Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Η απουσία του Θεού(Αντωνίου του Σουρόζ)




Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Μ’ αυτή την έννοια της αλήθειας πρέπει να παραδεχτούμε πως ο Θεός μπορεί και να είναι απών. Αυτή η απουσία φυσικά είναι υποκειμενική, αφού ο Θεός είναι πάντα παρών για τον καθένα μας. Μπορεί εν τούτοις να μείνει αόρατος και δυσνόητος, να μας διαφεύγει. Όσα είπαμε πιο πάνω για την ταπείνωση θα πρέπει να μας φανούν χρήσιμα εδώ. Όταν ο Θεός δε μας προσφέρεται, όταν δεν είμαστε σε θέση να νοιώσουμε την παρουσία Του, τότε πρέπει να βρούμε τη δύναμη να περιμένουμε με δέος και σεβασμό.
Υπάρχει όμως κι άλλο ένα στοιχείο σ’ αυτή την υποκειμενική απουσία του Θεού. Μια σχέση τότε μόνο μπορεί να είναι αληθινή όταν συντελείται σε κλίμα αμοιβαίας ελευθερίας.
Συχνά νοιώθουμε πως δεν έχουμε παρά να αρχίσουμε να προσευχόμαστε, για να υποχρεώσουμε τον Θεό να μας φανερωθεί· να Τον αναγκάσουμε να μας ακούσει, να μας επιτρέψει να νιώσουμε την παρουσία Του, να μας βεβαιώσει ότι μας ακούει. Αν ήταν έτσι, η σχέση δε θα ήταν ελεύθερη, θα ήταν μηχανική, δε θα ‘χε χαρά και αυθορμητισμό. Θα προϋπέθετε επιπλέον ότι βρισκόμαστε πάντοτε στην κατάλληλη φόρμα να δούμε τον Θεό.
Ο Αλφόνσος Σατωμπριάν σε ένα σημαντικό βιβλίο του περί προσευχής με τίτλο La Réponse du Seigneur (Η απάντηση του Κυρίου), μας λέγει πως η αισθητή απουσία του Θεού προέρχεται συνήθως από τη δική μας τύφλωση. Θα ήθελα να εξηγήσω αυτή τη φράση με ένα παράδειγμα.
Ήρθε μια μέρα να με δει κάποιος, ένας άνθρωπος που έψαχνε να βρει τον Θεό επί χρόνια. Μου είπε κλαίγοντας: «Πάτερ, δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τον Θεό. Δείξε μου τον Θεό!». Του απάντησα πως δεν ήμουν σε θέση να του Τον δείξω, όμως δε νομίζω πως και ο ίδιος ήταν σε κατάσταση να Τον βρει έτσι κι αλλιώς. Απορημένος με ρώτησε γιατί. Και εγώ τότε του έθεσα ένα ερώτημα που συχνά θέτω σε όσους έρχονται να με συμβουλευτούν: «Υπάρχει κάποιο χωρίο της Αγίας Γραφής που μιλάει στην καρδιά σου -το πιο πολύτιμο χωρίο που έχεις βρει;». «Ναι -μου απάντησε-, η ιστορία της πόρνης στο 8ο κεφάλαιο του Ιωάννη».Τον ξαναρώτησα: «Πού τοποθετείς τον εαυτό σου σε αυτή την ιστορία; αισθάνεσαι σαν να είσαι η γυναίκα που έχει συνειδητοποιήσει το αμάρτημά της και βρίσκεται ενώπιον της κρίσης των ανθρώπων, εν γνώσει της ότι η κρίση τους θα είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για αυτήν; Ή ταυτίζεσαι με τον Χριστό που τα καταλαβαίνει όλα και θα τη συγχωρήσει, δίνοντάς της έτσι την ευκαιρία να ζήσει από εδώ και μπρος μια νέα ζωή; Ή σαν τους Αποστόλους, περιμένεις και ελπίζεις σε κάποια απάντηση που θα είναι απαλλακτική; Μήπως είσαι ένας από το πλήθος, ένας από τους γέροντες που γνώριζαν ότι οι ίδιοι δεν ήταν αναμάρτητοι, και γι’ αυτό αποσύρθηκαν πρώτοι από το λιθοβολισμό; Ή από τους νεότερους που κάποια στιγμή συνειδητοποίησαν ότι και αυτοί δεν ήταν αναμάρτητοι και πέταξαν κατά μέρος τις πέτρες του λιθοβολισμού; Εσύ με ποιον ταυτίζεσαι μέσα σε αυτήν τη δραματική σκηνή;
Σκέφτηκε για λίγο και μετά μου απάντησε: «Είμαι ο μόνος Ιουδαίος που δε θα έφευγα χωρίς να λιθοβολήσω τη γυναίκα». «Να, λοιπόν», του είπα, «έχεις την απάντησή σου. Δεν μπορείς να δεις τον Θεό, ο οποίος για σένα είναι ένας τέλειος άγνωστος».
Δεν υπάρχει εδώ, αλήθεια, κάποια ομοιότητα με όσα ο καθένας μας έχει γνωρίσει; Δεν υπάρχει  μέσα στον καθένα μας μια αντίσταση κατά του Θεού, μια άρνηση του Θεού; Ζητώντας Τον δε ζητούμε στην πραγματικότητα ένα Θεό όμοιο με μας, ένα Θεό που να μας βολεύει; Και δεν είμαστε έτοιμοι να απορρίψουμε τον αληθινό Θεό μόλις τον βρούμε;
Είμαστε προετοιμασμένοι να βρούμε τον Θεό όπως είναι, ακόμα και αν η συνάντηση καταλήξει σε καταδίκη μας και η ανατροπή όλων των αξιών που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαμε σε υπόληψη; Μήπως η απουσία του Θεού από τη ζωή μας και από τις προσευχές μας δεν οφείλεται συχνά στο γεγονός ότι εμφανιζόμαστε σαν άγνωστοι συχνά σε Αυτόν, που αν κάποτε βρισκόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του δε θα Τον προσέχαμε ή δε θα Τον αναγνωρίζαμε; Κάτι τέτοιο δε συνέβαινε και όταν ο Χριστός περπατούσε στους δρόμους της Ιουδαίας και της Γαλιλαίας; Πόσοι από τους σύγχρονούς Του δεν Τον συνάντησαν, δεν πέρασαν από δίπλα Του χωρίς να Τον γνωρίσουν ή ακόμα να υποπτευθούν ότι είχε κάτι ξεχωριστό επάνω Του; Κάπως έτσι δεν Τον είδαν τα πλήθη στο δρόμο προς τον Γολγοθά; Σαν έναν εγκληματία, σαν κάποιο που είχε ταράξει τη δημόσια τάξη και τίποτε άλλο; Κάπως έτσι δε σκεπτόμαστε τον Θεό, ακόμα και είμαστε σε θέση να νιώσουμε κάπως την παρουσία Του; Και μήπως δεν τον αποφεύγουμε γιατί καταλαβαίνουμε πως θα ταράξει και τις δικές μας ζωές, θα κλονίσει τις αξίες μας;
Υπ’ αυτές τις συνθήκες δεν μπορούμε να περιμένουμε να Τον συναντήσουμε στην προσευχή μας. Για να το θέσω πιο ωμά, θα έπρεπε να ευχαριστούμε το Θεό με όλη μας την καρδιά που δεν μας παρουσιάζεται σε κάτι τέτοιες στιγμές, που δεν είμαστε έτοιμοι, αφού Τον αμφισβητούμε όχι όπως ο Ιώβ, αλλά όπως ο κακός ληστής στο σταυρό. Μια τέτοια συνάντηση θα ήταν δικαστήριο και καταδίκη για μας. Πρέπει να μάθουμε να κατανοούμε αυτή Του την απουσία και να κρίνουμε τους εαυτούς μας, μια και δε μας κρίνει ο Θεός.
Άλλη μια ιστορία θα μας ερμηνεύσει μια άλλη πλευρά της απουσίας του Θεού. Πριν λίγα χρόνια μια νέα κοπέλα που έπασχε από ανίατη ασθένεια μου έγραφε: «Πόσο ευγνώμων είμαι στο Θεό για την αρρώστια μου. Καθώς αδυνατίζει το σώμα μου, το νιώθω να γίνεται όλο και πιο διάφανο στις ενέργειες του Θεού». Της απάντησα: «Να ευχαριστείς τον Θεό γι’ αυτό που σου έχει δώσει, αλλά μην περιμένεις να κρατήσει αυτή η κατάσταση. Θα έρθει η ώρα που αυτό το αδυνάτισμα του κορμιού σου θα πάψει να σε κάνει να αισθάνεσαι πνευματική. Και τότε θα πρέπει να εξαρτάσαι από τη Χάρη και μόνο».
Λίγους μήνες αργότερα μου ξανάγραψε: «Έχω τόσο εξασθενήσει, που δεν έχω πια τη δύναμη να τρέξω να ακουμπήσω στο Θεό. Το μόνο που μου μένει είναι να σιωπώ, να παραδίδω τον εαυτό μου ελπίζοντας ότι ο Θεός θα έρθει προς εμένα». Και πρόσθεσε αυτό που πρέπει να προσέξουμε από όλη αυτή την ιστορία: «Προσευχηθείτε στον Θεό να μου χαρίσει το κουράγιο να μην προσπαθήσω ποτέ να κατασκευάσω  μια ψεύτικη παρουσία για να γεμίσω το τρομερό κενό που αφήνει η απουσία Του».
Νομίζω πως οι δύο αυτές ιστορίες δεν χρειάζονται σχόλια. Είναι βασικό να στηριζόμαστε στον Θεό. Δεν πρέπει να στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις, ούτε πάλι να στηριζόμαστε στις αδυναμίες μας. Μια συνάντηση με το Θεό είναι μια πράξη ελευθερίας στην οποία ο Θεός έχει τον έλεγχο. Και μόνο όταν είμαστε ταπεινοί, και συγχρόνως αρχίζουμε να αγαπάμε τον Θεό, είναι που μπορούμε να υπομένουμε ή ακόμα και να επωφελούμαστε από την απουσία Του.
Η ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Αυτή η συνάντηση του Θεού μαζί μας μέσα σε επίμονη προσευχή, πάντα οδηγεί στη σιωπή. Πρέπει να μάθουμε να ξεχωρίζουμε δυο ειδών σιωπές. Τη σιωπή του Θεού και τη δική μας εσωτερική σιωπή: Πρώτα η σιωπή του Θεού, συχνά πιο δυσβάσταχτη και από την άρνησή Του -η σιωπή της απουσίας για την οποία μιλήσαμε πιο πάνω. Ύστερα, η σιωπή του ανθρώπου, πιο βαθιά και από την ομιλία, και σε πιο στενή επικοινωνία με το Θεό από κάθε λόγο. Η σιωπή του Θεού στις προσευχές μας μπορεί να διαρκέσει πολύ λίγο ή να μας φαίνεται πως διαρκεί μια αιωνιότητα. Ο Χριστός έμεινε σιωπηλός στις προσευχές της Χαναναίας και αυτό την έκανε να συγκεντρώσει όλη την πίστη της, όλη την ελπίδα και την ανθρώπινη αγάπη και να τις προσφέρει στο Θεό για να τον μεταπείσει να επεκτείνει τα προνόμια του Βασιλείου Του και πιο πέρα από τον εκλεκτό Λαό… Η σιωπή του Χριστού την προκάλεσε να ανταποκριθεί, να σταθεί στο ύψος της.
Ο Θεός μπορεί να κάνει το ίδιο και σε μας με πιο σύντομη η πιο παρατεταμένη σιωπή, για να προκαλέσει τη δύναμη και την πίστη μας και να μας οδηγήσει  σε μια βαθύτερη σχέση μαζί Του απ’ ό,τι θα ‘ταν δυνατό αν τα πράγματα μας έρχονταν όπως τα θέλαμε. Καμιά φορά, όμως, η σιωπή μας φαίνεται απελπιστικά τελεσίδικη.            Όπως εξηγεί ο Alfred de Vigny:
Εάν, όπως διαβάζουμε, ο Υιός του Ανθρώπου
στον αγιασμένο κήπο έκλαψε
χωρίς να εισακουστεί.
Κι αν μας εγκαταλείπει ο Θεός
σα να ‘μαστε νεκροί,
αρμόζει η καταφρόνια μας στη άδικη θεϊκή απουσία
και με σιωπή ν’ απαντήσουμε τη σιωπή.
Μια όμοια αντιμετώπιση δεν αποκομίζουν πολλοί χριστιανοί διαβάζοντας τη διήγηση της αγωνίας του Χριστού στον Κήπο της Γεσθημανής; Αυτή η σιωπή είναι πρόβλημα για μας που πρέπει να το λύσουμε -το πρόβλημα μιας προσευχής που μένει φανερά αναπάντητη. Διαβάζοντας το Ευαγγέλιο βλέπουμε πως η μόνη προσευχή προς τον Θεό που δεν εισακούεται είναι η προσευχή του Χριστού στον κήπο της Γεσθημανή. Αξίζει να το θυμόμαστε αυτό διότι πολύ συχνά προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τη σιωπή του Θεού ως αδυναμία του ανθρώπου ή του ίδιου του Θεού. Θέλοντας να υπερασπιστούμε την τιμή Του, λέμε πως η πίστη μας δεν ήταν τόσο δυνατή, ώστε να απαντηθεί με θαύμα. Όταν πάλι η πίστη μας υστερεί, λέμε πως ίσως ο Θεός δεν μπόρεσε να την απαντήσει είτε από αδυναμία είτε από αδιαφορία. Τι να πούμε τότε για την ίδια την προσευχή του Χριστού που μένει αναπάντητη; Η πίστη του Χριστού, του Υιού του Θεού, είναι δίχως άλλο τέλεια, ούτε μπορούμε να αμφισβητήσουμε την αγάπη του Θεού για Εκείνον, αφού ο ίδιος ο Χριστός μας λέει ότι ο Πατέρας Του θα μπορούσε να στείλει 12 λεγεώνες αγγέλων προκειμένου να Τον σώσει.
Αν ο Χριστός εγκαταλείπεται, αυτό συμβαίνει γιατί ο Θεός έχει σχεδιάσει να βγει κάτι καλύτερο για μας -θυσιάζοντας τη ζωή του Υιού Του. Με αυτό και με τα παραδείγματα άλλων προσευχών στο Ευαγγέλιο βλέπουμε πως η προσευχή μένει άκαρπη χωρίς τη στήριξη της πίστης. Θυμόσαστε το χωρίο όπου ο Χριστός δεν μπορούσε να κάνει θαύματα στη Ναζαρέτ εξαιτίας της απιστίας των κατοίκων; Μόλις έρθει η πίστη, τότε εμφανίζονται και οι συνθήκες για ένα θαύμα, που είναι η Βασιλεία του Θεού σε όλη της τη δύναμη. Και χωρίς άλλη παρέμβαση, απλώς μια και είναι ο Κύριος του Βασιλείου Του, ο Χριστός δρα σαν Παντοκράτωρ, απαντά στις προσευχές μας, μας βοηθά και μας σώζει.
Όταν η πίστη μας έχει αγκιστρωθεί γερά σε Αυτόν, γινόμαστε ικανοί να μοιραστούμε τη φροντίδα Του για τον κόσμο -μοιραζόμαστε τη μοναξιά Του εμπρός στη σιωπή του Θεού-Πατέρα. Πρέπει να το καταλάβουμε ότι η σιωπή του Θεού ή είναι μια πρόκληση σε δυνάμεις που υπνώττουν  μέσα μας, ή πάλι τις έχει μετρήσει καλά αυτές τις δυνάμεις και μας προσφέρει ένα μερίδιο του λυτρωτικού έργου του Χριστού.
Η σιωπή και η απουσία του Θεού, αλλά και η σιωπή  και η απουσία του ανθρώπου: Μια συνάντηση δε γίνεται ποτέ πλήρης και εις βάθος αν τα δύο μέρη που την πραγματοποιούν δεν είναι σε θέση να παραμείνουν σιωπηλοί μεταξύ τους. Όσο χρειαζόμαστε λόγια και έργα και χειροπιαστές αποδείξεις, σημαίνει ότι δε φτάσαμε στο βάθος και στην πληρότητα που αποζητάμε. Δεν έχουμε βιώσει τη σιωπή που τυλίγει δύο ανθρώπους σε θερμή οικειότητα. Η σιωπή αυτή πάει πολύ βαθιά, πολύ πιο βαθιά απ’ ό,τι νομίσαμε ότι είχαμε φθάσει, η εσωτερική μας σιωπή μας οδηγεί στη συνάντηση του Θεού και με τον Θεό και εν τω Θεώ στη συνάντηση του διπλανού μας.
Σ’ αυτήν την κατάσταση σιωπής δε χρειάζονται λόγια για να ενωθούμε με το συνάνθρωπό μας, για να επικοινωνήσουμε μαζί του με όλο τον εσωτερικό μας κόσμο, και να προσεγγίσουμε μαζί, και πιο πέρα από τον εαυτό μας Εκείνον που μας ενώνει. Κι όταν η σιωπή βαθύνει αρκετά, τότε θ’ αρχίσουμε να μιλάμε από τα βάθη της, φυλάγοντας και προσέχοντας μην τη διακόψουμε με τη θορυβώδη αταξία των λόγων μας. Τότε αρχίζει η περισυλλογή. Το μυαλό μας αντί να προσπαθεί να ξεχωρίσει ανάμεσα σε πλήθος μορφών, όπως κάνει συνήθως, προσπαθεί να ανασύρει απλές φωτεινές μορφές από τα βάθη της καρδιάς. Τότε είναι που το μυαλό κάνει σωστά τη δουλειά του. Γίνεται υπηρέτης σε Εκείνον που εκφράζει κάτι μεγαλύτερο από αυτό. Και τότε βλέπουμε πολύ μακριά, πέρα από τον εαυτό μας και προσπαθούμε να εκφράσουμε μέρος αυτού που βλέπουμε με φόβο και σεβασμό. Τέτοιοι λόγοι, εφόσον δε συντελούν  στο να ευτελίσουν ή να εκλογικεύσουν την όλη εμπειρία, δε διασπούν τη σιωπή, αλλά την εκφράζουν. Υπάρχει ένα αξιομνημόνευτο χωρίο κάποιου Καρθουσιανού συγγραφέα του μεσαίωνα που λέει πως αν ο Χριστός είναι ο Λόγος του Θεού, ο Πατέρας είναι η δημιουργική σιωπή  που δεν μπορεί παρά να παράγει «λόγο» αντάξιό της.
Κάποια γεύση αυτής της καταστάσεως έχουμε στις στιγμές της σιωπής μας. Κάποτε αυτή η σιωπή μας σκεπάζει σαν θαύμα, σαν δώρο Θεού. Πολύ συχνά πρέπει να μάθουμε να της αφήνουμε χώρο μέσα μας. Χρειαζόμαστε πίστη, αντοχή, και ελπίδα και ακόμα εκείνη την εσωτερική ειρήνη που οι Έλληνες Πατέρες ονομάζουν ησυχία. Η προσευχή έχει ανάγκη από αυτή την ησυχία, που δεν ερμηνεύεται ούτε ως δραστηριότητα ούτε ως παθητικότητα. Είναι μια γαλήνια ένταση προσοχής. Πρέπει παράλληλα με την άσκηση του σώματος και του πνεύματος να μάθουμε να φθάνουμε σ’ αυτή την τέλεια προσευχή της εσωτερικής σιωπής.
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΠΛΗΣΙΟΝ ΜΑΣ
Κι εδώ ερχόμαστε στην τελική φάση της έρευνάς μας όσον αφορά αυτή τη συνάντηση, ερχόμαστε στη συνάντηση με την ανθρώπινη κοινότητα.
Αυτή η ανθρώπινη κοινότητα μας προσεγγίζει από δύο διαφορετικές σκοπιές. Από τη μια είναι η κοσμική κοινότητα, το σύνολο των ανθρώπων γύρω μας, στο οποίο ανήκουμε. Από την άλλη είναι η κοινότητα της Εκκλησίας, στην οποία επίσης ανήκουμε. Στην κοσμική κοινότητα ο χριστιανός πρέπει να είναι η παρουσία του Χριστού. Αυτό σημαίνει ολοκληρωτικό δόσιμο. Η κεντρική πράξη στην οικονομία της σωτηρίας είναι η ενσάρκωση  του Λόγου του Θεού, μια πράξη διά της οποίας ο Μεγάλος, ο ελεύθερος Θεός γίνεται ένα με μας, συμμετέχει στα προβλήματά μας αιωνίως. Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να συμμετέχει και ο χριστιανός. Δεν το είπε εξάλλου ο Χριστός; «Καθώς απέσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς…»(Ιω. 20,21).Όπως είπε και το ότι σας στέλνω στον κόσμο ως πρόβατα μεταξύ λύκων, και το άλλο, να είμαστε στον κόσμο, αλλά να μην είμαστε «εκ του κόσμου» (Ιω. 17,13-21).
Αυτό μας επιφορτίζει να πλησιάσουμε όλο τον κόσμο και κάθε μέλος της ανθρώπινης κοινωνίας προσωπικά, αλλά και με νέο τρόπο: εν Θεώ και κάτω από το βλέμμα του Θεού. Και επίσης να ζυγίζουμε το καθετί με νέο τρόπο, με τον τρόπο του Θεού που δεν ήρθε να κρίνει τον κόσμο, αλλά να τον σώσει, του Θεού που τόσο αγάπησε τον κόσμο, ώστε να θυσιάσει το μονογενή Του Υιό υπέρ της σωτηρίας μας.
Στο Ευαγγέλιο υπάρχει μια ριζική αλλαγή αξιών όσον αφορά τη συνάντηση μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Όχι ότι το καλό και το κακό παύουν να έχουν το ίδιο νόημα, αλλά το κακό αντιμετωπίζεται ως πληγή που απασχολεί τον πλησίον μας και από την οποία πάσχουμε και εμείς. Μας δίνεται η δυνατότητα να μισούμε το κακό και να αγαπάμε τον πλησίον μας πάρα πολύ, μέχρι θανάτου.
Κάποιος Ρώσος επίσκοπος που μαρτύρησε είχε πει ότι είναι προνόμιο του χριστιανού να πεθάνει ως μάρτυρας γιατί μόνο ένας μάρτυρας μπορεί την ημέρα της κρίσεως να σταθεί ενώπιον του Θεού και να υπερασπιστεί τους διώκτες του: «Κύριε, στο όνομά Σου και σύμφωνα με το παράδειγμά Σου τους συγχωρώ. Μην τους ζητήσεις τίποτε άλλο».
Αυτή η ανατροπή των αξιών κυριαρχείται από το μυστήριο του Σταυρού, από τη θανάτωση του αθώου υπέρ του ενόχου. Βλέπουμε τρεις σταυρούς πάνω στο Γολγοθά: Των δύο ληστών και του σαρκωθέντος Υιού του Θεού. Ο ληστής στα αριστερά του Χριστού κρίνει σύμφωνα με τις ανθρώπινες αξίες -εάν η ανθρώπινη δικαιοσύνη διέπραξε το έγκλημα να σταυρώσει έναν αθώο, τότε χάνει το δικαίωμα να αποκαλείται δικαιοσύνη. Έτσι ο εγκληματίας μπορεί να την εγκαλέσει, να την βρίσει, να την απορρίψει, να την αρνηθεί. Και πεθαίνει σε κατάσταση επαναστάσεως. Ο ληστής στα δεξιά του Χριστού, βλέπει ότι η ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι δυνατό να διαπράξει αδικία καταδικάζοντας έναν αθώο, όπως και έναν ένοχο. Δέχεται τον πόνο και την καταδίκη του, επειδή ένας αθώος υποφέρει μαζί του. Έτσι βρίσκει την ειρήνη και πάει στον Παράδεισο.
Από τη σταύρωση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και μπρος, από τότε που ο ενανθρωπήσας Θεός παρουσιάστηκε σαν εγκληματίας, δεν μπορούμε να κρίνουμε τους εγκληματίες με τον ίδιο τρόπο που τους έκρινε ο αρχαίος κόσμος. Δεν μπορούμε πλέον να έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη μαρτυρία της λογικής και των αισθήσεών μας.
Τις πράξεις που καταδικάζουμε τις βλέπουμε κάτω από το βλέμμα του Θεού και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δώσουμε τη ζωή μας ακόμα και για τον άνθρωπο που διέπραξε το κακό. Όταν μάλιστα είμαστε εμείς τα θύματα αυτών των πράξεων, τότε παίρνουμε ξεχωριστή δύναμη, τη θεία δύναμη να συγχωρούμε αυτά τα κακά και τώρα και για πάντα. Αυτό σημαίνει πως η προσευχή μας είναι μια κατάσταση δια της οποίας παρουσιάζουμε στον Θεό όλα όσα συμβαίνουν σε έναν κόσμο που αποξενώθηκε από Αυτόν. Η προσευχή μας έχει μια ιερατική λειτουργικότητα. Πρέπει να θυσιάσουμε το εγώ μας. Είμαστε το βασίλειο ιεράτευμα που καλείται να καθαγιάσει τα πάντα. Καταδικάζουμε το κακό που βλέπουμε να γίνεται, αλλά ο δράστης είναι αδελφός μας και πρέπει να προσευχηθούμε και να ζήσουμε και να πεθάνουμε γι’ αυτόν. Αυτό είναι και το νόημα της μεσολάβησης που θα εξετάσουμε αργότερα.
Ανακαλύπτουμε το Θεό εν τω Χριστώ μέσα στην κοινωνία της Εκκλησίας. Η γνήσια χριστιανική συνάντηση περιλαμβάνει τον αόρατο κόσμο, στην εξωτερική και εσωτερική του μορφή, και τον Θεό του σύμπαντος σε όλη την αόρατη οντότητα Του. Η χριστιανική συνάντηση πρέπει να περιλαμβάνει το σύμπαν ολόκληρο. Ο μη πιστός δεν αντιλαμβάνεται το μέρος του κόσμου που είναι αόρατο.
Δυστυχώς και ο χριστιανός μένει συχνά τυφλός στην παρουσία του ορατού κόσμου, και αυτό το θεωρεί αρετή. Στα ενδιαφέροντα του χριστιανού όμως πρέπει να περιλαμβάνεται ολόκληρη η ανθρώπινη κοινότητα, με όλα της τα προβλήματα και όλο της το μέλλον, το εγγύς και το απώτερο. Η προσευχή του χριστιανού πρέπει να ‘ναι τόσο πλατιά, που να τα χωράει όλ’ αυτά. Αν φέρναμε πιο συχνά στο νου μας πως το καθετί έχει αξία και τίποτε δεν είναι βέβηλο παρά μόνο όταν εμείς το κάνουμε να είναι, αρνούμενοι την αγιότητά του, θα είχαμε λιγότερες παρεμβολές στην προσευχή μας. Ο κόσμος μπορεί και μας αποσπά από τον Θεό, όταν προσευχόμαστε. Όταν μάλιστα κάτι μας στενοχωρεί και συγχρόνως αισθανόμαστε ανήμποροι να βρούμε τον Θεό με ησυχία, τότε προσπαθούμε -χωρίς αυτό να είναι σωστό- να βγάλουμε από το μυαλό μας αυτή τη στεναχώρια σαν να ήταν εμπόδιο ανάμεσα στον Θεό και σε μας. Θεωρούμε κακό να βρεθεί κάτι άλλο να τραβήξει την προσοχή μας όταν στεκόμαστε μπροστά στο Θεό. Νομίζω πως αντίθετα μπορούμε τις πιο πολλές φορές να πλησιάσουμε τον Θεό μοιράζοντας μαζί Του τη στενοχώρια μας, αντί να προσπαθούμε να την αποδιώξουμε. Πρέπει μάλιστα να Του την παρουσιάσουμε με κάθε λεπτομέρεια, αλλά και με ακρίβεια και νηφαλιότητα, να Του την παρουσιάσουμε όπως η μητέρα φέρνει το παιδί της στο γιατρό που του έχει εμπιστοσύνη. Και να πούμε στο Θεό: «Μόνο γι’ αυτό μπορώ να Σου μιλήσω τούτη τη στιγμή. Συ ως παντογνώστης δες το πρόβλημά μου, κατανόησέ το με τη δική Σου κατανόηση».
Όταν λοιπόν με αυτό τον τρόπο φέρνουμε μπροστά στον Θεό κάποιο πρόσωπο ή κατάσταση που μας απασχολεί, θα πρέπει να μπορέσουμε να αποδεσμευτούμε απ’ αυτό. Αλλά τούτο απαιτεί πίστη, όπως και η ευκολία με την οποία μπορούμε να απαλλαγούμε από οποιαδήποτε φροντίδα αποτελεί το μέτρο της πίστης μας. Εάν μπορέσουμε να πούμε: «Κύριε, τώρα Σου τα είπα όλα, η καρδιά μου ειρήνεψε και μπορώ να αφεθώ σε Σένα», εάν η καρδιά μας ειρηνέψει πραγματικά, εάν ο νους μας ελευθερωθεί πραγματικά από τη στενοχώρια, τότε ή πίστη μας είναι πλήρης. Εναποθέσαμε το φορτίο μας στα πόδια του Θεού και Εκείνος το κουβαλάει ήδη στους πλατείς ώμους του.
Ας πάρουμε θάρρος από την ιστορία εκείνου του μοναχού που προσευχόταν για τους γείτονές του, ώσπου, σταδιακά, με το να περιτυλιχθεί τόσο μέσα στην παρουσία του Θεού, έχασε κάθε επαφή με τα γήινα. Τότε ακριβώς, μέσα στον Θεό, ξαναβρήκε τους γείτονες για τους οποίους προσευχόταν.
Έτσι βλέπουμε πόσο εύκολο είναι στη στενοχώρια μας να συναντήσουμε το Θεό, εφόσον φέρουμε εμπρός Του τις στενοχώριες μας με απλοχεριά και χωρίς ιδιοτέλεια. Διότι αυτός είναι ο Θεός της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτός μας δημιούργησε, και έγινε άνθρωπος στην πιο πλήρη, πιο οδυνηρή, πιο πλούσια και πιο ταπεινή έννοια της λέξης, για να μας σώσει και να μας φέρει κοντά Του.
Με την προσευχή της συμπόνιας πρέπει τόσο να εμπλεκόμαστε μα τα ανθρώπινα όσο και ο Χριστός με την ενσάρκωσή Του. Χρειάζεται να προβαίνουμε σε δραστηριότητες που ανταποκρίνονται στην προσευχή μας και την καταξιώνουν. Προσευχή χωρίς έργα είναι ένα ψέμα. Αυτή είναι και η ουσιαστική φύση της μεσιτείας στην προσευχή.
(Αντωνίου του Σουρόζ, «Θέλει τόλμη η προσευχή», εκδόσεις Ακρίτας)

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Ανακοινωθέν Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείμ για την υποχρεωτική αγαμία του κλήρου των Παπικών, τον παπικό «Αγιασμό» και την Ουνία

Ανακοινωθέν Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείμ για την υποχρεωτική αγαμία του κλήρου των Παπικών, τον παπικό «Αγιασμό» και την Ουνία



Ανακοινωθέν Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείμ για την υποχρεωτική αγαμία του κλήρου των Παπικών, τον παπικό «Αγιασμό» και την Ουνία
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ἀκτὴ Θεμιστοκλέους 190, 185 39 ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ, Τηλ. +30 210 4514833 (19), Fax +30 210 4518476 e-mail: impireos@hotmail.com
Πειραιεύς 7 Φεβρουαρίου 2014

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν
1. Δέν ἐπιχαίρομε καί δέν αἰσθανόμεθα ὅτι δικαιωνόμεθα ἀπό τήν ἐξόχως πολυσήμαντο καί ἀποκαλυπτική Ἔκθεσι τοῦ ΟΗΕ καί τῆς ἁρμοδίας ἐπιτροπῆς του γιά τά δικαιώματα τοῦ παιδιοῦ πού καταγιγνώσκει στή Ρωμαιοκαθολική Θρησκευτική κοινωνία καί τήν διοίκησή της τό «περιλάλητο» Βατικανό τήν τραγική συγκάλυψη χιλιάδων εἰδεχθῶν καί αἰσχίστων κακουργημάτων παιδεραστίας πού μεθοδικῶς διέπραξαν οἱ θρησκευτικοί της λειτουργοί ἀνά τόν κόσμο. Ἡ Ἔκθεσι αὐτή τοῦ ἀμερολήπτου ἀνθρωπίνως ΟΗΕ καταδεικνύει τήν ἀποτυχία τοῦ εὐφυοῦς (;) marketing μέ τήν ἐκλογή καί πολιτεία τοῦ φερομένου ὡς ἀντικομφορμιστή καί ἀντικανονικῶς κατέχοντος τήν θέσι τοῦ Προκαθημένου τοῦ πρεσβυγενοῦς Πατριαρχείου τῆς παλαιᾶς Ρώμης καί τῆς Δύσεως καθώς καί τήν φοβερά ἐμμονή τοῦ Παπισμοῦ (ὅρου πού καί ὁ ἴδιος ὁ φερόμενος ὡς Πάπας χρησιμοποιεῖ) στήν καταστρατήγηση καί οὐσιαστική καθύβριση τῶν ἁγιογραφικῶν ἐντολῶν καί τῆς ἱεροκανονικῆς ἀποφάνσεως καί πράξεως πού ἀπαγορεύουν ρητῶς τήν γενική ἀγαμία τοῦ Κλήρου.

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Ο βασιλικός και ο Τίμιος Σταυρός.

Ο βασιλικός και ο Τίμιος Σταυρός.


Όλοι γνωρίζουμε πως τον Χριστό μας τον σταύρωσαν. Τον κάρφωσαν δηλαδή πάνω σ” ένα ξύλινο σταυρό, κι εκεί ξεψύχησε.
Τον ξύλινο σταυρό οι Χριστιανοί τον έθαψαν βαθιά στο χώμα για να μην τον βρουν οι ειδωλολάτρες και τον μολύνουν. Έτσι ο Τίμιος Σταυρός έμεινε χρόνια πολλά θαμμένος μέσα στη γη.
Όταν έπειτα από καιρό επικράτησε ο Χριστιανισμός, η Αγία Ελένη αποφάσισε να βρει και να ξεθάψει τον Τίμιο Σταυρό και να τον στήσει μέσα στην εκκλησία στα Ιεροσόλυμα για να τον προσκυνούν οι Χριστιανοί. Πήγε λοιπόν η ίδια στα Ιεροσόλυμα και ζήτησε να μάθει σε ποιο μέρος ήταν θαμμένος ο Σταυρός.
Όμως κανένας Χριστιανός δεν ήξερε να της πει. Εκείνοι που πριν από πολλά χρόνια τον είχαν θάψει βαθιά στο χώμα, είχαν πια πεθάνει. Έβαλε λοιπόν η Αγία Ελένη χιλιάδες εργάτες κι άρχισαν να σκάβουν όλα τα χωράφια εκεί γύρω. Είχε ακλόνητη πίστη πως κάπου θα τον έβρισκε. Πολλούς μήνες δούλευαν οι εργάτες χωρίς αποτέλεσμα. Κάποια μέρα, καθώς η Αγία Ελένη βάδιζε μέσα σ” ένα χωράφι, πάτησε ένα χορτάρι και αμέσως μια γλυκιά μυρωδιά γέμισε τον αέρα.

Ερμηνεία της εικόνας της Περιτομής του Κυρίου.

Ερμηνεία της εικόνας της Περιτομής του ΚυρΙΟΥ|


Οκτώ ημέρες μετά την μεγάλη Δεσποτική εορτή των Χριστουγέννων, την μητρόπολη των εορτών σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, η Εκκλησία μας γιορτάζει άλλη μία μεγάλη Δεσποτική εορτή, την Περιτομή του Χριστού.
Η εικόνα της εορτής στην οποία θα αναφερθούμε προέρχεται από την Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος (Ρωσσικόν), του Αγίου Όρους. Ο οκταήμερος κατά την Μητέρα, και άναρχος κατά τον Πατέρα, ως βρέφος Χριστός εικονίζεται ξαπλωμένος ανάμεσα στην Παναγία, τον Ιωσήφ, και τούς Ιερείς του ναού να δέχεται από αγάπη και φιλανθρωπία για το ανθρώπινο γένος όχι μόνο την περιβολή των σπαργάνων, αλλά και αυτή την περιτομή της σαρκός.
Η εντολή του Θεού που δόθηκε αρχικά στον Αβραάμ προέβλεπε την περιτομή σε κάθε αρσενικό παιδί, «περιτμηθήσεται ὑμῶν πᾶν ἀρσενικόν, καὶ περιτμηθήσεσθε τὴν σάρκα τῆς ἀκροβυστίας ὑμῶν, καὶ ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ παιδίον ὀκτὼ ἡμερῶν περιτμηθήσεται ὑμῖν, πᾶν ἀρσενικὸν εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν» (Γεν. κεφ. ιζ 10 – 12).

Οἱ ἀπό τῶν αἱρετικῶν προσερχόμενοι στήν Ὀρθοδοξία

Οἱ ἀπό τῶν αἱρετικῶν προσερχόμενοι στήν Ὀρθοδοξία
π. Νικολάου Δημαρᾶ Δρος Ν.

Ὑπερτονίζεται ἐσφαλμένα ἀπό κάποιους ἀδελφούς, ὅτι γενικῶς ἔχουν ἐνεργῆ τήν ἱερωσύνην οἱ αἱρετικοί, διότι οἱ περισσότεροι ἀπό τούς συγκροτήσαντες τήν ΣΤ΄ ἁγίαν Οἰκουμενικήν Σύνοδον εἶχαν χειροτονηθεῖ ἀπό τόν Σέργιον, τόν Πῦρρον, τόν Παῦλον καί τόν Πέτρον. Οἱ αἱρετικοί αὐτοί Μονοθελῆτες ἀλληλοδιαδόχως ἐξελέγησαν ὡς πατριάρχες τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Καί ἀπό τόν τελευταῖον αἱρετικόν Μονοθελήτην πατριάρχην Πέτρον, μέχρι τήν ἕκτην Σύνοδον, (σ.σ. Ἁγίαν ΣΤ΄ Οἰκουμενικήν), δέν εἶχαν περάσει περισσότερα ἀπό δεκαπέντε χρόνια. Καί οἱ ἐν τῷ μεταξύ χρόνῳ γενόμενοι ἀρχιερεῖς τοῦ θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Θωμᾶς, ὁ Ἰωάννης καί ὁ Κωνσταντῖνος ἔγιναν ἀρχιερεῖς στόν προδηλωθέντα χρόνον τῶν μνημονευθέντων αἱρετικῶν καί δέν ἀποδοκιμάσθηκαν, (σ.σ. ὅταν προφανῶς προσῆλθαν, μετανοοῦντες, στήν Ὀρθοδοξία).

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Για την απαισιοδοξία, Αγίου Νικολάου Αχρίδος

Για την απαισιοδοξία, Αγίου Νικολάου Αχρίδος



Για την απαισιοδοξία, Αγίου Νικολάου Αχρίδος
Αγίου Νικολάου Αχρίδος
ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ
«Νεαροί μου, θέλω να σας ευχαριστήσω που με προσκαλέσατε να σας μιλήσω για την απαισιοδοξία των νέων και να σας παρακαλέσω· Μην αξιολογείτε έναν άνθρωπο μόνο από την κοινωνική του θέση η μόνο από τον τίτλο του. Μην κρίνετε τους ανθρώπους από τη στολή τους και την εξωτερική τους εμφάνιση, αλλά από το εσωτερικό τους και από όλα όσα εξαρτώνται από τους ίδιους. Η κοινωνική θέση δεν εξαρτάται από τον καθένα μας. Αυτό που εξαρτάται από μας τους ίδιους είναι η ποιότητα των αισθημάτων μας, η ποιότητα των σκέψεών μας και η ποιότητα της βούλησής μας, η ποιότητα της ψυχής μας. 
Μακάρι να καταφέρω με την ομιλία μου να σας εμπνεύσω θάρρος και αισιοδοξία. Χαίρομαι, αν εγώ ως μοναχός, που φορώ ράσο, κατορθώσω να σας προσφέρω κάτι καλό. Η κοινωνική θέση ή ο τίτλος δεν θα σας καταστήσουν ικανούς για το σωστό, αν εσείς δεν γίνετε ικανοί από μόνοι σας για καλές πράξεις. Ο Επίκτητος, ο στωικός φιλόσοφος, παρόλο που ήταν σκλάβος ήταν τόσο καλός, που αποτελούσε πρότυπο και παράδειγμα, σε αντίθεση με τον Καλιγούλα· παρόλο που ήταν αυτοκράτορας, ήταν ποταπός και ανήθικος. Η στολή του αξιωματικού δεν θα σας κάνει γενναίους, ούτε το ράσο του ιερέα ευσπλαγχνικούς, ούτε η δικαστική τήβεννος δίκαιους, ούτε η πολυθρόνα του υπουργού δυνατούς, εάν η ψυχή σας δεν είναι γεμάτη από γενναιότητα, φιλευσπλαγχνία, δικαιοσύνη και ψυχική δύναμη.
Πρέπει να έχετε ψυχή που θα είναι ικανή για τρία πράγματα: να υπομένει, να αγαπάει τη ζωή, αλλά και να θυσιάζεται. Τέτοια ψυχή δεν θα έχετε ποτέ, εάν είστε απαισιόδοξοι. Ο απαισιόδοξος δεν μπορεί να θυσιάσει τη ζωή του, γιατί η ζωή γι' αυτόν δεν έχει αξία και εκείνο που δεν έχει αξία, μπορεί μόνο να «πεταχτεί» και όχι να θυσιαστεί. Όταν ο άνθρωπος προσφέρει κάτι που αγαπάει, τότε θυσιάζεται, ενώ όταν προσφέρει κάτι που μισεί, τότε δεν θυσιάζεται, αλλά το «πετά».
Ο απαισιόδοξος δεν μπορεί να αγαπήσει τη ζωή, επειδή του φαίνεται πως δεν έχει νόημα και χαρά. Η ζωή για τον τέτοιου είδους άνθρωπο είναι ανοησία, πόνος, απερισκεψία, θλίψη και έτσι δεν την αγαπά. Ο πεσσιμιστής τελικά δεν μπορεί να υπομείνει τη ζωή, για τους ίδιους λόγους που δεν μπορεί να αγαπήσει τη ζωή. Ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει τον πόνο που έχει κάποιο νόημα και τέλος. Δεν μπορεί να αντέξει όμως τον πόνο που δεν έχει ουσία και τέλος. Η ζωή των απαισιόδοξων ανθρώπων είναι απερίσκεπτος και ατελείωτος πόνος.
Αν είστε απαισιόδοξοι, δεν θα μπορέσετε ούτε να θυσιαστείτε, ούτε να αγαπήσετε τη ζωή, ούτε καν να την υπομείνετε. Η ψυχή σας δεν θα είναι ικανή για κανένα από τα παραπάνω. Θα είναι ικανή για ανοησίες, για άσκοπη περιπλάνηση ή για τεχνάσματα ή για ακινησία ή για αυτοκτονία. Ούτε σεις θα είστε χρήσιμοι για τη ζωή, ούτε η ζωή θα έχει σημασία για σας. Στις τρεις τελευταίες περιπτώσεις η ζωή στην ιλιγγιώδη πορεία της θα σας «κοιτάξει» περιφρονητικά και θα περάσει πολύ γρήγορα από δίπλα σας. Η ζωή σαν βουερό και ασημένιο ποτάμι θα προσπεράσει πολύ γρήγορα δίπλα από τον απαισιόδοξο νερόλακκό σας. Μάταια από τον νερόλακκο αυτόν θα πετάξετε λάσπη και συκοφαντίες στη ζωή. Νομίζετε ότι θα θολώσετε τη ζωή; Όχι, θα θολώσετε μόνο την οπτική σας και την ψυχή σας.
Πιστεύετε πως με την απαισιοδοξία σας, θα σταματήσετε και θα καταστρέψετε τη ζωή; Είναι τόσο απίθανο να την καταστρέψετε, όσο απίθανο είναι ένας ελέφαντας, που κάθεται κάτω από τους καταρράκτες του Νιαγάρα να προσπαθήσει με την προβοσκίδα του, να γυρίσει πίσω τον καταρράκτη.
Η απαισιοδοξία αποτελεί ένα ανίσχυρο πείσμα απέναντι στη ζωή. Από αυτό το πείσμα αρρωσταίνει και πάσχει ο απαισιόδοξος άνθρωπος που αποτελεί μόνο ένα κομμάτι της ζωής. Η ίδια η ζωή δεν παθαίνει τίποτε. Αποφάσισα λοιπόν σήμερα να μιλήσω για την απαισιοδοξία των νέων, επειδή η απαισιοδοξία σας προκαλεί πόνο και θλίψη.
Η απαισιοδοξία προκαλεί πόνο και θλίψη και πλήττει πρώτα εσάς που είστε νέοι και που έντονα λαχταράτε τη χαρά. Ο πεσσιμισμός σας μοιάζει με ανατολίτη τύραννο, που αλυσοδένει και συνθλίβει τους ανθρώπους. Υπάρχουν δύο είδη νεανικής απαισιοδοξίας: Το ένα είδος έχει σχέση με τη ζωή γενικά. Το άλλο έχει σχέση με τη ζωή ειδικά. Η ινδική απαισιοδοξία κυριεύει και κατακτά τις ψυχές εκείνων των νέων ανθρώπων που ζουν κάτω από την αίσθηση μιας παγκόσμιας θλίψης. Όσο περισσότερο διαρκεί αυτή η αίσθηση, τόσο περισσότεροι άνθρωποι κυριαρχούνται απ’ αυτή. Όπως ο κλέφτης σιγά-σιγά ξεκινά να πιστεύει πως όλος ο κόσμος κλέβει, και όπως ο δίκαιος άνθρωπος νομίζει πως όλος ο κόσμος λέει την αλήθεια, έτσι και ο κατεστραμμένος άνθρωπος νομίζει πως όλος ο κόσμος έχει καταστραφεί.
Στο ιερό βιβλίο των Ινδών, είναι γραμμένο: Ο άνθρωπος που έχει θέληση, σκέψη και πίστη, είναι σκλάβος. Όταν ο άνθρωπος απαλλαχτεί από τη θέληση, την σκέψη και την πίστη, ελευθερώνεται. Αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στον Μπράμα και ανοίγει την πόρτα, μέσα από την οποία περνάει κανείς στην άλλη όχθη του σκοταδιού, και φθάνει στο Νιρβάνα: Υπάρχει όμως θνητός που δεν έχει θέληση, σκέψη και πίστη; Και ποιος θνητός ελευθερώθηκε από τα τρία και επέζησε; Κανείς. Ούτε ο ίδιος ο Βούδας, ο πιο σημαντικός δάσκαλος της ινδικής φιλοσοφίας. Ούτε αυτός μέχρι το τέλος της ζωής του δεν κατάφερε να ελευθερωθεί από τη θέληση, την σκέψη και την πίστη. Μέχρι τη στιγμή του θανάτου του επιθυμούσε, σκεφτόταν και πίστευε. Πίστευε σταθερά στην κατάσταση Νιρβάνα. Σκεφτόταν ασταμάτητα πως ο κόσμος είναι διάφανος, γεμάτος πόνο και πως υπάρχει μετεμψύχωση. Στο τέλος επιθυμούσε να απαλλαχθεί από την επιθυμία γι' αυτόν τον κόσμο και επιθυμούσε να οδηγήσει και άλλους ανθρώπους στην ίδια αντίληψη. Οι άνθρωποι κατάφερναν να υιοθετήσουν την αντίληψη που τους δίδασκε ο Βούδας, αλλά δεν κατάφερναν να απαρνηθούν τη θέληση, τη σκέψη και την πίστη τους. Μέσα από την επιθυμία τους να απαλλαχθούν από αυτά τα τρία, το μόνο που κατάφεραν είναι να αποδυναμώσουν αυτά που αποτελούν το περιεχόμενο της ζωής.
Ο Βούδας με την απαισιοδοξία του πέτυχε να μετατρέψει έναν μαχητικό και ζωηρό λαό, όπως οι Ινδοί πριν από αυτόν, σε αδύναμο παθητικό λαό τριακοσίων εκατομμυρίων που δεν κατάφερε, να αντισταθεί σε ένα μη βουδιστικό στρατό πενήντα χιλιάδων ανθρώπων. Η απαισιοδοξία των Ινδών μεταφέρθηκε στην Ευρώπη όπως και η αρρώστια της πανούκλας. Από αυτά τα δύο κακά που έδωσε η Ινδία στην Ευρώπη, δεν ξέρουμε ποιο είναι το χειρότερο. Η πανούκλα οργώνει το σώμα και η απαισιοδοξία οργώνει την ψυχή. Ο Χριστός είπε: Μη φοβάστε εκείνο που σκοτώνει το σώμα, να φοβάστε αυτό που σκοτώνει την ψυχή.
Ο Σοπενχάουερ μεταφύτεψε την απαισιοδοξία των Ινδών στην Ευρώπη. Απέρριψε από τη διδασκαλία του Βούδα μόνο τη μετεμψύχωση, την μεταπήδηση της ψυχής μετά τον θάνατο. Κράτησε όμως όλα τα βασικά στοιχεία της βουδιστικής διδασκαλίας. Και έγινε «δολοφόνος» πολλών ψυχών, ειδικά νεανικών. Όταν διαβάζει κανείς τη βιογραφία του βεβαιώνεται ότι δεν ήταν στη ζωή του απαισιόδοξος. Πρόσεχε ιδιαίτερα τη ζωή του, ενώ έλεγε πως η ζωή δεν αξίζει τίποτε! Ήταν γεμάτος επιθυμίες και μάλιστα ιδιαίτερα πόθησε τη δόξα και τα χρήματα. Η προχωρημένη ηλικία του και η φιλοσοφία του δεν δάμασαν τις επιθυμίες του. Όταν κανείς διαβάσει τα βιβλία του και τη βιογραφία του, θα πει: είτε ο Σοπενχάουερ ήταν ηθοποιός στη ζωή, είτε ήταν ηθοποιός στη φιλοσοφία του. Η ζωή του και η φιλοσοφία του δεν βρίσκονται σε αρμονία μεταξύ τους, δεν αποδεικνύουν η μια την άλλη, αλλά διαψεύδουν η μια την άλλη.
Οι ιδρυτές μιας πίστης δεν λειτουργούν έτσι. Σ' αυτούς η σκέψη είναι αντίγραφο της ζωής και η ζωή είναι αντίγραφο των σκέψεών τους. Οι ιδρυτές μιας πίστης έχουν ζωή που αποτελεί την πιο δυνατή απόδειξη της πίστης τους και της φιλοσοφίας τους. Ο Χριστός δικαίωσε την πίστη Του με την ζωή Του. Αυτός όχι μόνο μπόρεσε να υπομείνει την ζωή Του, αλλά και να την αγαπήσει. Ο Χριστός δίδασκε πως πρέπει να θυσιάζει κανείς την ζωή του λόγω αγάπης για την ζωή. Ο Ίδιος θυσίασε την ζωή Του. Ο Σοπενχάουερ δίδασκε πως πρέπει να απαρνηθούμε τη ζωή λόγω απέχθειας προς τη ζωή, όμως ο ίδιος δεν απαρνήθηκε τη ζωή.
Η αυτοθυσία είναι το συμπέρασμα της διδασκαλίας του Χριστού και γι' αυτόν τον λόγο και ο ίδιος και οι απόστολοί Του αυτοθυσιάστηκαν. Η αυτοκτονία είναι αποτέλεσμα της διδασκαλίας του Σοπενχάουερ. Ο Σοπενχάουερ όμως δεν αυτοκτόνησε. Οι Βέδες και ο Σοπενχάουερ, προσωπικά δεν μου αφαίρεσαν το κουράγιο και την αισιοδοξία. Αντίθετα με ατσάλωσαν. Προσωπικά, στα έργα τους βρήκα όσα γενικά μπορεί να πει κανείς εναντίον της ζωής, και όλα αυτά δεν ήταν πολλά. Έτσι λοιπόν ο Σοπενχάουερ δεν είναι εχθρός της ζωής όπως μας λέει η Έλεν Κέλλερ, αλλά είναι μόνον εχθρός του εαυτού του. Ξέρετε ποια είναι η Έλεν Κέλλερ; Είναι η μεγαλύτερη διάψευση της απαισιοδοξίας στα χρόνια μας. Μια κοπέλλα τυφλή και κωφάλαλη από το δεύτερο έτος της ζωής της. Ένα δυστυχισμένο πλάσμα, θα πείτε. Σε καμμιά περίπτωση! Η Έλεν Κέλλερ είχε την πιο αισιόδοξη ψυχή. Με την τιτάνια προσπάθειά της κατάφερε, παρόλα τα προβλήματά της να ανυψωθεί σε διανοητικό και ηθικό ύψος. Η Έλεν Κέλλερ, η τυφλή, έγινε ηγέτης, οδηγός σε πολλούς που βλέπουν. Αυτή που ήταν κωφάλαλη, υπήρξε λαλίστατη ιεροκήρυκας της αισιοδοξίας. Τυφλή και κωφάλαλη κατάφερε να υπομείνει τη ζωή. Κάποιοι όμως από σας, που αντικρύζουν τον ήλιο και τα αστέρια, που ακούνε τη μουσική και έχουν την δυνατότητα να μιλούν για να εκφράσουν την χαρά και την λύπη, δεν μπορούν να υπομείνουν την ζωή και γι' αυτό τους περνούν από το μυαλό σκέψεις για αυτοκτονία.
Η τυφλή και κωφάλαλη Έλεν Κέλλερ, όχι μόνο υπομένει την ζωή αλλά καταφέρνει και περισσότερα: αγαπά την ζωή. Μήπως κάποιος από σας δεν αγαπά την ζωή; Ας φανταστείτε τον εαυτό σας τυφλό και κωφάλαλο για είκοσι χρόνια και ας φανταστείτε πως ξαφνικά κάποιος σας βγάζει από αυτήν την νύχτα και σας οδηγεί στην ημέρα, σας δίνει φως στα μάτια, σας χαρίζει ακοή στα αυτιά και σας «ξεδένει» την γλώσσα. Θα αγαπούσατε τότε την ζωή ή θα ήσασταν απαισιόδοξοι;
Η Έλεν Κέλλερ αγαπά την ζωή, παρόλο που ζει σε μία αιώνια νύχτα. Αυτή τη νύχτα την φωτίζει μόνο το πνεύμα της. Τουλάχιστον να έβλεπε για να αγαπήσει περισσότερο την ζωή! Για μία στιγμή να μπορούσε να ακούσει αυτό που εσείς ακούτε και βλέπετε! Η τυφλή και κωφάλαλη Έλεν Κέλλερ όχι μόνον υπομένει και αγαπάει την ζωή αλλά επιθυμεί και να θυσιάζει την ζωή της. Η Έλεν Κέλλερ ήδη θυσιάζει την ζωή της, επειδή αφιέρωσε την ζωή της για το καλό των άλλων ανθρώπων. Για το καλό των υποτιμημένων, ταπεινών και προσβεβλημένων ανθρώπων, για το καλό των αποθαρρυμένων ανθρώπων και απελπισμένων.
Θα μπορούσατε εσείς να αφιερώσετε την ζωή σας για το καλό των άλλων ανθρώπων; Για τον φίλο σας για παράδειγμα; Ή για την οικογένεια σας; Ή για την πατρίδα; Ή για την ανθρωπότητα; Εάν είστε απαισιόδοξοι, δεν μπορείτε, γιατί κυρίως δεν έχετε τι να θυσιάσετε. Επειδή για σας, η ζωή σας είναι χωρίς αξία, επειδή θεωρείτε πως η ζωή δεν αξίζει. Γι' αυτόν τον λόγο δεν είναι για σας σημαντικό να βοηθήσετε και να στηρίξετε κάποιον. Αν είστε αισιόδοξοι, θα σας είναι εύκολο να αγαπάτε και να υπομένετε και να θυσιάζετε την ζωή σας.
Αισιόδοξος είναι ο άνθρωπος που εργάζεται έχοντας πίστη και ελπίδα. Εάν θέλετε να είσθε αισιόδοξοι, εργασθείτε. Η απαισιοδοξία είναι αρρώστια και το φάρμακο της είναι η εργασία. Ποτέ η ιατρική δεν θα βρει πιο τέλειο φάρμακο εναντίον της απαισιοδοξίας από την εργασία και την ενεργητικότητα. Χρειάζεται να έχεις χρόνο να τεμπελιάζεις, για να είσαι απαισιόδοξος. Ο Ντοστογιέφσκυ, ενώ ήταν άρρωστος και είχε κακή υγεία, κάθε μήνα έγραφε τέσσερα φύλλα τυπογραφείου. Αυτά που έγραφε ήταν τα πιο ωραία λογοτεχνικά και ουσιώδη πεζογραφήματα που υπάρχουν στη ρωσική γλώσσα. Και παρόλο που ήταν φτωχός και άρρωστος, ήταν αισιόδοξος. Αισιόδοξοι ήσαν όλοι εκείνοι οι μεγάλοι και μικροί άνθρωποι που δημιούργησαν σ' αυτόν τον κόσμο όλα όσα ήταν καλά και χρήσιμα. Όλος ο πολιτισμός τον οποίο απολαμβάνετε εσείς, δημιουργήθηκε από αισιόδοξους ανθρώπους.
Ο κόσμος αυτός γνωρίζει μόνο τους αναστεναγμούς και τις κραυγές των απαισιόδοξων και όχι τα έργα τους. Μην είστε απαισιόδοξοι, γιατί η απαισιοδοξία σας δεν έχει βάση. Μην είστε απαισιόδοξοι ειδικά όσον αφορά την προσωπικότητά σας, επειδή ακόμη δεν μπορείτε να προβλέψετε σε ποιο τομέα θα είστε σημαντικοί. Να εργάζεσθε, επειδή, αν εργάζεσθε, δεν θα είσθε απαισιόδοξοι. Επιλέξατε είτε την ενεργητικότητα και εργασία είτε την απαισιοδοξία. Είμαστε λαός με μικρό πληθυσμό; Οι αρχαίοι Έλληνες ήσαν λίγοι όσον αφορά τον αριθμό και κατέπληξαν τον κόσμο με την μεγαλωσύνη τους. Η ζωή μας είναι ασήμαντη; Σας βεβαιώνω πως δεν υπάρχει εποχή ασήμαντη και ζωή ασήμαντη στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπάρχουν μόνον εποχές σημαντικές και εποχές που τις προετοιμάζουν. Η εποχή μας επομένως είτε προετοιμάζει μια σημαντική εποχή είτε η ίδια είναι σημαντική. Και στις δύο περιπτώσεις λοιπόν δεν δικαιολογείται η απαισιοδοξία σας. Επειδή, εάν το παρόν δεν είναι σημαντικό, τότε αποτελεί προετοιμασία ενός σπουδαίου μέλλοντος. Και σίγουρο είναι πως αγάπη και δύναμη δεν μπορεί να έχει ο απαισιόδοξος άνθρωπος. Μην παραδίνεστε στην απαισιοδοξία, επειδή η απαισιοδοξία θα αποτελέσει την πιο δηλητηριώδη πηγή αμέτρητου κακού που θα πλήξει εσάς και τους άλλους.
Μια απαισιόδοξη γενιά αποτελεί πανούκλα στην ιστορία ενός λαού. Ο λαός όμως ξεπερνά και την πανούκλα, και όταν γιατρεύεται, οι απόγονοι μιλούν γι' αυτήν την απαισιόδοξη γενιά που υπήρξε σαν την αρρώστια της πανούκλας. Η απαισιοδοξία σας θα αποτελέσει προσβολή όλης της οικουμένης, όλου του σύμπαντος. Τελικά η απαισιοδοξία σας θα αποτελέσει προσβολή για τον Δημιουργό του κόσμου, που δεν σας έπλασε για να παραπονιέστε για τα έργα του, αλλά για να δείξετε τα δικά σας».
****
Επιμέλεια: Γεώργιος Σύπρης, ειδ. ψυχίατρος. Το κείμενο αυτό αποτελεί συνέχεια μιας ανοικτής επιστολής που βρίσκεται αναρτημένη στο διαδικτυακό τόπο koinwnia.com, όπου υποστηρίζαμε ότι ο καθένας μας πρέπει να κάνει για τους άλλους ό,τι μπορεί, ώστε, με την μεταξύ μας αγάπη και κοινωνία, να ξεπεράσουμε την απομόνωση και ιδιοτέλεια και τελικά την επελθούσα κρίση.

Αγίου Νικολάου ΑχρίδοςΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΙΣΙΟΔΟΞΟΙ ΟΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"