα και αν θέλεις νά καθοδηγούνται τα βήματά σου από τον Κύριο, με σκοπό να θελήσεις σφοδρά το δρόμο του Ευαγγελίου κατά το προφητικό ρητό, δηλαδή να θελήσεις με φλογερή πίστη να γίνεις κοινωνός των τελείων ευαγγελικών εντολών του Κυρίου με πόθο και προσευχή, εγώ σου υποδεικνύω μια θαυμαστή μέθοδο και πνευματική επινόηση.

Αυτή δε χρειάζεται σωματικό κόπο ή αγώνα, αλλά θέλει πνευματικό κόπο και νου και προσεκτική διάνοια που βοηθείται από το φόβο και την αγάπη του Θεού. Με την επινόηση αυτή θα μπορέσεις με ευκολία να κατατροπώσεις τη φάλαγγα των εχθρών.

Αν λοιπόν θέλεις να νικήσεις τα πάθη, αφού συγκεντρωθείς στον εαυτό σου με την προσευχή και τη βοήθεια του Θεού και βυθιστείς στα βάθη της καρδίας σου, ψάξε να βρεις τους τρεις αυτούς δυνατούς γίγαντες, δηλαδή τη λησμοσύνη, τη ραθυμία και την άγνοια, που είναι τα στηρίγματα των νοητών εχθρών, μέσω των οποίων επιστρέφουν και τα λοιπά πάθη της κακίας και ενεργούν και δρουν και δυναμώνουν μέσα στις ψυχές των φιλήδονων.

Και αφού με μεγάλη προσοχή και επιμέλεια του νου και με τη θεία βοήθεια βρεις εκείνα που οι περισσότεροι τα αγνοούν, θα μπορέσεις με πολλή προσοχή και προσευχή να σωθείς από αυτούς τους τρεις γίγαντες. Γιατί όταν με την ενεργό χάρη επιδιωχθεί να εγκατασταθεί στην καρδιά και να διαφυλαχθεί επιμελώς η αρμονική συνύπαρξη της αληθινής γνώσεως, της μνήμης του λόγου του Θεού και της αγαθής προθυμίας, τότε εξαφανίζεται από αυτήν κάθε ίχνος λησμοσύνης και άγνοιας και ραθυμίας.

Βλέπεις πώς συμφωνούν τα πνευματικά λόγια; Βλέπεις πώς δίνουν σαφή πληροφορία για την προσευχή; Και τώρα παρακολούθησε και τους άλλους Πατέρες, τι θα μας πουν. ========
Του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος

Ησυχαστής είναι εκείνος που αγωνίζεται να περιορίσει τον ασώματο νου σε σωματικό οίκο, δηλαδή μέσα στην καρδιά, πράγμα παράδοξο. Ησυχαστής είναι εκείνος που είπε: «Εγώ κοιμάμαι, μα η καρδιά μου αγρυπνεί».

Κλείνε τη θύρα του κελιού σου για το σώμα, τη θύρα της γλώσσας για τα λόγια, και την πύλη του εσωτερικού σου για τα πονηρά πνεύματα. Να κάθεσαι ψηλά και να παρατηρείς —αν βέβαια ξέρεις να το κάνεις αυτό— και τότε θα βλέπεις πως και πότε και από που και πόσοι και ποιοι κλέφτες έρχονται να μπουν και να κλέψουν τα σταφύλια.

Αν κουραστεί ο σκοπός να παρατηρεί, σηκώνεται και προσεύχεται, και αφού καθίσει πάλι, συνεχίζει με ανδρεία την ίδια εργασία. Άλλο είναι η φύλαξη των λογισμών και άλλο η φύλαξη του νου. Όσο απέχει η ανατολή από τη δύση, τόσο απέχει το δεύτερο και είναι πιο κοπιαστικό από το πρώτο. Όπως τα βασιλικά όπλα που βρίσκονται κάπου, ενώ τα βλέπουν οι κλέφτες, δεν τα πλησιάζουν, έτσι κι εκείνον που ένωσε την καρδιά του με την προσευχή δεν τον κλέβουν εύκολα οι νοεροί ληστές.

Είδες λόγια που αποκαλύπτουν τη θαυμαστή πνευματική εργασία του μεγάλου αυτού Πατέρα; Εμείς όμως, σαν να βαδίζομε μέσα στο σκοτάδι και σαν να περπατούμε πάνω από τα ψυχωφελή λόγια του Πνεύματος όπως σε νυκτομαχία, τά παρατρέχομε κωφεύοντας θεληματικά. Αλλά πρόσεξε και τα ακόλουθα, με τα οποία οι Πατέρες μας οδηγούν στη νήψη.
Του αββά Ησαΐα

Όταν χωρίσει κανείς τον εαυτό του από το μέρος των αμαρτωλών, τότε θα γνωρίσει ακριβώς όλα τα αμαρτήματα που διέπραξε στο Θεό (επειδή δεν μπορεί να δει τις αμαρτίες του αν δε χωριστεί απ' αυτές με πικρό χωρισμό). Εκείνοι που έφτασαν σ' αυτό το μέτρο, αυτοί βρήκαν το κλάμμα και τη δέηση και ντρέπονται μπροστά στο Θεό, φέρνοντας στο νου τους την πονηρή φιλία των παθών.

Ας αγωνιστούμε λοιπόν αδελφοί κατά τη δύναμή μας, και ο Θεός βοηθεί κατά το πλήθος του ελέους Του. Κι αν δεν φυλάξαμε την καρδιά μας όπως έκαναν οι Πατέρες μας, ας φροντίσομε τουλάχιστον να βάλομε τα δυνατά μας να φυλάξομε τα σώματά μας αναμάρτητα όπως ζητεί ο Θεός, και πιστεύομε ότι στον καιρό της πείνας που μας βρήκε, Αυτός θα δείξει το έλεός Του, καθώς έκανε και με τους Αγίους Του.

Εδώ ο μέγας αυτός Ησαΐας παρηγορεί τους πάρα πολύ ασθενείς, λέγοντας ότι κι αν δε φυλάξαμε την καρδιά μας όπως οι Πατέρες μας, ας φυλάξομε τουλάχιστον τα σώματά μας αναμάρτητα, όπως ζητεί ο Θεός, κι Αυτός θα δείξει σε μας το έλεός Του. Είναι μεγάλη η ευσπλαχνία και η συγκατάβαση αυτού του Πατέρα.
Του Μεγάλου Μακαρίου

Το κυριότατο έργο του πνευματικου αθλητή είναι να εισέλθει στην καρδιά του και να πολεμήσει το σατανά και να τον μισήσει. Και αφού παλέψει εναντίον των λογισμών που αυτός προκαλεί, να δώσει μάχη μαζί του. Αν όμως κανείς εξωτερικά μόνο φυλάει το σώμα του από τη διαφθορά και την πορνεία, ενώ εσωτερικά μοιχεύει ενώπιον του Θεού και πορνεύει με τους λογισμούς του, αυτός δεν ωφελήθηκε τίποτε διατηρώντας παρθένο το σώμα του. Γιατί λέει η Γραφή: «Καθένας που βλέπει γυναίκα και την επιθυμεί, ήδη διέπραξε μοιχεία μέσα στην καρδιά του». Υπάρχει πορνεία που γίνεται με το σώμα, και πορνεία της ψυχής που επικοινωνεί με τον σατανά.

Μας φαίνεται ίσως ότι ο μεγάλος αυτός Πατέρας λέει αντίθετα απ' ό,τι ο αββάς Ησαΐας που αναφέραμε? αλλά δεν είναι έτσι. Γιατί κι εκείνος σύμφωνα με το θέλημα του Θεού μας παραγγέλλει να φυλάξομε τα σώματά μας, ζητάει όμως όχι μόνο την καθαρότητα των σωμάτων, αλλά και των πνευμάτων· κι έτσι μας συμβουλεύει κι αυτός τα ίδια ευαγγελικά προστάγματα.
Του αγίου Διαδόχου

Εκείνος που διατρίβει πάντοτε μέσα στην καρδιά του, απομακρύνεται οπωσδήποτε απ' όσα θεωρούνται ωραία στη ζωή. Γιατί καθώς ζεί κατά τις εμπνεύσεις του Πνεύματος, δεν μπορεί να γνωρίσει τις επιθυμίες της σάρκας. Επειδή λοιπόν ο άνθρωπος αυτός περιφέρεται μέσα στο φρούριο των αρετών, έχοντας για φρουρούς των πυλών τις ίδιες τις αρετές, μένουν χωρίς αποτέλεσμα οι εναντίον του πολιορκητικές μηχανές των δαιμόνων.

Καλά είπε ο Άγιος ότι μένουν χωρίς αποτέλεσμα οι μηχανές των δαιμόνων, όταν δηλαδή διατρίβομε κάπου στο βάθος της καρδίας, και τόσο περισσότερο, όσο περισσότερο χρόνο κάνομε εκεί. Αλλά γνωρίζω ότι δεν θα μου φτάσει ο χρόνος αν θελήσω να αναφέρω εδώ τους λόγους όλων των Πατέρων. Γι' αυτό, αφού θυμηθώ ένα-δύο ακόμη, θα ολοκληρώσω το λόγο μου.
Του αββά Ισαάκ του Σύρου

Αγωνίσου να εισέλθεις στο θάλαμο που βρίσκεται μέσα σου, και θα δεις τον ουράνιο θάλαμο. Γιατί και τούτος κι εκείνος είναι ένας, και από μία είσοδο τους βλέπεις και τους δύο. Η σκάλα της βασιλείας εκείνης είναι κρυμμένη μέσα σου, δηλαδή μέσα στην ψυχή σου. Καθάρισε λοιπόν τον εαυτό σου από την αμαρτία και θα βρεις εκεί σκαλοπάτια, με τα οποία θα μπορέσεις να ανεβαίνεις. ======
Του αγίου Ιω. Καρπαθίου

Έχομε ανάγκη από μεγάλο αγώνα και κόπο στις προσευχές, για να βρούμε την απαλλαγμένη από κάθε ενόχληση κατάσταση της διάνοιας, σαν έναν άλλον ουρανό μέσα στην καρδιά μας όπου κατοικεί ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος: «Μήπως δε γνωρίζετε ότι ο Χριστός κατοικεί μέσα σας; Εκτός βέβαια αν αποτύχατε στη δοκιμασία».
Του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου

Αφ' ότου έκανε τον άνθρωπο να εξοριστεί εξαιτίας της παρακοής του από τον Παράδεισο και το Θεό, ο διάβολος με τους δαίμονες έχει τη δυνατότητα να σαλεύει νοητά το λογιστικό κάθε ανθρώπου ημέρα και νύχτα? άλλου πολύ, άλλου λίγο και άλλου περισσότερο. Και το λογιστικό δεν είναι δυνατό να οχυρωθεί διαφορετικά, παρά με την ακατάπαυστη μνήμη του Θεού. Αν δηλαδή με τη δύναμη του σταυρού εντυπωθεί στην καρδιά η θεία μνήμη, θα το στερεώσει και θα το κάνει ακλόνητο.

Σ' αυτό το σκοπό οδηγεί ο νοητός αγώνας, στον οποίο κάθε χριστιανός αποδόθηκε να αγωνιστεί μέσα στο στάδιο της πίστεως του Χριστού? αλλιώς θ' αγωνιστεί μάταια. Εξαιτίας αυτού του αγώνα γίνεται όλη η ποικιλότροπη άσκηση καθενός που κακοπαθεί για το Θεό, κι αυτό για να κάμψει τα σπλάχνα του Αγαθού και να του δώσει πάλι τό αρχικό αξίωμα και να σφραγιστεί στο λογιστικό του ο Χριστός, καθώς λέει ο Απόστολος: «Παιδάκια μου, για σας περνώ πάλι τους πόνους του τοκετού, ώσπου να εντυπωθεί μέσα σας ο Χριστός».

Είδατε, αδελφοί, ότι υπάρχει τέχνη πνευματική, δηλαδή μέθοδος, η οποία γρήγορα ανεβάζει αυτόν, που την ασκεί, στην απάθεια και στη θεοπτία; Βεβαιωθήκατε τώρα ότι όλη η πρακτική άσκηση θεωρείται από το Θεό όπως τα φύλλα στο δένδρο που δεν έχει καρπό; Και ότι θα πάει χαμένη σε κάθε ψυχή που δεν έχει φύλαξη του νου; Ας σπεύσομε λοιπόν, για να μην πεθάνομε άκαρποι και μετανοήσομε ανώφελα.

Ερώτηση: Από αυτό το σύγγραμμα μαθαίνομε ποια ήταν η πρακτική εκείνων που ευαρέστησαν τον Κύριο και ότι υπάρχει κάποια εργασία πνευματική, η οποία ελευθερώνει γρήγορα την ψυχή από τα πάθη και την συνδέει με την αγάπη του Θεού, η οποία είναι υποχρεωτική σε καθέναν που έγινε στρατιώτης του Χριστού? σ' αυτά δεν αμφιβάλλομε, αλλά έχομε πεισθεί τελείως. Παρακαλούμε όμως να μάθομε τι είναι προσοχή και με ποιον τρόπο αξιώνεται κανείς να την επιτύχει. Γιατί είμαστε ολότελα αμύητοι σ' αυτό το πράγμα.

Απόκριση: Στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που είπε: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε», κι αφού Τον επικαλεστώ ως βοηθό και συνεργό, θα προσπαθήσω κατά τη δύναμή μου να σας παρουσιάσω τι είναι προσοχή και πώς αυτή, Θεού θέλοντος, μπορεί να κατορθωθεί.

Η προσοχή, είπαν μερικοί Άγιοι, είναι φύλαξη του νου? άλλοι, φύλαξη της καρδιάς· άλλοι την είπαν νήψη, άλλοι νοερή ησυχία και άλλοι αλλιώς. Όλα αυτά σημαίνουν ένα και τό αυτό. Όπως όταν πει κανείς ψωμί, κομμάτι και μπουκιά, έτσι σκέψου και γι' αυτά. Μάθε τώρα με ακρίβεια τι είναι προσοχή και ποιά είναι τα ιδιώματά της. Η προσοχή είναι γνώρισμα της αληθινής μετάνοιας. Η προσοχή είναι ανόρθωση της ψυχής, μίσος του κόσμου και επιστροφή της στο Θεό. Η προσοχή είναι αποδοκιμασία της αμαρτίας και επαναφορά της αρετής. Η προσοχή είναι ανεπιφύλακτη βεβαιότητα για τη συγχώρηση των αμαρτιών μας. Η προσοχή είναι η αρχή της θεωρίας, ή μάλλον η βάση της θεωρίας, γιατί μέσω αυτής ο Θεός συγκαταβαίνει κι εμφανίζεται στο νου. Η προσοχή είναι αταραξία του νου, ή μάλλον ακινησία της ψυχής, που της δόθηκε ως βραβείο από το έλεος του Θεού. Η προσοχή είναι κατάργηση των λογισμών, ανάκτορο της μνήμης του Θεού, θησαυροφυλάκιο της υπομονής των επερχομένων δοκιμασιών. Η προσοχή είναι αιτία της πίστεως, της ελπίδας και της αγάπης. Γιατί αν κανείς δεν πιστέψει, δε θα δεχτεί τα επερχόμενα λυπηρά? κι αν δεν τα δεχτεί με χαρά, δε θα πει στον Κύριο: «Είσαι βοηθός μου και καταφύγιο μου»»? κι αν δεν έχει καταφύγιό του τον Ύψιστο, δε θα ενστερνιστεί την αγάπη Του.

Αυτό λοιπόν το μέγιστο των μεγίστων κατόρθωμα, οι περισσότεροι, ή και όλοι, το αποκτούν κυρίως με τη διδασκαλία. Γιατί σπανίζουν εκείνοι που χωρίς διδαχή άλλου, με την ένταση της εργασίας τους και τη θέρμη της πίστεως, το έλαβαν από το Θεό? μα το σπάνιο δεν είναι νόμος. Γι' αυτό πρέπει ν' αναζητήσομε οδηγό που δε θα πέφτει σε πλάνη, ώστε με την καθοδήγησή του να διδασκόμαστε και να διορθωνόμαστε στις δεξιές και τις αριστερές μεταπτώσεις της προσοχής, εννοώ τις ελλείψεις και τις υπερβολές που εισάγει ο πονηρός? να μας τις φανερώνει σύμφωνα με όσα έπαθε και δοκιμάστηκε ο ίδιος, και να μας υποδεικνύει τη νοητή αυτή οδό ώστε να μη μας μένει αμφιβολία, κι έτσι να την βαδίζομε με ευκολία.

Αν δεν έχεις οδηγό, πρέπει να τον αναζητάς με επιμονή. Αν όμως δε βρίσκεις, τότε αφού επικαλεστείς το Θεό και Τον ικετεύσεις με συντριβή πνεύματος και δάκρυα και ακτημοσύνη, κάνε αυτό που θα σου πω. Γνωρίζεις ότι αυτό που αναπνέομε είναι ο κοινός αέρας, και τον εκπνέομε όχι για άλλο τίποτε, παρά για την καρδιά, γιατί αυτή είναι η αιτία της ζωής και της θερμότητας του σώματος. Η καρδιά, δηλαδή, φέρνει προς τον εαυτό της τον αέρα της αναπνοής ως ένα μέσο που θα μεταφέρει έξω, με την εκπνοή, μέρος της θερμότητάς της, ώστε η ίδια να διατηρεί τη σωστή θερμοκρασία. Αίτιος, ή μάλλον υπηρέτης αυτής της λειτουργίας είναι ο πνεύμονας, που τον έκανε ο Δημιουργός με αραιή δομή ώστε σαν ένα φυσερό να εισάγει και να εξάγει χωρίς δυσκολία τον αέρα. Έτσι η καρδιά με την αναπνοή ψύχεται, αποβάλ-λοντας θερμότητα, και επιτελεί απαράβατα αυτή τη λειτουργία, στην οποία έχει οριστεί για τη διατήρηση της ζωής.

Εσύ, λοιπόν, αφού καθίσεις και συγκεντρώσεις το νου σου, πέρασέ τον στην αναπνευστική οδό που αρχίζει από τη μύτη και οδηγεί τον αέρα στην καρδιά? και ώθησε το νου σου κι ανάγκασέ τον να κατεβεί μαζί με τον εισπνεόμενο αέρα στην καρδιά. Κι όταν εισέλθει εκεί, τα μετέπειτα δεν θα είναι πλέον χωρίς ευφροσύνη και χαρά. Όπως δηλαδή ένας άνδρας που είχε απουσιάσει μακριά από το σπίτι του, όταν επιστρέψει, δεν ξέρει τι κάνει απ' τη χαρά του που αξιώθηκε να συναντήσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του, έτσι και ο νους όταν ενωθεί με την ψυχή, γεμίζει από ανείπωτη ηδονή και ευφροσύνη. Λοιπόν, αδελφέ, συνήθισε το νου σου να μη βγαίνει γρήγορα από εκεί. Στην αρχή στενοχωρείται πάρα πολύ από το εκεί κλείσιμο και τον περιορισμό? όταν όμως συνηθίσει, δεν ανέχεται πια να περιφέρεται έξω. Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα μας, και καθώς ο νους την παρατηρεί εκεί και με την καθαρή προσευχή την επιδιώκει, νομίζει βδελυρά και μισητά όλα τα έξω.

Αν λοιπόν με την πρώτη προσπάθεια εισέλθεις με το νου σου στον καρδιακό τόπο που σου υπέδειξα, ευχαρίστησε και δόξασε το Θεό, και σκίρτησε και εξακολούθησε αυτή την εργασία για πάντα. Αυτή είναι που θα σε διδάξει εκείνα που δε γνωρίζεις. Πρέπει ακόμη να μάθεις και τούτο? όταν ο νους σου βρίσκεται εκεί, να μη σιωπά και να μην κάθεται αργός, αλλά να έχει ως έργο και ακατάπαυστη μελέτη του το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», και να μην το σταματά ποτέ. Γιατί αυτό διατηρεί το νου συγκεντρωμένο, τον αναδεικνύει ανίκητο και απρόσβλητο κατά τις επιθέσεις του εχθρού και του αυξάνει καθημερινά την αγάπη και τον πόθο του Θεού.

Αν πάλι, αδελφέ, παρά τις εντατικές σου προσπάθειες, δεν μπορείς να εισέλθεις στην περιοχή της καρδίας καθώς σου περιέγραψα, κάνε αυτό που σου λέω τώρα, και με τη βοήθεια του Θεού θα βρεις ό,τι ζητάς. Γνωρίζεις ότι το λογιστικό μέρος της ψυχής κάθε ανθρώπου βρίσκεται στο στήθος. Εκεί, μέσα στο στήθος, και όταν σωπαίνουν τα χείλη, μιλάμε και σκεπτόμαστε και συνθέτομε προσευχές και ψαλμούς και άλλα. Αφαίρεσε λοιπόν από το λογιστικό κάθε λογισμό —μπορείς, αν θέλεις—, και δώσε σ' αυτό το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Και ανάγκασέ το να φωνάζει εσωτερικά πάντοτε αυτό αντί οποιαδήποτε άλλη έννοια. Αν αυτό το τηρήσεις γι' αρκετό καιρό, αναμφίβολα θα σου ανοιχτεί μέσω αυτού και η καρδιακή είσοδος, όπως έχομε γράψει και όπως κι εμείς από την πείρα έχομε μάθει. Κι ακόμη, θα έρθει σε σένα, μαζί με την πολυπόθητη και τερπνή προσοχή, κι όλη η χορεία των αρετών, αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ., που θα ικανοποιήσουν όλα τα αιτήματά σου με τη χάρη του Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας. Σ' Αυτόν, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η τιμή και η προσκύνηση, και τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες. Αμήν.

Η χρήση λογικής και νοεράς ενέργειας του ανθρώπου κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά -1Γέροντας Εφραίμ, Καθηγούμενος Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου


Η Χρήση Λογικής και Νοεράς Ενέργειας του Ανθρώπου κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά

(Επεξεργασμένο κείμενο από την Στρογγυλή Τράπεζα του Β  Διεθνοῦς Επιστημονικού Συνεδρίου «Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην ιστορία και το παρόν», Λεμεσός 5-7 Νοεμβρίου 1999)

Συνέχομαι όλος από πόθο και τρόμο, όταν μελετώ η όταν πρόκειται να μιλήσω για τον μεγάλο θεολόγο και Πατέρα της Εκκλησίας μας, τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά. Πόθο, γιατί αυτός ο άγιος εκφράζει κατά ένα μοναδικό τρόπο την Πατερική θεολογική σκέψη ως προς την ακριβή και αναλυτική διδασκαλία των Τριαδολογικών και Χριστολογικών δογμάτων, αλλά και αποκαλύπτει και ερμηνεύει δυσεξιχνίαστες ανθρωπολογικές αλήθειες. Τρόμο ιερό αισθάνομαι, γιατί φοβούμαι μήπως παρερμηνεύσω κάτι από την διδασκαλία και την χαρισματική ζωή του αγίου. Θαρρώντας όμως στις πρεσβείες του προχωρώ στην κατά το δυνατόν ανάπτυξη, μέσα στα όρια του χρόνου που μου προσφέρεται, του τόσο λεπτού και σημαντικού θέματός μας, που άπτεται του βιώματος της χριστιανικής ζωής.

B·UO?·E‰EOO1

Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς στην δεύτερη ομιλία του για τα Εισόδια, όπου παρουσιάζει το πρόσωπο της Θεοτόκου ως πρότυπο ησυχαστικής ζωής, ομιλεί αναλυτικά περί των πέντε δυνάμεων της ψυχής· αίσθησης, φαντασίας, δόξας, διάνοιας, νου[1]. Εκεί ο μεγάλος αυτός ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής διευκρινίζει ότι διάνοια είναι η λογική δύναμη που ολοκληρώνει με διάφορους διεξοδικούς συλλογισμούς την δόξα δηλαδή την γνώμη[2], και έχει ως έδρα της τον εγκέφαλο[3]. Ο νους είναι αυτοτελής ουσία που έχει ως κύρια ενέργειά του, την νοερά· όταν όμως εκπίπτει από αυτή την κίνηση, περιορίζεται στην διανοητική και μόνο ζωή[4].

Ο άνθρωπος έχει δύο ψυχικούς οφθαλμούς[5]. Ο πρώτος είναι η διάνοια που έχει ως επιστητό της την κτιστή γνώση. Όμως με την διάνοιά του ο άνθρωπος μπορεί να μελετά και το Άκτιστο, να ενασχολείται, κάτω από προϋποθέσεις, με διάφορες πνευματικές “θεωρίες”[6]. Η διάνοια δεν αποτελεί τον κύριο οφθαλμό της ψυχής, γιατί δεν μπορεί να γνωρίσει εμπειρικά τους επουράνιους θησαυρούς· αυτή «τα αισθητά και τα νοερά επίσης διανοητά δι’ εαυτής ποιεί»[7]. Ο δεύτερος ψυχικός οφθαλμός είναι ο νους, δηλαδή η νοερά ενέργεια μέσα στην καρδιά του ανθρώπου με την οποία επιτυγχάνεται η θεία εποψία και η εμπειρική γνώση του Θεού δια των ακτίστων θεοποιών ενεργειών του Θεού[8].

Η άσκηση των αρετών έχει ως σκοπό την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό δια της ακτίστου Χάριτός Του. Με τις αρετές μπορούμε να οδηγηθούμε στην προς τον Θεόν ομοίωση· δίχως όμως την επίτευξη της αισθητής, οντολογικής[9] κατά Χάριν ενώσεως δεν πετυχαίνουμε, δεν “πάσχομεν” την θέωση[10].

Μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων διαταράχθηκαν και διασπάσθησαν οι ψυχικές δυνάμεις του ανθρώπου[11]. Οι δυνάμεις αυτές, και ιδιαίτερα η νοερά, πρέπει τώρα με την Χάρη του Θεού και την συνέργεια του ανθρώπου να αποκατασταθούν και να ενοποιηθούν μέσα στον χώρο της καρδίας, που αποτελεί το πνευματικό κέντρο του ανθρωπίνου προσώπου, τον θρόνο της Θείας Χάριτος[12]. Με τον τρόπο αυτόν ξαναβρίσκει ο άνθρωπος «το αρχαίο εκείνο κάλλος»[13] και θεραπεύεται το ανθρώπινο πρόσωπο[14].

Κατά τον Παλαμά ο νους του ανθρώπου έχει ουσία και ενέργεια όπως και ο Θεός[15]. Η ουσία του νου, που εδρεύει στην καρδιά[16], στο «πρώτον σαρκικόν λογιστικόν όργανον»[17], είναι αμετάβατη «μηδέποτε εαυτήν απολείπουσα»[18]. Η ενέργεια όμως του νου μεταβαίνει[19] και διαχέεται έξω δια των αισθήσεων και των λογισμών. Την ενέργεια αυτή προσπαθεί να επαναφέρει στην ουσία ο ασκητής με την νοερά προσευχή, ώστε ο νους να επιστρέψει στον εαυτό του και κατόπιν να ενωθεί με τον Θεό[20]. Μπορεί σε κάποιον να λειτουργεί αυτή η νοερά ενέργεια, αλλά επειδή δεν γνωρίζει την Πατερική διδασκαλία, να μην έχει συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει ακριβώς στον χώρο της καρδίας του· έχει όμως σίγουρα την αίσθηση καρδιακών θείων βιωμάτων.

Η ένωση του κτιστού ανθρώπου με τον άκτιστο Θεό διαμέσου της νοεράς ενέργειας στην καρδιά του ανθρώπου δεν μπορεί να γίνει χωρίς την Χάρη του Θεού. Ούτε την ύπαρξη της νοεράς ενέργειας μπορεί να αντιληφθεί ο άνθρωπος χωρίς την ενέργεια της θείας Χάριτος[21]. Μπορούμε να πούμε ότι η νοερά ενέργεια αποτελεί τον δείκτη ευρέσεως της Χάριτος του Θεού[22]. Αυτός που μετέχει, κοινωνεί με την άκτιστη θεοποιό ενέργεια, γνωρίζει εμπειρικά την νοερά ενέργεια της ψυχής του μέσα στην καρδιά του κατά την προσευχή[23].

Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η λογική ενέργεια του ανθρώπου, όταν θεωρείται ως αυθεντία στην έρευνά της για το Άκτιστο, μπορεί να δημιουργήσει πλάνη, που σχετίζεται με τρεις κατηγορίες ανθρώπων και έχει αντίκτυπο στην πνευματική τους ζωή.

[Συνεχίζεται]

[1] Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλίαι ΚΒ , εκδ. Σοφοκλέους του εξ Οικονόμων, Αθήνησι 1861, Ομιλία 53, από την 35 παράγραφο, σ. 172 κ. ε. Περί της διακρίσεως των όρων νους, διάνοια, καρδιά, ψυχή βλ. Μητροπ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Α  ἔκδ. 1986, σ. 91-228, όπου στις σ. 111-117 επισημαίνεται ότι οι Πατέρες πολλές φορές εναλλάσσουν τους όρους χαρακτηρίζοντας τον νου, άλλοτε ως διάνοια η νοερά ενέργεια της ψυχής, άλλοτε ως ουσία της ψυχής. Στην Δυτική θεολογία ο νους εκλαμβάνεται πάντοτε ως διάνοια και λογική. Για τους θεολόγους της Δύσεως είναι “ανύπαρκτη” η νοερά ενέργεια. Ενδεικτικά σημειώνουμε: «Νους λέγεται και η του νου ενέργεια εν λογισμοίς συνισταμένη και νοήμασι. Νους εστι και η ενεργούσα ταύτα δύναμις, ήτις και καρδία καλείται παρά της Γραφής». Τρία κεφάλαια περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας 3, Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, επιμ. Π. Χρήστου, τομ. Ε , 1992, σ. 159 (στο εξής Συγγράμματα). «Όταν δε απαιτώμεθα ειπείν τι νους και τι διάνοια, τον μεν νουν ουσίαν λέγομεν, την δε διάνοιαν ουσιώδη ενέργειαν… αλλ’ ουκ έστι ποτέ χωρίς νου η διάνοια». Επίτομος διήγησις Φακρασή Πρωτοστράτορος 26, Συγγράμματα, τομ. Δ , 1988, σ. 229. Και αγίου Ισαάκ Σύρου, Λόγος 83, εκδ. Σπετσιέρη, σ. 320 «Ο μεν γαρ νους μία εστί των της ψυχής αισθήσεων· η δε καρδία εστίν η περιέχουσα και κρατούσα τας ένδον αισθήσεις. Και αύτη εστίν η ρίζα».
[2] «Διάνοια δε λογική μεν εστιν αεί, διεξοδικώς δε πρόεισιν εις την μετά λόγου δόξαν αποτελευτώσα». Ομιλία 53, 36, Οικονόμου, σ. 174.
[3] «Πάσαι δ’ αύται δι’ οργάνου πρώτου συνειστήκασι και ενεργούσι του ψυχικού εν εγκεφάλω πνεύματος». Ο.π.
[4] «Νου δε όργανον ουδέν εστιν, αλλ’ αυτοτελής εστιν ουσία και καθ’ εαυτήν ούσα ενεργητική, ει και προς την κατά διάνοιαν ψυχικήν τε και ανελιγμένην ζωήν υποκαταβιβάζει εαυτόν». Ο.π. Για την διευκρίνηση των ενεργειών της ψυχής σε μια σύγχρονη ορολογία και διατύπωση βλ. Χρυσοστόμου Μοναχού Διονυσιάτου, Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος, Άγιον Όρος 1998. Το παρακάτω θα μπορούσε να ήταν ερμηνεία του ως άνω χωρίου του Παλαμά: «Όταν η ενέργεια του νοός εγκλωβίζεται στην αίσθηση η τον λόγο, η διανόηση (λογική ενέργεια) λειτουργεί ως υποκατάστατο της νοήσεως (νοεράς ενέργειας). Η διάνοια υπολείπεται από τον νου σε δυνατότητες, διότι πάντοτε ενεργεί δια-λογιζόμενη, ποτέ ενορατικά», σ. 47.
[5] Πρβλ. Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2,3,15, Συγγράμματα, τομ. Α , σ.551.
[6] Πολυσήμαντη είναι η λέξη “θεωρία”, η “άληκτος γνώσις” στην Πατερική ορολογία. Άλλοτε σημαίνει την φυσική θεωρία, την φυσική αποκάλυψη του Θεού (όχι βέβαια την analogia entis της δυτικής θεολογίας) που γίνεται μέσω των λόγων των όντων με την λογική και είναι ο καταφατικός τρόπος, μία ευθεία κίνηση της ανθρώπινης διάνοιας διαμέσου της κτίσεως προς τον Θεό. Άλλοτε σημαίνει την θέα του Θεού, είτε «δι’ εσόπτρου και εν αινίγματι» στο στάδιο του φωτισμού, είτε «πρόσωπον προς πρόσωπον» στην θέωση και είναι ο αποφατικός τρόπος, η ελικοειδής η κυκλική κίνηση του νου προς τον Θεό. Η θεωρία γίνεται “αυτοκίνητη” η “κατ’ επιβολήν”, όταν ο άνθρωπος από μόνος του δημιουργεί στην διάνοιά του διάφορες έννοιες που απορρέουν από τις γνώσεις περί των ευεργεσιών του Θεού, θανάτου και κρίσεως, των αισθητών και νοητών όντων, ενσάρκου οικονομίας του Θεού και των λοιπών περί Θεού δογμάτων, αρχικά χωρίς την συμμετοχή της Χάριτος, και “ετεροκίνητη” η “κατά παραδοχήν”, όταν δια της Χάριτος που ενεργεί στην καρδιά αρπάζεται η διάνοια σε θεωρία χωρίς την θέληση του ανθρώπου. Για την διάκριση των δύο αυτών θεωριών και την υπεροχή της δευτέρας βλ. στο έργο των αγίων Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλων, «Μέθοδος και κανών ακριβής», Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, εκδ. Αστήρ 1961, τομ. Δ , κεφ. 68, σ. 262.
[7]  Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,3,34, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 445.
[8] «Της ουν καθ’ εαυτόν ενεργείας γενόμενος ο νους, ήτις εστίν η προς εαυτόν στροφή και τήρησις, δι’ αυτής υπεραναβαίνων εαυτόν, και Θεώ συγγένοιτ’ αν». Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,3,45, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 457.

[9] Η χρήση του όρου “οντολογικός” γίνεται υπό την έννοια του “πραγματικός”, “ουσιαστικός”, “υπαρκτικός” και πρέπει να αντιδιαστέλλεται από την “οντολογία” της Δυτικής θεολογίας, όπου συνήθως εννοείται η αναλογία των όντων (analogia entis), δια της οποίας ο άνθρωπος μπορεί από την μελέτη των όντων να αναχθεί στα δήθεν αρχέτυπά τους που βρίσκονται μέσα στην ουσία του Θεού· προφανής επίδραση της μεταφυσικής του Νεοπλατωνισμού στην Δυτική θεολογία. Κάλλιστα μπορούμε να ομιλούμε για οντολογία αναφερόμενοι στις σχέσεις, στους λόγους των κτιστών όντων (πρβλ. την οντολογία του αγίου Μαξίμου Ομολογητού), αλλά είναι ριψοκίνδυνο, όταν μιλούμε για οντολογικές σχέσεις με την Αγία Τριάδα. Κανένας Πατέρας δεν το έχει τολμήσει, αφού για τους Πατέρες ο Θεός δεν θεωρείται τόσο “ον”, “ύπαρξη”, αλλά κυρίως ως “μη Ον”, και συνεπώς δεν υπόκειται σε γνωστές, διανοητικές, επίγειες οντολογικές σχέσεις. Βλ. αγίου Ιω. Δαμασκηνού: «Οικειότερον δε μάλλον εκ της πάντων αφαιρέσεως ποιείσθαι τον λόγον· ουδέν γαρ των όντων εστίν, ου ως μη ων, αλλ’ ως υπέρ πάντα τα όντα και υπέρ αυτό το είναι ων». Έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως 1, 4, PG 94, 800BC.
[10] «Δει μεν γαρ ημίν ομοιώσεως, ως εναρμονίως σχώμεν προς την ένωσιν εκείνην, δι’ ης η θέωσις τελείται. Χωρίς δε της ενώσεως η ομοίωσις ουκ αποχρήσει προς θέωσιν». Περί θεοποιού μεθέξεως 7, Συγγράμματα, τομ. Β , σ. 142.
[11] Οι Ρωμαιοκαθολικοί ισχυρίζονται ότι μετά την πτώση παρέμεινε άθικτη η ανθρώπινη φύση. (Πρβλ. π. Ιω. Ρωμανίδη, Το Προπατορικόν αμάρτημα 31992, σ. 156). Δηλαδή ότι με την παράβαση έγινε ένα λάθος από την λογική του ανθρώπου και η θεραπεία της ανθρώπινης προσωπικότητας έγκειται στην διόρθωση της λογικής. Από εδώ αρχίζει όλη η λογικοκρατία της Δυτικής θεολογήσεως, ώστε να αποδεχθεί και να δογματίσει την θέση του Θωμά Ακινάτη ότι η ανθρώπινη λογική συμφωνεί με την θεία αποκάλυψη (πρβλ. Στ. Παπαδοπούλου, Ελλ. μεταφρ. θωμιστ. έργων – Φιλοθωμισταί & αντιθωμ. εν Βυζαντίω, Αθήναι 1967, σ. 126-127). Αντίθετα οι Διαμαρτυρόμενοι και Προτεστάντες θεωρώντας ότι με την πτώση διεστράφη πλήρως η ανθρώπινη προσωπικότητα, ακόμα και αυτή η προαίρεση, το αυτεξούσιο, οδηγούνται στον απόλυτο προορισμό (Καλβίνος, Λούθηρος).

[12] Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,3, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 396.

[13]«Προύργου δε αυτοίς η του νου προς εαυτόν επιστροφή και σύννευσις, μάλλον δε πασών των της ψυχής δυνάμεων, ει και θαυμαστόν ειπείν, προς τον νουν επιστροφή και η κατ’ αυτόν τε και Θεόν ενέργεια, δι’ ης επεσκευασμένοι προς το πρωτότυπον ευ διατίθενται, το αρχαίο εκείνο και αμήχανον κάλλος, επανθούσης της Χάριτος». Αντιρρητικός προς Ακίνδυνον 7,40, Συγγράμματα, τομ. Γ , σ. 492.

[14]«Η κλήσις του Κυρίου απευθύνεται πρωτίστως εις την καρδίαν, το πνευματικόν κέντρον του προσώπου… Η φλοξ της αγάπης ελκύει ολοτελώς τον νουν εις την καρδίαν και τακείς ούτος δια της φλογός ταύτης ενούται μετά της καρδίας εις εν και θεωρεί το Είναι εν τω Φωτί της Θείας Αγάπης. Ο άνθρωπος “ενοποιείται”, θεραπεύεται». Αρχιμ. Σωφρονίου, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, Έσσεξ Αγγλίας 1992, σ. 272-273.

[15]«Άλλο μεν ουσία νου, άλλο δε ενέργεια». Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,5, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 397.

[16]Ο ησυχαστής Κάλλιστος Αγγελικούδης (β  μισὸ του 14ου αι.) στο αντιρρητικό του έργο Κατά Θωμά ορίζει την καρδιά ως «το περιεκτικόν των της ψυχής απασών δυνάμεων». Στυλ. Παπαδόπουλου, Ορθόδοξη & Σχολαστική Θεολογία, Αθήναι χ.χρ., κεφ. 381, σ. 201. Ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης την ορίζει ως κέντρο φυσικό, παραφυσικό, υπερφυσικό. Bλ. Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, εκδ. «Ο άγιος Νικόδημος», Αθήναι χ.χρ., σ. 110-115.

[17]Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,3, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 396.

[18]Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2,2,26, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 533.
[19] Ο.π.

[20] Ο άγιος Γρηγόριος στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,2,5, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 398, χρησιμοποιεί το κλασικό χωρίο από την επιστολή του Μ. Βασιλείου, Προς Γρηγόριον Θεολόγον 2,2, PG 32, 228Α: «Νους μη σκεδαννύμενος επί τα έξω επάνεισι προς εαυτόν, δι’ εαυτού προς τον Θεόν». Πρβλ. και Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 2,2,25, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 532, στ. 27-30.
[21] «Ούτω και ο νους αν η νοεράν έχων αίσθησιν ορώη καθ’ εαυτόν ενεργεία γένοιτο μη του θείου μετασχών φωτός», Αντιρρητικός προς Ακίνδυνον 7, 33, Συγγράμματα, τομ. Γ , σ. 485. Επίσης βλ. στο Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1, 3, 46, Συγγράμματα, τομ. Α , σ. 458 «χωρίς (το άκτιστο φως) ουδ’ αν νους η νοεράν έχων αίσθησιν ορώη τοις υπέρ εαυτόν ενούμενος καθάπερ ουδέ οφθαλμός σώματος του κατ’ αίσθησιν φωτός χωρίς».
[22] «Η χάρις του Θεού βλέπεται νοερώς και γνωρίζεται εν αισθήσει νοός μόνον εν ώρα της προσευχής». Γέροντος Ιωσήφ Ησυχαστού, Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας, 41992, σ. 335. Βλ. και του αρχιμ. Εφραίμ, Προηγουμένου Ι. Μονής Φιλοθέου, «όπου η ενέργεια της ευχής, εκεί ο Χριστός συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, η ομοούσιος και αδιαίρετος Αγία Τριας». «Κεφάλαια περί προσευχής», στο περιοδικό Σύναξη 10 (1984), σ. 43, κεφ. β.
[23] Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συστήνει σε αυτόν που λέγει την μονολόγιστο ευχή, το Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, «ο λόγος να μελετά την ευχήν αυτήν, ο δε νους να καταβιβάζη την νοεράν ενέργειάν του μέσα εις την καρδίαν και να προσέχη νοερώς με όλην την δύναμίν  του». Νικοδήμου Αγιορείτου, Εξομολογητάριον, εκδ. «Ο άγιος Νικόδημος», Αθήναι χ.χρ., σ. 44-45.

Νοῦς, νοερά ἐνέργεια καί καρδία κατά τούς Ἀγίους Πατέρες.


''Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά βρίσκεται στήν καρδιά...''

 
Ὁ νοῦς εἶναι ὁ ἱερέας καί ἡ καρδία τό ἐσωτερικό θυσιαστήριο τοῦ ἀνθρώπου πού θά πρέπει νά εἶναι ἀφιερωμένο στόν Θεό.

Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπους σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρας πρέπει νά βρίσκεται ἐντός τοῦ ἀνθρώπου, στήν καρδία του καί ἐκεῖ νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα (νά ἱερουργεῖ τελώντας μία ἀδιάλειπτη Θεία Λειτουργία στό ἐσωτερικό θυσιαστήριο τῆς ἀνθρωπινης καρδίας).

Δέν θά πρέπει νά διασκορπίζεται πρός τά ἔξω διά τῶν αἰσθήσεων, ἀλλά νά ἔρχεται «εἰς ἑαυτόν».

Δηλ. ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ, πού διασκορπίζεται διά τῶν αἰσθητηρίων στό περιβάλλον, θά πρέπει νά ἐπανέλθει στήν οὐσία τοῦ νοῦ, πού βρίσκεται ἐντός τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου.

[Σημειώνουμε ἐδῶ ὅτι : οὐσία, ἡ ὁποία βρίσκεται ἐντός τῆς καρδίας (καί ὀνομάζεται βαθεῖα καρδία) καί ἐνέργεια (ἡ ὁποία λέγεται νοερά ἐνέργεια). Ἡ νοερά ἐνέργεια ἐνεργεῖ στήν καρδία τοῦ ὑγιοῦς πνευματικά ὡς νοερά ἀδιάλειπτη προσευχή (νοῦς) καί στόν ἐγκέφαλο ὡς διάνοια (λογική)].

Τότε ὅταν ὁλοκληρωθεῖ αὐτή ἡ ἐπιστροφή, ὁ νοῦς διά τοῦ ἑαυτοῦ του, «ἐπί τήν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνει». Τότε ἡ νοερά ἐνέργεια λειτουργεῖ σωστά....

Τότε ὁ νοῦς δηλ. ἡ ψυχή κατά τούς ἁγίους Πατέρας λειτουργεῖ κατά φύσιν. ὅπως ὁ Θεός ἔχει οὐσία καί ἐνέργεια ἔτσι καί ὁ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἄνθρωπος (νοῦς) ἔχει.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης μᾶς διδάσκει : «Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε θεράπευε τὸν χῶρο τῆς ψυχῆς. Εἶχε διαπιστώσει, ἀπὸ τὴν Ἑβραϊκὴ παράδοσι καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους ὅτι στὸν χῶρο τῆς φυσικῆς καρδιᾶς λειτουργεῖ κάτι, ποὺ οἱ Πατέρες ὠνόμασαν «νοῦν».

Πήρανε δηλαδὴ τὸν παραδοσιακὸν «νοῦν», ποὺ σημαίνει διάνοια καὶ λόγος, καὶ κάνανε μία διαφοροποίησι. Ὠνόμασαν νοῦν αὐτὴν τὴν νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία λειτουργεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ὑγιοῦς ψυχικὰ ἀνθρώπου. Δὲν γνωρίζομε πότε ἔγινε αὐτὴ ἡ διαφοροποίησις, διότι συμβαίνει ἐπίσης μερικοὶ Πατέρες νὰ ὀνομάζουν μὲ τὴν ἴδια λέξι, νοῦν, καὶ τὴν λογική, ἀλλὰ καὶ τὴν νοερὰ ἐνέργεια, ὅταν αὐτὴ κατεβαίνη καὶ λετουργῆ στὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς.

Ὅποτε ἐξ αὐτῆς τῆς ἀπόψεως ἡ νοερὰ ἐνέργεια εἶναι μία καὶ μόνη ἐνέργεια τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία στὸν μὲν ἐγκέφαλο λειτουργεῖ ὡς λογική, ἡ ἴδια ὅμως λειτουργεῖ συγχρόνως καὶ στὴν καρδιὰ ὡς νοῦς. Δηλαδὴ τὸ ἴδιο ὄργανο, ὁ νοῦς, προσεύχεται ἀδιάλειπτα στὴν καρδιά, σὲ ὅσους ἐννοεῖται ἔχουν ἀδειάλειπτη καρδιακὴ προσευχή, καὶ συγχρόνως σκέπτεται π.χ. μαθηματικὰ προβλήματα καὶ ὀ,τιδήποτε ἄλλο, στὸν ἐγκέφαλο» [16].

Στὰ συγγράμματα τῶν ἁγίων Πατέρων γίνεται πολὺς λόγος γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ στὴν καρδιά, τὴν ἐπιστροφὴ τῆς ἐνεργείας στὴν οὐσία. 

Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι ὁ νοῦς πού δὲν διασκορπίζεται πρὸς τὰ ἔξω καὶ δὲν διαχέεται ὑπὸ τῶν αἰσθητηρίων στὸν κόσμο, ἐπιστρέφει στὸν ἑαυτό του καὶ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του ἀναβαίνει στὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. 

Καὶ στὴν συνέχεια περιλαμπόμενος καὶ ἐλλαμπόμενος ἀπὸ τὸ κάλλος τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν Θεία Χάρη, ἀπό τό Φῶς τοῦ Θεοῦ τό Ἄκτιστον,

δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ γήινα καὶ ξεχνᾶ ἀκόμη καὶ αὐτὴν τὴν φύση· δηλ. δέν φροντίζει μέ ἀγωνία οὔτε γιά τήν τροφή του οὔτε γιά τό τί θά φορέσει ὁ ἄνθρωπος αὐτός. [17]


Ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴν διάχυσή του στὴν καρδιά, δηλαδὴ ἡ ἐπιστροφὴ τῆς ἐνεργείας τοῦ νοῦ στὴν οὐσία του...

εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ, ἡ ἀποκατάσταση του στό κατά φύσιν.

Τότε ἡ καρδία καθαρίζεται ἀπό τήν ἀδιάλειπτη νοερά καρδιακή προσευχή καί ἔρχεται ἐντός της Ἔνοικος τό Πανάγιον Πνεῦμα μέ τόν καρπό του πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία κ.λ.π.). Τότε φυσικά ἐξαφανίζεται ὁ ἐγωισμός, ἡ λύπη πού προκαλεῖ καί ἡ Κατάθλιψη.

Παραπομπές

[16] Π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, Πατερική Θεολογία, ἐκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 19.

[17] Μ. Βασιλείου, TLG, Work #075 32.1240.35 to Work #075 32.1240.42 Νοῦς γὰρ μὴ σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω͵ μηδὲ ὑπὸ τῶν αἰσθητηρίων ἐπὶ τὸν κόσμον διαφορούμενος͵ ἐπάνεισι μὲν πρὸς ἑαυτὸν͵ δι΄ ἑαυτοῦ δὲ πρὸς τὴν περὶ Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει· κἀκείνῳ τῷ κάλλει περιλαμπόμενος͵ καὶ αὐτῆς τῆς φύσεως λήθην λαμβάνει· μήτε πρὸς τροφῆς φροντίδα͵ μήτε πρὸς περιβολαίων μέριμναν τὴν ψυχὴν καθελκόμενος· ἀλλὰ σχολὴν ἀπὸ τῶν γηίνων φροντίδων ἄγων͵ τὴν πᾶσαν ἑαυτοῦ σπουδὴν ἐπὶ τὴν κτῆσιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν μετατίθησι.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

                                                          anavaseis.blogspot.gr

Λόγος και νους Η πατερική διάκριση τών δύο αυτών συνωνύμων π. Ιωάννη Ρωμανίδη


 

Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄.  Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.

 

Οι Πατέρες της Εκκλησίας στα συγγράμματά τους αποκάλεσαν την λογική ενέργεια «λόγο» και την νοερά ενέργεια «νου». Έτσι, σε πολλά πατερικά έργα συναντούμε τους όρους «λόγο» και «νου».

«Όταν διαβάσει κανείς τους Πατέρες, κυρίως τους Αλεξανδρινούς, από την εποχή του Μακαρίου Αιγυπτίου, όπως και τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, γίνεται συνέχεια λόγος περί λόγου και νου».

Βέβαια, η λέξη «νους» συγγενεύει ετυμολογικά με την λέξη «διάνοια» και ενώ οι δύο αυτές λέξεις ταυτίζονται σχεδόν σημασιολογικά, εν τούτοις οι Άγιοι Πατέρες έκαναν την διάκριση μεταξύ νου και διάνοιας-λόγου, για να εκφράσουν την εμπειρία που είχαν αποκτήσει με την Χάρη του Θεού.

«Στην νεοελληνική φιλοσοφία λόγος και νους είναι το ίδιο πράγμα. Οπότε, άμα λέμε λογική ενέργεια ή νοερά ενέργεια, οι περισσότεροι που διαβάζουν τους Πατέρες λένε το ίδιο πράγμα είναι».

Σύγχυση δημιουργείται και με την μετάφραση των νηπτικών κειμένων σε άλλες γλώσσες, που ταυτίζουν τον νου με την διάνοια.

«Σήμερα μου έφερε κάποιος μια μετάφραση της Φιλοκαλίας στα αγγλικά, και έχει στο πίσω μέρος ένα ευρετήριο ονομάτων με ορισμούς, τι σημαίνουν οι ορολογίες. Και έχουν εκεί νου και το ταυτίζουν με την διάνοια. Ενώ στους Πατέρες νους και διάνοια δεν είναι το ίδιο πράγμα».

Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι όταν λένε οι Πατέρες ότι ο νους κατεβαίνει στην καρδιά, δεν εννοούν ότι κατεβαίνει η λογική - ο εγκέφαλος, πράγμα αδύνατον, αλλά η νοερά ενέργεια, που διαφέρει από την λογική ενέργεια.

«Δεν ξέρω πώς άλλαξε η ορολογία του νου. Αλλά φαίνεται ότι οι Πατέρες, για να καταλάβει ο Ελληνιστικός κόσμος ότι αυτή η νοερά προσευχή, η καρδιακή προσευχή, δεν είναι κάτι το συναισθηματικό, πήραν τις συνώνυμες λέξεις, όπως είναι ο λόγος και ο νους και τις τεμαχίσανε και είπαν ο λόγος θα είναι το μυαλό και ο νους θα είναι η νοερά ενέργεια».

Ο νους χρησιμοποιείται και για τους αγγέλους, οι οποίοι λέγονται «νόες», όπως είδαμε πιο πάνω. Στην χρήση της λέξεως νους οδηγήθηκαν οι Πατέρες και από το ότι ο Απολλινάριος είχε χρησιμοποιήσει αυτόν τον όρο.

«Ο Απολλινάριος είναι γνωστόν πως ηρνείτο στον Χριστό, όχι την ανθρώπινη λογική, αλλά τον ανθρώπινο νου. Έλεγε ότι ο Χριστός πήρε ψυχή λογική, αλλά την θέση του νου πήρε ο Λόγος, που είναι διδασκαλία του Αρείου. Οπότε, φαίνεται και από τους αιρετικούς η ανθρωπολογία αυτή».

Συγχρόνως, οι Πατέρες, πέραν του ότι μιλούσαν για νου και λόγο, έκαναν και την διάκριση μεταξύ του νου και της λογικής. Άλλο είναι το έργο του νου και άλλο είναι το έργο της λογικής.

Επίσης στην Παλαιό Διαθήκη γίνεται λόγος για καρδιά, πράγμα το οποίο χρησιμοποιεί και ο Απόστολος Παύλος και οι πρώτοι Πατέρες.

«Στους Εβραίους είναι η καρδιά. Στην Παλαιά Διαθήκη είναι η καρδιά. Έχουν μια πιο βιολογική αντίληψη. Στους Πατέρες, όμως, είναι η καρδιά, είναι τα νοερά όμματα του ανθρώπου, είναι η διάνοια και ο νους, όπως λέει ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Η διάνοια είναι η λογική και ο νους είναι αυτό που προσεύχεται. Αλλά, και τα δύο μαζί λέγονται νοερά όμματα ή νοερές ενέργειες της ψυχής».

«Ο Απόστολος Παύλος ακολουθεί την παλαιότερη ορολογία, που δεν γίνεται διάκριση μεταξύ λόγου και νου, όπως γίνεται στον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη και στους νεώτερους Πατέρες. Στους Καππαδόκες, μάλλον, δεν γίνεται η διάκριση μεταξύ του λόγου και του νου. Οι Καππαδόκες πάντοτε αναφέρονται στο νου».

«Στην πατερική παράδοση φαίνεται, ίσως για πρώτη φορά, στον Μακάριο Αιγύπτιο, όπου γίνεται μια διαφοροποίηση μεταξύ λόγου και νου και ταυτίζεται ο νους με την λειτουργία μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και ο λόγος πλέον, μαζί με την λέξη διάνοια, ταυτίζονται με την λογική του ανθρώπου».

Οι Πατέρες στην αρχή «κληρονόμησαν μια παράδοση με τον όρο καρδία». Αυτή ήταν η παράδοση της Παλαιάς Διαθήκης.

«Έλεγαν καρδία πρώτα και τίποτα άλλο ή έλεγαν το πνεύμα του ανθρώπου και τίποτε άλλο, ή η καρδιά του ανθρώπου. Μετά, σε ορισμένο χρόνο, άρχισαν οι Πατέρες να χρησιμοποιούν την διάκριση νοός και λόγου, για να διαφοροποιήσουν τα δύο, ώστε η νοερά ενέργεια να μη ταυτίζεται με την λογική.

Γι' αυτόν τον λόγο πήραν ταυτόσημες λέξεις, διότι στα Ελληνικά νους και λόγος είναι το ίδιο πράγμα. Όπως έκαναν την διάκριση μεταξύ υποστάσεως και ουσίας, το ίδιο έκαναν και εδώ. Είπαν: από τώρα και στο εξής λέμε λόγο αυτό που είναι μέσα στο κεφάλι του ανθρώπου, που είναι η λογική του ανθρώπου, και αυτό που προσεύχεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου θα το ονομάσουμε νου και τελείωσε το θέμα. Αυτό έκαναν.

Οπότε, δεν ταυτίζεται ο νους αυτός με την λογική ούτε με την καρδιά, αλλά όταν προσεύχεται ο νους, όμως, πάντοτε προσεύχεται στην καρδιά. Αυτό είναι το παράξενο. Διότι αυτό το ξέρει από παρατήρηση, το ακούει. Ακούει βέβαια».

Πρέπει να υπογραμμισθεί ότι σε παλαιούς Πατέρες, πολλές φορές, με τον όρο «νους» χαρακτηρίζεται η ψυχή, η οποία έχει διάφορες ενέργειες.

«Λέμε νους και για την διάνοια. Οπότε, από μια άποψη, η ψυχή έχει διάφορες ενέργειες: έχει λόγο, έχει αίσθηση, λόγο και νου, η ψυχή έχει αυτές τις ενέργειες.

Σε άλλους Πατέρες είναι ο νους που έχει διάφορες ενέργειες, οπότε ο νους είναι η ψυχή, με άλλα λόγια, που έχει διάφορες ενέργειες, έχει τον λόγο, έχει την δύναμη να μπορεί να προσεύχεται στην καρδιά κ.ο.κ. Αλλά είναι θέμα ορολογίας αυτά».

Τελικά, «οι Πατέρες λένε ότι η νοητική κατάσταση δεν είναι λογική. Άλλο είναι ο νους, άλλο είναι ο λόγος, γι' αυτό έχουν χωρίσει τα δύο αυτά».

Αυτό σημαίνει ότι δίνουμε σημασία στο τι περιγράφουν και τι αποδίδουν οι λέξεις. Η εμπειρία, για να εκφρασθεί, απαιτείται καλύτερη και αρτιότερη ορολογία.

«Εκείνο που έχει σημασία, δεν είναι ακριβώς με ποιές λέξεις γίνεται η προσευχή αυτή, αλλά ότι ο νους δεν συγχέεται με την λογική. Αυτό έχει σημασία. Δηλαδή, η ενέργεια του νου δεν συγχέεται με την ενέργεια της λογικής, τελείως ανεξάρτητος είναι».

Κατά την φυσική λειτουργία της ψυχής του ανθρώπου, οι λογισμοί βρίσκονται στην λογική.

«Υπάρχει η φαιά ουσία, που λέγεται μυαλό, όπου υπάρχουν οι λογισμοί. Αυτοί οι λογισμοί είναι έργο της λογικής. Οι λογισμοί δεν έχουν την έννοια που έχουν σήμερα οι ανήθικες σκέψεις. Αυτοί είναι των νεωτέρων, δηλαδή, πουριτανών της Ελλάδος.

Στους Πατέρες της Εκκλησίας λογισμός σημαίνει απλώς λογική σκέψη, τίποτα άλλο δεν σημαίνει. Είναι ο λόγος, οι λογισμοί, είναι οι διανοήσεις της λογικής».

«Στον νου του ανθρώπου πρέπει να κυριαρχεί ένας λόγος, η αδιάλειπτη μνήμη του Θεού, που επιτυγχάνεται με την μονολόγιστη προσευχή. Μονολόγιστος ευχή σημαίνει ο ένας λογισμός, η μνήμη Θεού και τίποτα άλλο, το Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν κλπ. Ένας λογισμός που θα είναι μόνον ο Κύριος της δόξης, δηλαδή, μέσα στον νου του ανθρώπου, γι' αυτό και λέγεται μονολόγιστος ευχή».

Είναι βασική διδασκαλία των θεουμένων που έχουν πείρα, ότι η νοερά ενέργεια - ο νους ενεργεί στην καρδιά.

«Όταν ο νους λειτουργεί φυσιολογικά, τότε είναι στην καρδιά του ανθρώπου και προσεύχεται. Όποτε ο άνθρωπος προσεύχεται με την λογική του, αυτή είναι η ανθρώπινη προσευχή, τότε ο άνθρωπος προσεύχεται. Όταν όμως προσεύχεται ο νους του ανθρώπου μέσα στην καρδιά, τότε το Πνεύμα προσεύχεται. Γι' αυτό και ο Απόστολος Παύλος μάς λέει ότι προσεύξομαι τω νοΐ, προσεύξομαι τω πνεύματι.

Οπότε, εδώ υπάρχουν δύο προσευχές. Στον Απόστολο Παύλο, όμως -φαίνεται σαφώς- ο νους εκεί είναι η λογική. Και όταν λέει προσεύξομαι τω Πνεύματι, αυτή η προσευχή είναι του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, που πολλές φορές αναφέρεται ο Απόστολος Παύλος στην προσευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά του ανθρώπου».

«Ήταν συνείδηση των αρχαίων Χριστιανών ότι ο άνθρωπος έχει μία ενέργεια, η οποία πρέπει να είναι στην καρδιά και αυτό πρέπει να γίνει όργανο του Αγίου Πνεύματος, όταν προσεύχεται μέσα στην καρδιά αδιαλείπτως, όλο το εικοσιτετράωρο».

«Μόνον όταν λειτουργεί αυτή η ενέργεια, ο νους είναι στην καρδιά του ανθρώπου. Όταν δεν λειτουργεί σωστά, τότε πλανάται εδώ και εκεί και έχει συγχωνευθεί με την λογική του ανθρώπου».

«Οι ασκητές, όταν ασκητεύουν, φθάνουν στο σημείο που βλέπουν τον νουν. Τον βλέπουν κιόλας. Βλέπουν όταν είναι εκτός του σώματος ή μέσα στην καρδιά. Είναι όπως είναι ένα πινγκ-πονγκ μπάλα (pingpong ball) δηλαδή, μια σφαίρα, είναι φωτεινό και το βλέπουν. Οπότε, όταν φεύγει από εκεί που πρέπει να είναι, το βλέπουν που φεύγει και, όταν επιστρέφει, το βλέπουν που επιστρέφει».

«Γι' αυτό και η όλη ασκητική της Ορθόδοξης Εκκλησίας βασίζεται στο να χωρισθεί ο νους από την λογική και να περιορισθεί ο νους μέσα στο σώμα, κυρίως στον χώρο της καρδιάς.

Και το παράξενο είναι, αυτοί που ασχολούνται με αυτήν την ασκητική πράξη ξέρουν και εντοπίζουν τον νου, πού βρίσκεται, δηλαδή, ή εδώ ή κάπου αλλού, και πού περιτριγυρίζει η ενέργεια αυτή, δηλαδή, και πρέπει να την περιορίσουν, ώστε να είναι δυνατόν νάρθει το Πνεύμα το Άγιον να κατοικήσει εκεί και να προσεύχεται».

Όταν ο άνθρωπος έχει εμπειρία Θεού, δεν χάνει την λογική του και τις αισθήσεις του.

«Και αυτή η γνώση που έχουν οι Άγιοι του Θεού, από το ένα μέρος συμπεριλαμβάνει την λογική του ανθρώπου, διότι η λογική και το σώμα του ανθρώπου μένουν παρατηρητές στην εμπειρία αυτή. Δεν χάνονται οι αισθήσεις κλπ, μετέχουν στην εμπειρία της θεοπτίας, αλλά η ίδια η εμπειρία της θεοπτίας υπερβαίνει τις αισθήσεις και την δύναμη της λογικής, γι' αυτό και είναι υπέρλογος γνώση του Θεού.

Και οι Πατέρες την περιγράφουν ως αγνωσία, όχι διότι στερείται γνώσεως, αλλά διότι υπερβαίνει την γνώση. Δεν είναι ένα είδος γνώσεως. Εν συγκρίσει με τις γνώσεις τις φυσικές του ανθρώπου, που έχει δια της λογικής, είναι αγνωσία, αλλά δεν είναι όμως άγνοια, διότι είναι θεοπτία. Διότι ο άνθρωπος πραγματικά μετέχει στο άκτιστο που δεν έχει καμιά ομοιότητα με τα κτίσματα. Αυτή η εμπειρία που έχουν οι Προφήτες, οι Απόστολοι και οι Άγιοι της Εκκλησίας είναι το θεμέλιο της θεολογίας και είναι η μόνη ασφαλής και πραγματική γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου».

Γίνεται σαφέστατο ότι άλλος είναι ο ρόλος της λογικής και άλλος ο ρόλος του νου. Με την λογική γνωρίζουμε τα κτιστά πράγματα του περιβάλλοντος και με τον νου γνωρίζουμε τον Θεό.

«Η λογική έχει την θέση της μέσα στην θεολογία. Στο στάδιο της καθάρσεως και του φωτισμού μετέχει βέβαια η λογική, καταλαβαίνει τι μπορούμε να γνωρίσουμε περί Θεού και τι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε περί Θεού. Επίσης, η λογική καταλαβαίνει ότι ο σκοπός αυτών των ρημάτων είναι να μας εμπνέουν νοήματα, τα οποία όμως νοήματα είναι οδηγοί στην θέωση και δεν μπορεί να ταυτισθούν με την θέωση.

Η προσπάθεια των αιρετικών είναι να αφανίσουν την διάκριση μεταξύ Θεώσεως και φωτισμού, και έτσι χρησιμοποιούν τα νοήματα ώστε να ταυτίσουν την νόηση με την θέωση, ώστε να νομίζουν ότι οι ίδιοι, με την διανόηση, έχουν φθάσει στην ακμή των γνώσεων περί Θεού, ώστε να γνωρίζουν αυτοί καλύτερα από αυτούς που έχουν φθάσει στην θέωση».

Ο άνθρωπος με την λογική του ταξινομεί τις εμπειρίες του και κάνει περιγραφή. Για παράδειγμα, ένας κόβεται και πονάει. Αυτό είναι μια εμπειρία. Μετά η λογική κάνει ανάλυση.

«Έχω μια τραυματική εμπειρία. Κόπηκα, πονάω. Μετά η λογική έρχεται και βάσει της εμπειρίας που έχω, κάνει ανάλυση, κάνει συσχέτιση σύνθεση, και πάει να βρει μια λύση. Τι θα κάνω τώρα, θα φωνάξω τον γιατρό, θα κάνω μόνος μου την θεραπεία, θα βάλω ιώδιο επάνω. Κάνει παρατήρηση, μετέχει σε μια παρατήρηση, η οποία είναι μια συγκέντρωση από όλο το νευρολογικό σύστημα. Γίνεται συγκέντρωση και μετά γίνεται ανάλυση και μετά απόφαση τι θα γίνει».

Από την εμπειρία του Θεού, δια του νου, εμπνέεται και η λογική, «που μεταφράζει την εμπειρία στην γλώσσα του ανθρώπου».

Αν κανείς προσπαθήσει να φθάσει στην γνώση του Θεού με την λογική, τότε πλανάται, αφού «η λογική είναι ένα αδέσποτο πράγμα, ο καθένας φαντάζεται ό,τι θέλει».

Η προσπάθεια να αποκτήσει κανείς την γνώση του Θεού δια της λογικής, οδηγεί στην αίρεση.

«Η πεποίθησις του Αυγουστίνου ότι ο άνθρωπος μπορεί με την λογική του να συλλάβει τον Θεό, είναι η βάση όλων των διαφορών μεταξύ Ορθοδοξίας και Φράγκων».

Επομένως, οι Άγιοι Πατέρες κάνουν την διάκριση μεταξύ νου και λογικής. Την διάκριση αυτή την γνωρίζουν και οι Ινδουϊστές, που ασκούνται στον υπερβατικό διαλογισμό. Όμως, σε αυτούς ενώ ο νους αδειάζει από λογισμούς, εν τούτοις εκτρέπεται σε άλλη κατεύθυνση, αφού δεν πληρούται από το Άγιον Πνεύμα.

«Οι Ινδουϊστές γνωρίζουν για την νοερά ενέργεια, αυτοί ξέρουν αυτήν την διάκριση μεταξύ λόγου και νοός. Και έχουν μια ασκητική γύρω από αυτά τα θέματα».

«Οι Ινδουϊστές ξέρουν ότι, εκτός από την λογική, υπάρχει ο νους. Το ξεύρουν αυτό το πράγμα και κάνουν γυμναστική πνευματική και φθάνουν μέχρι το να διώξουν από τον νου όλους τους λογισμούς και χωρίς να έχουν την μονολόγιστη ευχή.

Οι δικοί μας διώχνουν από τον νου όλους τους λογισμούς και μετά παραμένει η μονολόγιστη ευχή, που κατεβαίνει από την λογική και μεταφέρεται στην καρδιά. Δηλαδή, όπως δίνει κανείς την μπάλα σε έναν άλλο, η λογική αφού έχει καθαρισθεί ο νους, περνάει την ευχή στην καρδιά. Οπότε, η καρδιά προσεύχεται νοερώς και η λογική κάνει εσπερινό. Οπότε, μπορεί και διπλά να προσεύχεται ο άνθρωπος και εσπερινό να κάνει και να κάνει νοερά προσευχή ή να γράφει και να μαγειρεύει».

Ενώ οι Ινδουϊστές γνωρίζουν την ύπαρξη της νοεράς ενέργειας και την διάκριση μεταξύ νου και λογικής, την αγνοούν οι ψυχίατροι.

«Μόνον που οι σημερινοί ψυχολόγοι και ψυχίατροι δεν γνωρίζουν περί της υπάρξεως της νοεράς ενέργειας του ανθρώπου».

«Ο ψυχίατρος, αν γνώριζε την ύπαρξη του νου, θα ήταν υποχρεωμένος ή όχι να βρει τρόπο να θέσει σε λειτουργία αυτόν τον νου, ώστε η ανθρώπινη προσωπικότητα να λειτουργεί σωστά; Αυτό, νομίζω, ότι είναι το σημείο επαφής της σημερινής Ορθοδόξου θεολογίας με τον σύγχρονο άνθρωπο».